Ο συγγραφέας είναι ένας «επιμελητής του χάους». « Μπορεί να ‘δομήσει’ παράταιρα μεταξύ τους πράγματα, πράγματα που σε μια πρώτη ανάγνωση δεν έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους και δε μπορούν να συνδυαστούν εύκολα ή και καθόλου.» Γνήσιο ταλέντο, αστείρευτη φαντασία, εφευρετικότητα, πνευματική χαρισματικότητα είναι λίγα από όσα χαρακτηρίζουν αυτόν τον συγγραφέα. Οι ιστορίες του κατά ένα μέρος αυτοβιογραφικές, με στοιχεία του εαυτού του σε κάποιους από τους χαρακτήρες που δημιουργεί. Ο λόγος του απλός, περιγραφικός, με στοιχεία που σε μαγνητίζουν. Οι λέξεις γίνονται εικόνες και οι εικόνες ξεδιπλώνουν μπροστά σου έναν φανταστικό κόσμο, τον κόσμο που περιγράφει στα βιβλία του. Έναν κόσμο στον οποίο ασυναίσθητα γίνεσαι μέρος, παρατηρείς την εξέλιξη και γίνεσαι ένα μαζί της. Ο λόγος λοιπόν για τον συγγραφέα Αλέξη Σταμάτη και την πολύπλευρη προσωπικότητά του. Πολλές φορές μ’ έχουν ρωτήσει αν έχω ταξιδέψει στο εξωτερικό. Κυριολεκτικά όχι. Μεταφορικά έχω ταξιδέψει στους προορισμούς του Αλέξη Σταμάτη. Από την Αφρική στην Βαρκελώνη και απο την Φλωρεντία στο Βερολίνο. Ένα τρεχαλητό στην άγρια δύση της Αμερικής με μια μαύρη μαστανγκ..
Επιστροφή στα χωριά της Ελλάδος αναλύοντας κωδικοποιημένους όρους.
Ο Αλέξης Σταμάτης μας απαντάει σε δεκατρείς ερωτήσεις.
Χαμαιλέοντες. Ένα μυθιστόρημα που περιγράφει τον εμφύλιο πόλεμο. Στην συνέχεια την ακμή της Ελλάδας και καταλήγει στο βυθό. Ποιά η ανάγκη να γραφεί ένα τέτοιο μυθιστόρημα.;
Το ερέθισμα ηταν μια ανάγκη απάντηση για το «πως φτάσαμε σε αυτό που ζούμε». Κατι τέτοιο όμως δεν γίνεται ούτε εν θερμω, ούτε με τσιτάτα, ούτε με «μηνύματα», ούτε με προκεκαλυμμένη πολιτική πρόζα, ούτε με μελοδραματικές κραυγές και δραματολαγνικούς ψιθύρους, ούτε με τις ευκολίες που δίνει η ντοκιμαντερίστικη οπτική των πραγμάτων. Θελει πρισματικό βλέμμα, απόσχιση ενώ ταυτόχρονα το ζεις, βαθειά εξόρυξη στο παρελθόν και καλειδοσκοπική προβολή στο μέλλον. Θελει έναν ειδικού τυπου ρεαλισμό, που μπορεί να αποδώσει το κιαροσκούρο της ιστορίας. Η συγκυρία γραφης για μενα ηταν εξαιρετικά ιδιαίτερη μια και περνώντας μια περιπέτεια υγείας, που είχε ευτυχώς αίσιο τέλος, είχα ως side effect ενός φαρμάκου που έπαιρνα – της κορτιζόνης- την αλλαγή του βιολογικού μου ρολογιού. Επι μήνες ξυπνούσα – εν πλήρη διαύγεια – στις 4πμ. Οπότε το 80% του βιβλίου είναι γραμμένο μεταξύ 4-8πμ . Γεγονός, που σε συνδυασμό με το περιβάλλον γραφής, που ήταν συνήθως ένα νοσοκομείο, το έκανε για μένα εξαιρετικά ελκυστικό ως εμπειρία. Σε ανάλογες περιπτώσεις θα περίμενε κανείς από τον συγγραφέα να γράψει κατι σχετικό με το θέμα που τον απασχολεί εκείνο τον καιρο, όμως εμενα μου βγήκε μια αφήγηση εντελως «κόντρα», ένα είδος με το οποίο δεν είχα «αναμετρηθεί» ποτε. Ως γνωστόν, η τέχνη, όπως και η ζωή, δουλεύει μυστηριωδώς.
