Τα τελευταία χρόνια, τα μνημονιακά χρόνια, η επιγραφή “ΚΛΕΙΣΤΟ” κοσμεί ολοένα και περισσότερα καταστήματα και επιχειρήσεις. Κλειστό όχι λόγω ανακαίνισης, μετακόμισης ή αλλαγής ιδιοκτήτη όπως συνέβαινε παλαιότερα. Κλειστό λόγω προφανούς πτώχευσης. Οι βιτρίνες αδειάζουν ανεξέλεγκτα και πρώην εμπορικοί οδοί που συγκέντρωναν πλήθος καταναλωτών και έσφυζαν από ζωή, μετατρέπονται σε έρημα τοπία, θλιβερά απομεινάρια μιας αλλοτινής ευημερίας.
Μεγαλύτερα θύματα οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις και τα συνοικιακά μαγαζιά, που βάσιζαν τον προϋπολογισμό τους στα νοικοκυριά μεσαίου οικονομικού βεληνεκούς. Η αγοραστική δύναμη αυτών των νοικοκυριών σε μεγάλο βαθμό έχει πλέον περιοριστεί στα απολύτως αναγκαία για την επιβίωση αγαθά, ενώ οι λίγοι προνομιούχοι κατευθύνονται κυρίως σε μεγάλες αλυσίδες και εμπορικούς κολοσσούς.
Μοιραίο επόμενο αποτελεί η κατάρρευση των “μικρών” αγορών. Ολόκληρες οικογένειες βρίσκονται ξαφνικά στο κενό, ιδιοκτήτες που βλέπουν τον κόπο ετών να γκρεμίζεται και υπάλληλοι που ξαφνικά συνιστούν μέρος του ποσοστού ανεργίας, ενός ποσοστού που συνέχεια καλπάζει.
Αυτή την “ευτυχή” εικόνα έρχονται τα συμπληρώσουν τα μέσα μαζικής ενημέρωσης που μας κατακλύζουν με την παρουσία αισιόδοξων πολιτικών προσώπων, τα οποία με αυτοθυσία και ανεπτυγμένο το αίσθημα του εθνικού καθήκοντος, πράττουν τα μέγιστα για την κοινωνική πρόοδο. Πρωτογενές πλεόνασμα, διατήρηση μισθών και συντάξεων, μείωση της ανεργίας, έξοδος από το μνημόνιο…Υποσχέσεις και φράσεις χωρίς αντίκρισμα που σαν στόχο έχουν να αποκοιμίζουν συνειδήσεις.
Και μέσα σε όλο αυτό το παραλήρημα της πλασματικής ανάκαμψης άνθρωποι που ενώ θα έπρεπε να ατενίζουν το μέλλον, στερούνται ακόμα και το παρόν.