Μελετώντας την σύγχρονη οικονομική ιστορία μπορεί κανείς να συναντήσει αρκετά παραδείγματα βιομηχανιών, ασφαλιστικών επιχειρήσεων, τραπεζικών κολοσσών αλλά και ολόκληρων κρατών που οδηγήθηκαν στην κατάρρευση ή ένα βήμα πριν από αυτήν. Εργαζόμενοι, ασφαλισμένοι, καταθέτες έχουν χάσει κόπους ζωής μέσα σε μια στιγμή χωρίς να έχουν περιθώριο να σώσουν το παραμικρό. Το σκηνικό αυτό δείχνει να μεταφέρεται τα τελευταία χρόνια και στη χώρα μας. Εκείνο που μάλλον είναι πρωτόγνωρο είναι πως όλοι οι προβληματισμοί σχετικά με την διέξοδο από τη στενωπό καθώς και οι ευθύνες που οδήγησαν σε αυτή δείχνουν να πέφτουν στους πολίτες.
Η Ελληνίδα νοικοκυρά λοιπόν ακούει για κούρεμα, ανακεφαλαιοποίηση, spreads, διαπραγμάτευση, capital controls, διαγραφή χρέους, ισοτιμίες, λιτότητα, στάση πληρωμών. Πρόκειται για ένα δωρεάν μεταπτυχιακό δίπλωμα στην οικονομική επιστήμη; Είναι όροι της οικονομίας τους οποίους υποχρεούται να γνωρίζει και μπορεί μάλιστα να τους καθορίσει; Το βέβαιο είναι πως γεννάται ένας προβληματισμός αναφορικά με τη στάση που πρέπει να κρατήσει ο μέσος Έλληνας πολίτης για μια απόφαση που θα καθορίσει το μέλλον το δικό του και των παιδιών του.
Όχι, δεν είναι η πολιτική ούτε καν η επικαιρότητα. Είναι μια ευρεία συζήτηση που θα ανοίξουμε μαζί σε αυτή τη στήλη προβάλλοντας οικονομικούς προβληματισμούς, χρηματοοικονομικά διλήμματα, ιστορικά παραδείγματα και φυσικά έναν δίαυλο μεταφοράς των προβλημάτων στο ουσιαστικό πεδίο συζήτησης και λύσης.
Ένα από τα μεγαλύτερα διλήμματα των τελευταίων ετών (2010-2015) με κορύφωση το δημοψήφισμα του περασμένου Ιουλίου είναι τελικά αν θέλουμε ευρώ η δραχμή. Παραμονή στο κοινό νόμισμα; Επιστροφή στο παλαιό; Η απάντηση σε «καφενειακού» τύπου συζητήσεις καθορίζει εν πολλοίς και την στάση σου στο ερώτημα μνημονιακός ή αντιμνημονιακός; Αριστερός η δεξιός. Είναι όμως δυνατόν, μια τόσο σπουδαία επιστήμη να βάζει τέτοια διλήμματα σε καθημερινούς πολίτες και τελικά να τους οδηγεί με μαθηματική ακρίβεια σε διχόνοια; Ας αναλύσουμε τις απόψεις δυο πολύ σημαντικών οικονομολόγων με πραγματικά επιχειρήματα και ουσιαστική ανταλλαγή απόψεων.
Σε άρθρο που δημοσιεύεται στην ηλεκτρονική Guardian ο νομπελίστας οικονομολόγος και καθηγητής του πανεπιστημίου της Κολούμπια Joseph Stieglitz αναφέρει πως όταν μια οικονομία δεινοπαθεί πρέπει να παίρνει γενναίες αποφάσεις. Η εκτόξευση της ανεργίας, η συρρίκνωση του ΑΕΠ, η δραματική άνοδος των άμεσων και έμμεσων φόρων καθώς και γενικότερα η σημαντική επιδείνωση της αγοραστικής δύναμης των Ελλήνων είναι επιχειρήματα που οδηγούν σε ανάληψη ρίσκου ακόμη και αν αυτό συνοδεύεται από επιστροφή στο παλαιό νόμισμα. Μια επιστροφή που θα πρέπει να συνοδεύεται από μέτρα, νόμους και θεσμούς που θα διασφαλίζουν την κατά το δυνατόν ομαλότερη μετάβαση και φυσικά την ταχύτερη αποκατάσταση και ανόρθωση της ταλαιπωρημένης εγχώριας οικονομίας.
Την ίδια ώρα ο επίσης νομπελίστας και καθηγητής στο London School of Economics Βρετανό-Κύπριος Χριστόφορος Πισσαρίδης αναφέρει πως η παραμονή στο κοινό ευρωπαϊκό νόμισμα αποτελεί την μοναδική επιλογή. Για να βοηθηθεί ουσιαστικά η οικονομία όμως, προσθέτει, θα πρέπει η χώρα να δεχθεί ένα πρόγραμμα διάσωσης που θα ενισχύει τη διανομή κεφαλαίων στην ανάπτυξη, θα αναδιαρθρώνει το χρέος με επιμήκυνση του χρόνου αποπληρωμής και σταθεροποίηση των μεταβλητών επιτοκίων. Μάλιστα προτείνει μια μακρά περίοδο χάριτος- δέκα ετών- με αντίστοιχη επανεπένδυση των ονομαστικών τόκων στη πραγματική οικονομία προκειμένου να βοηθηθεί η ανάπτυξη.
Υπέρμαχοι της μιας ή της άλλης άποψης υπάρχουν εκατοντάδες επιφανείς επιστήμονες. Τούτο αποδεικνύει και σε μεγάλο βαθμό το μέγεθος του προβλήματος καθώς και την πολυπλοκότητα της λύσεως που απαιτείται. Όταν ογκόλιθοι της οικονομίας διαφωνούν σχετικά με την λύση ενός μείζονος επίκαιρου προβλήματος πως μπορεί να απαιτείται από τον αγρότη, την νοικοκυρά, τον φοιτητή να πάρει την σωστή απόφαση-αν είναι μια από τις δυο; Εκείνο στο οποίο πρέπει να εντείνουμε τις προσπάθειες μας, σε όποια όχθη και αν βρίσκεται κανείς, είναι στην συγκρότηση μιας προσπάθειας που από κοινού θα συμβάλει στην λύση του προβλήματος και στην οποία δεν υπάρχουν διλήμματα.
Ο σημερινός στόχος κάθε πολίτη αναφορικά με το μέλλον της οικονομίας δε θα πρέπει να στέκεται σε μονολεκτικές απαντήσεις και σε ερωτήματα που διχάζουν, ενοχοποιούν και τελικά μόνο λύσεις δεν δίνουν. Η ελληνική οικονομία χρειάζεται ένα γενναίο σχέδιο ανασυγκρότησης της παραγωγής, εκμετάλλευσης του τουρισμού, παροχής κινήτρων στους ανθρώπους του πρωτογενούς τομέα. Μακριά από χρώματα, κόμματα και διλήμματα ο γόνιμος διάλογος θα πρέπει να επανέλθει στα ουσιαστικά βήματα προόδου που θα ενισχύσουν πραγματικά το ελληνικό νοικοκυριό. Οι συζητήσεις και οι προτάσεις, λοιπόν, δε θα πρέπει να στέκονται σε τίτλους. Η οικονομία είναι μια γοητευτική επιστήμη στην οποία «ο δρόμος για τον προορισμό σου έχει πολλές εναλλακτικές φτάνει μόνο να διαλέξεις και να ξεκινήσεις να περπατάς».