Θα έλεγα ότι ξεχώρισα δυο μορφές. Τον Λέοντα και τον Παναγιώτη. Ο πρώτος πέρασε όλη του τη ζωή δακτυλοδεικτούμενος. Και ο δεύτερος φτάνει σε απελπισία. Θα ήθελα να μου πείτε τα κοινά και τα μη κοινά τους στοιχεία.
Ο Παναγιώτης είναι ο γιος του Λέοντα. Ο πατέρας του – που έχει ανδρωθεί στον Εμφύλιο- τον έχει μεγαλώσει προσπαθώντας να του περάσει ως κύριο μότο ζωής της ανάγκη για επιβίωση. Η διαφορά είναι ότι ο γιος το πήρε κυριολεκτικά. Ενώ ο πατέρας εννοούσε επιβίωση με αξιοπρέπεια, ταπεινότητα και δουλειά, ο γιος, από ένα σημείο και πέρα, εννοούσε επιβίωση με κάθε μέσο. Και μια τέτοια στάση ζωης μοιραία οδηγεί στη χαλάρωση των όποιων αξιών και σταδιακά στην πλήρη απαξίωση τους. Και εντέλει στην ύβρη. Την στάση αυτή ο Παναγιώτης θα την πληρώσει ακριβά. Ο Λέοντας θα μείνει σταθερός σε ένα πράγμα, αυτό έμαθε, και βάσει αυτού πορεύτηκε. Όταν δε, χρειάστηκε να πάρει ένα μεγάλο ρίσκο, το πήρε. Και το πήρε προς χάρη ενός έρωτα. Ο Παναγιώτης το δικό του το ρίσκο το πήρε προς χάρη άλλων, πιο πεζών πραγμάτων.
Τελικά οι Χαμαιλέοντες προσαρμόζονται;
Είναι το βασικό τους χαρακτηριστικό. Να αλλάζουν χρώμα για να ελιχτούν. Όπως έκαναν πάρα πολλοί κάτοικοι αυτής της χώρας, υποδυόμενοι διαφορετικά πράγματα ανάλογα με το συμφέρον τους αλλά όπως έκανε και η ίδια η χώρα για δεκαετίες.
Πόσο εύκολο είναι να βάλει ένας συγγραφέας τις σκέψεις του σε τάξη;
Όπως εχω πει πολλές φόρες η αγαπημένη μου φραση για το τι κάνει ενας συγγραφέας στην ουσία είναι: «επιμέλεια χάους». Αυτό το ξερω, το «έχω», είμαι καλός. Μπορώ να «δομήσω» παράταιρα μεταξύ τους πράγματα, πράγματα που σε μια πρώτη ανάγνωση δεν εχουν καμια σχέση μεταξύ τους και δε μπορούν να συνδυαστούν εύκολα ή και καθόλου. Είναι μια ιδιότητα εξαιρετικά χρήσιμη για το μυθιστόρημα και τη γραφή γενικότερα. Σε αυτό με έχουν βοηθήσει αρκετά οι σπουδές μου στην Αρχιτεκτονική.
