Ζούμε στην εποχή της άκρατης διαδικτυακής έκθεσης που, αναιρώντας κάθε φραγμό, μας επιτρέπει και μας υποβοηθάει να φοράμε κατάσαρκα τον ρόλο που θέλουμε να υποδυθούμε. Πλέον ο καθένας συστήνεται στους γύρω του με τον τρόπο που επιθυμεί ο ίδιος, θέτοντας τις παραμέτρους που κολακεύουν την εικόνα του με την ευγενική χορηγία των δημοφιλών μέσων κοινωνικής δικτύωσης.
Υποθέτω πως κάτι τέτοιο δεν είναι τόσο κακό όσο μπορεί να διαφαίνεται. Οι άνθρωποι, βλέπεις, πάντοτε κρύβανε επιμελώς μια επιθυμία για σταγόνες αναγνωρισιμότητας. Είναι μέρος της ανθρώπινης φύσης, είμαστε γενετικά προγραμματισμένοι να φέρουμε μια τέτοια προδιάθεση. Η σύγχρονη, ψηφιακή εποχή απλά απενοχοποίησε αυτή την έμφυτη κλίση του ανθρώπου, ο οποίος αποποιήθηκε περιχαρής την ιδιωτικότητά του για χατίρι της αυτοπροβολής. Τουλάχιστον, αυτή η επιλογή του εμπεριέχει μέσα της μια πηγαία ειλικρίνεια και μια αποδόμηση των αντιλήψεων που κρατούσαν τα «θέλω» του δέσμια.
Ναι, η διαδικτυακή κουλτούρα, όπως έχει διαμορφωθεί, αποτελεί τον καθρέφτη της κοινωνίας μας. Βέβαια ο συγκεκριμένος καθρέφτης δεν αντανακλά μόνο το «φαίνεσθαι» αλλά και τις ατέλειες του ειδώλου που στέκει έμπροσθεν του και της ψυχής αυτού….
Μια από αυτές τις «ατέλειες» είναι και η ακόρεστη, συνεχώς διψασμένη ανάγκη ορισμένων συνανθρώπων μας να αποδείξουν πάση θυσία στην κοινωνία την μόρφωσή τους και την κουλτούρα που θέλουν να αποπνέουν… Έτσι δεν παραλείπουν να καταπιάνονται με στίχους του Μπωντλαίρ και των λοιπών «καταραμένων» ποιητών, να «ξεθάβουν» σονέτα του Σαίξπηρ ή να αναμασάνε τις διαπιστώσεις του Φρόϋντ με σχετικές αναρτήσεις στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, φυσικά. Και δεν μιλάω για περιστασιακές αναφορές αλλά για καθημερινό «βομβαρδισμό» από ατάκες και κείμενα επιφανών και παγκοσμίου φήμης ανθρώπων. Ένας έμμεσος τρόπος να εδραιωθεί στη συνείδηση γνωστών και φίλων η αντίληψη οτι το εν λόγω άτομο είναι καλλιεργημένο και εκλεπτυσμένο…
Όμως οι αληθινά μορφωμένοι άνθρωποι, μάτια μου, ποτέ δεν ένιωσαν την ανάγκη να καταθέσουν τα διαπιστευτήριά τους ενώπιον της απανταχού ιντερνετικής κοινότητας… Έχουν «γνώθι σαυτόν» και δεν επιζητούν τον θαυμασμό με δανεικές «τυμπανοκρουσίες». Είναι αυτοί που στέκονται σε μια γωνιά και μειδιούν αινιγματικά ακούγοντας τους ημιμαθείς να «εκτοξεύουν» επιδερμικές εκτιμήσεις για το έργο του Ρεμπώ και του Καβάφη… Είναι αυτοί που ενσαρκώνουν καλύτερα τη φράση του Σωκράτη «εν οίδα ότι ουδέν οίδα».
Άλλωστε πώς μπορείς να τοποθετηθείς και να κατανοήσεις την δημιουργική «κατάρα» κάποιων ανθρώπων αν δεν έχεις υπάρξει κι εσύ λίγο «καταραμένος»; Αν δεν έχεις νιώσει το ζοφερό συναίσθημα της απόκλισης; Αν δεν μπορείς να δεις τον κόσμο μέσα από τα μάτια του εκάστοτε δημιουργού και της εποχής του;
Όσο, λοιπόν, κάποιοι πασχίζουν να αποδείξουν στον κόσμο γύρω τους την απατηλή ποιότητά τους, κάποιοι από μας τους αδαείς αφηνόμαστε να ανακαλύψουμε ο καθένας στον δικό του χρόνο την γοητεία της ποίησης του Ρεμπώ και τις διδαχές του Γιούνγκ. Κι όταν αυτό επιτευχθεί δεν θα το μάθει το ψηφιακό σύμπαν, θα’ ναι ένα μυστικό προορισμένο για διαλεγμένους και συμβατούς μύστες.