«Ποτέ μην κρίνεις ένα βιβλίο από το εξώφυλλο», θυμάμαι να μου λένε. Το ίδιο ακριβώς θυμάμαι να μου λένε και για τους δίσκους. Η αλήθεια είναι ότι τα hip-hop albums ποτέ δεν φημίζονταν για τα καταπληκτικά τους artworks και, κακά τα ψέμματα, ούτε αυτός ο δίσκος έχει κανένα αριστούργημα για εξώφυλλο. Τι είναι αυτό λοιπόν που με τράβηξε στο να τον προσέξω, μέσα στο μακελειό που γίνεται στο διαδίκτυο για μια θέση στη δισκοθήκη των ακροατών; Απάντηση: το εξώφυλλο. Η παραπομπή στο κλασσικό «Funky Technician» των Lord Finesse & DJ Mike Smooth παραπάνω από εμφανής και το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα: «για να δούμε, θα είναι ένα αξιοπρεπές tribute ή να οπλίσω shift-delete;»…
Οι όποιες αμφιβολίες μου έγιναν σκόνη πανηγυρικά όταν τελείωσε η ακρόαση του album, στο αγαπημένο μου μέρος ακρόασης δίσκων: το λεωφορείο, στη διαδρομή από το κέντρο της πόλης για το σπίτι μου, κάπου στα δυτικά. Έχουμε λοιπόν τον Rashad, MC από το Brooklyn της Νέας Υόρκης και τον Confidence από την Φιλαδέλφεια των ΗΠΑ στο «The Element Of Surprise». Η συνταγή «ένας beatmaker-ένας MC», στα πρότυπα των Pete Rock & CL Smooth, Eric B & Rakim, Gangstarr και τόσων άλλων θρυλικών ντουέτων πέτυχε για ακόμα μια φορά. Ο δίσκος είναι εξ ολοκλήρου σε παραγωγές του Confidence και έχει το στίγμα «του ήχου της Νέας Υόρκης της χρυσής εποχής του hip-hop». Με δυο απλές λέξεις: boom bap. Βαριά drums και δυνατές μπασογραμμές, συνδυασμένα με soulful samples και jazz πινελιές. Πιο Νέα Υόρκη πεθαίνεις. Τον τομέα των raps έχει αναλάβει παντελώς τελείως ο Rashad, χωρίς τη συμμετοχή κανενός άλλου rapper σε ολάκερο το album. Κάποιος είχε πει «rappers without a voice should write a book». Διαφωνώ κάθετα, οριζόντια και πλαγιομετωπικά, αλλά η φωνή του Rashad με κέρδισε από το πρώτο δευτερόλεπτο. Οι στίχοι είναι ο ορισμός αυτού που -θα έπρεπε κατά την ταπεινή μου άποψη να- λέμε «on-point». Είτε στην εξάσκηση των λυρικών ικανοτήτων, είτε στο πολιτικό κομμάτι, είτε στις προσωπικές αφηγήσεις, ο άνθρωπος λέει αυτά που πολύ θα ήθελα να λέω εγώ αν ήμουν καλλιτέχνης. Ο ορισμός της φράσης «η ομορφιά βρίσκεται στην απλότητα».
Δίνω ιδιαίτερη βάση στις προσωπικές αφηγήσεις, γιατί αυτό είναι το «χόμπι» μου τον τελευταίο καιρό. Να μελετάω τη γενιά μου -μήπως και πάρω χαμπάρι τι γίνεται και με τον εαυτό μου-. Σε μια σχετική συζήτηση που είχα με έναν φίλο, καταλήξαμε στο ότι όπως οι παππούδες μας ήταν η γενιά των πολέμων και της αναστήλωσης της χώρας και οι γονείς μας η γενιά της φτώχειας και του Πολυτεχνείου, έτσι κι εμείς, που δεν έχουμε στο βιογραφικό μας μεγάλο πόλεμο και δυσκολίες (Fight Club TM), είμαστε η γενιά των γρήγορων ρυθμών, της κατάθλιψης και του άγχους. Πρέπει με κάθε τρόπο να βρούμε κάτι που να λειτουργεί ως αντι-στρες γιατί αλλιώς θα αρχίσουμε να δαγκώνουμε κι αυτό κάποιοι δε θα το βρουν και τόσο ευγενικό. Επίσης, άσχετο, αλλά αποτελεί και την κύρια δικαιολογία που χρησιμοποιώ και δεν κόβω το κάπνισμα. Εμείς λοιπόν που ασχολούμαστε με αυτή τη μουσική από αυτή τη σκοπιά, είτε ως καλλιτέχνες είτε ως ακροατές, δε θα μιλήσουμε ποτέ για τα χλιδάτα club στα οποία δεν πατάμε, τα πανάκριβα αυτοκίνητα που δεν οδηγούμε, τα χρήματα και τα χρυσαφικά που δεν έχουμε και δε φοράμε, ούτε για τα super models που δε συνουσιαζόμαστε. Από μας θα ακούσεις τις δικές μας καθημερινές ιστορίες και τα όνειρά μας που φυτρώσαν σαν λουλούδια στο τσιμέντο και τρέφονται με άγχος και καυσαέριο. Αυτά ακριβώς θα ακούσεις να σου λέει και αυτό το album.
Ο δίσκος προτείνεται για ακρόαση από την αρχή ως το τέλος μονοκοπανιά, αλλά οφείλω να ξεχωρίσω τα κομμάτια που με ώθησαν στο να γράψω αυτό το άρθρο εκτός από το να τον έχω στο repeat: «The City», «Let Me Explain» και «The Break Up Song». Ένα κοκτέιλ από αστικά τοπία, λίγο από αυτά που αναλύαμε παραπάνω και μια ιστορία χωρισμού. Απολαύστε υπεύθυνα και ευτυχισμένο το 2012. Και τώρα ανάψτε ένα τσιγάρο.