Στο μυθιστόρημά σας ”Βίλα Κομπρέ” το μότο του βιβλίου είναι ”Τίποτα απο εμένα δεν φαίνεται”. Τι δεν φαίνεται απο τον συγγραφέα Αλέξη Σταμάτη;
Από εμένα ως άτομο, κοινωνικά εννοώ, φαίνονται πολλά. Ειμαι αρκετά εξωστρεφής, κοινωνικός και εξομολογητικός. Ειδικά όταν εχω προβλήματα μου είναι αδύνατον να τα κρατήσω μέσα μου, θέλω να ανακοινωθούν για να φύγουν, να αποδράσουν από μέσα μου δια της αφήγησής τους. Από την άλλη έχω ζήσει μια εξαιρετικά άγρια και περιπετειώδη ζωή, με πολλές σκληρές εμπειρίες, που ίσως κανείς δεν αντιλαμβάνεται σε πρωτο επίπεδο αν με συναναστραφεί. Δεν μου «φαίνονται» ως φιζίκ. Έχω ωστόσο πολύ πλεόνασμα για να αντλήσω. Αλλά ακόμη και μερικά από αυτά τα «άγρια» τα εχω πει δημόσια. Έχει κι άλλα βέβαια. Πολλά κι εξίσου σκληρά.
Σε αρκετά μυθιστορήματά σας βλέπω ότι βάζετε αρκετά στοιχεία απο εσάς. Ποιά η ανάγκη σας;
Κάθε μυθιστόρημα είναι αυτοβιογραφικό, αυτός είναι κοινός τόπος. Αλλά όχι σε «πρώτο πλάνο». Στην περίπτωση μου, στοιχεία μου μπορεί να ενυπάρχουν σε πολλούς χαρακτήρες ανθρώπινους ή και μη… Από μια γριά χωριάτισσα μέχρι μια γάτα. Ο συγγραφέας είναι ένα ον της παρατήρησης. Παρατηρει τους άλλους και τα πράγματα γύρω του και τα φιλτράρει μέσα από το δικό του ένστικτο. Η διαδικασία κατασκευής του εκάστοτε χαρακτήρα καταλήγει σε ένα αμάλγαμα όπου δεν ξέρεις ποιο κομμάτι είναι δικό σου και ποιο όχι.
Υπάρχει περίπτωση να δούμε συνέχεια στο μυθιστόρημά σας ” Μπαρ Φλωμπέρ”
Δεν νομιζω, τουλάχιστον στο προσεχές μέλλον. Το «Μπαρ Φλωμπέρ» είναι ένα μυθιστόρημα που μου φαίνεται πως ολοκλήρωσε τον κύκλο του το 2000 όταν και εκδόθηκε. Τώρα, αν κάποια στιγμή με επισκεφτεί ο ήρωας του ή νιώσω ότι έχει και κάτι άλλο να κάνει, να πει, να δημιουργήσει, δεν ξέρω… Ποτέ μη λες ποτέ!
Πόσο εύκολο είναι να ζει ένας συγγραφέας σε μια κοινωνία;
Πόσο εύκολο να ζει ένας συγγραφέας από τα βιβλία του ίσως εννοείτε, και η απάντηση, στην Ελλάδα της κρίσης είναι: αδύνατον. Από τη μια πωλούνται σημαντικά λιγότερα αντίτυπα, από την άλλη αρκετοί εκδοτικοί οίκοι έχουν σημαντικά προβλήματα, κοντολογίς ολόκληρη η αλυσίδα της βιβλιαγοράς έχει επηρεαστεί αρνητικά. Αλλά και επιτυχία να έχεις, και δυο τρείς εκδόσεις να κάνεις, τα χρήματα που εισπράττεις δεν φτάνουν για μια αξιοπρεπή διαβίωση. Έτσι καποιος που το μονο που ξέρει να κάνει είναι να γράφει, στρέφεται και σε άλλες δραστηριότητες. Εγώ π.χ. κάνω μαθήματα δημιουργικής γραφης και ασχολούμαι και με το θέατρο, το τελευταίο όχι όμως για βιοποριστικούς λογους -εκεί τα χρήματα είναι ακόμη πιο λίγα ή και ανύπαρκτα- αλλά επειδή είναι κάτι που αγαπώ.
Μια και το αναφέρατε, τα τελευταία τέσσερα χρόνια παραδίδετε μαθήματα δημιουργικής γραφής. Πόσο εύκολο είναι να μεταδώσετε πράγματα που δεν διδάσκονται; Έχετε ξεχωρίσει αξιόλογες πένες;
Για μένα είναι απόλαυση και χαρά γιατί είναι κάτι που το κάνω με πολύ κέφι. Όντως η συγγραφή δεν «διδάσκεται» όπως διδάσκεται π.χ. η ζωγραφική ή η μουσική, αλλά υπάρχουν τρόποι, εξαιρετικά ενδιαφέροντες και συναρπαστικοί, να οδηγήσεις τον «μαθητή» σε μονοπάτια που δεν τα φαντάζεται καν πριν μπει σε μια τάξη όπου υποτίθεται θα μάθει «τα περί γραφής». Το μάθημα που κάνω είναι «πρισματικό», δεν ακολουθεί ρετσέτες και σχεδιαγράμματα, είναι συνδυαστικό, αμφίδρομο και συγκριτικό και στόχος του δεν είναι να πει ο «δάσκαλος» από καθέδρας όσα έχει να πει αλλά να αναδυθεί η εντελώς ιδιαίτερη, μοναδική και προσωπική δημιουργική φωνή του εκάστοτε μαθητή. Είναι μεγάλη χαρά για μένα ότι ένα δυο μαθητές μου έχουν εκδώσει βιβλία και εσχάτως αρκετοί ακόμη έχουν ολοκληρώσει κείμενα που τα έχουν καταθέσει προς έκδοση. Είναι πολύ δημιουργικό να έχεις παρακολουθήσει και να έχεις συμβάλλει στην πορεία ενός ανθρώπου από μια πρώτη «δειλή» σελίδα σε μια ολοκληρωμένη σύνθεση αξιώσεων.
Έχετε αγαπήσει λίγο περισσότερο κάποιον ήρωα σας; Και γιατί;
Όλους τους αγαπώ και τους συμπαθώ γιατί είναι κομμάτια μου. Ιδιαιτέρως όμως είχα συμπαθήσει τον ήρωα της «Αμερικανικής Φούγκας», (πιθανόν γιατί τότε μου έμοιαζε πολύ) για τον όποιον προόριζα ένα άλλο τέλος, ένα αφάνταστα πιο «ευτυχές» φινάλε από εκείνο που εντέλει είχε. Στην πορεία όμως κατάλαβα (ευτυχώς για το επίπεδο και την ισορροπία του βιβλίου) ότι αυτή μου η «αδυναμία» θα αποδυνάμωνε και θα πρόδιδε την όλη σύνθεση. Οπότε η τάξη αποκαταστάθηκε.
Νομίζω ότι η λέξη Δημοκρατία κρύβεται στα λόγια του Βολταίρου. «Διαφωνώ με ο,τι λες, αλλά αγωνίζομαι μέχρι θανάτου το δικαίωμα σου να το λες». Πιστευτέ ότι έχουμε ακόμα δημοκρατία;
Φυσικά και εχουμε. Η δημοκρατία ειχε και έχει πολλά προβλήματα. Η συμβίωση των ανθρώπων δεν είναι απλό πράγμα. Πόσο μάλλον πολλών ανθρώπων πόσο μάλλον λαών. Παρά τα μεγάλα προβλήματα μέχρι τώρα είναι το καλύτερο σύστημα που έχει εφεύρει ο ανθρωπος ώστε να ζει όσο αρμόνικα γίνεται με τους γύρω του. Απεχθάνομαι τον λαϊκισμό που σπεκουλάρει πάνω σε αυτά τα προβλήματα με φτηνές ατάκες που γαργαλάνε τα ελαττώματά μας και εκμεταλλεύονται τα υπαρκτά προβλήματα μέσω μαγικών συνταγών και «πεθαμένων» συνθημάτων και τον εθνικισμό που αμφισβητεί το ίδιο το πολίτευμα.
Αν ζούσατε σε άλλη εποχή ποια θα διαλέγατε;
Ή στα 60’s, ή στην εποχή της Εδουαρδιανής Αγγλίας.
Να σας ευχαριστήσω θερμά. Και να σας ρωτήσω πώς αντιλαμβάνεστε τον χρόνο;
Μ’ έναν εντελως ιδιοσυγκρασιακό τρόπο: πρισματικά.