Υπάρχουν μερικές ταινίες που σε κάνουν να σκέφτεσαι πόσο άδικος και επικριτικός μπορεί να είναι ένας άνθρωπος ή μια ολόκληρη κοινωνία λόγω μιας παλιομοδίτικης ή ρατσιστικής νοοτροπίας. Όταν μαθαίνεις τις δοκιμασίες που πέρασαν οι άνθρωποι που αντιτάχθηκαν σε τέτοιου είδους νοοτροπίες μέσα από ταινίες νιώθεις ότι τους γνωρίζεις προσωπικά, τους εκτιμάς και τους σέβεσαι, καθώς χάρη σε αυτούς έγινε ο κόσμος λίγο καλύτερος και περισσότερο ανεκτικός. Αυτά ακριβώς τα συναισθήματα μου γεννήθηκαν κατά τη διάρκεια και στο τέλος της ταινίας Loving.
Η ιστορία ξεκινάει στην Virginia του 1958. Ο Richard (Joel Edgerton) και η Mildred (Ruth Negga) είναι τρελά ερωτευμένοι μεταξύ τους και την ευτυχία αυτή την συμπληρώνει το νέο για τον ερχομό ενός παιδιού. Το πρόβλημα, όμως, είναι ότι ο Richard είναι λευκός, ενώ η Mildred έγχρωμη. Ο γάμος μεταξύ τους απαγορεύεται στην πολιτεία της Virginia λόγω της φυλετικής τους διαφορά και έτσι αποφασίζουν να ταξιδέψουν μέχρι την Washington και να παντρευτούν εκεί, όπου επιτρεπόταν. Όταν, όμως, γυρίζουν πίσω στο σπίτι τους, η αστυνομία μαθαίνει από μια ανώνυμη πηγή για τον γάμο και τους οδηγεί στην φυλακή. Αν και καταφέρνουν να βγουν από την φυλακή είναι υποχρεωμένοι να φύγουν από τη Virginia για 25 χρόνια. Αν και υπακούν το νόμο, μετά από ένα ατύχημα που συνέβη σε ένα από τα παιδιά τους αποφασίζουν να αγωνιστούν, ώστε να μπορέσουν να γυρίσουν στο σπίτι τους και κοντά στα αγαπημένα τους πρόσωπα. Έτσι, λοιπόν, και με την βοήθεια των δικηγόρων Bernie Cohen (Nick Kroll) και Phil Hirschkop (Jon Bass) ξεκινούν μια σειρά δικαστηρίων, ώστε να αναγνωριστεί ο γάμος τους και στην πολιτεία της Virginia.
Αυτό που εντυπωσιάζει τον θεατή καταρχήν είναι οι καθημερινοί, συνηθισμένοι ήχοι που ακούγονται στην ταινία. Σε σημεία που κανονικά θα επικρατούσε σιωπή, για να αυξηθεί η αγωνία ή η προσοχή του θεατή, εισέρχεται ο ρεαλισμός και ακούγονται τα τζιτζίκια των καλοκαιρινών βραδιών, τα παπούτσια πάνω στο γρασίδι, το μυστρί όταν τρίβεται στο τούβλο και το τσιμέντο αποδεικνύοντας ότι η ιστορία αυτή είναι απολύτως πιθανό να συμβεί στην πραγματικότητα. Πέρα από τους πολλούς ανθρώπους που εργάστηκαν για τους ήχους της ταινίας, ξεχωριστή αποδεικνύεται και η δουλειά του David Wingo στη μουσική. Οι εκπληκτικές τους συνθέσεις ταιριάζουν άριστα σε σκηνές με συναισθηματική φόρτιση, όπως όταν ο Richard κάνει πρόταση γάμου στην Mildred, αλλά και σε εκείνες που έχουν σκοπό να προετοιμάσουν τον θεατή για μια σημαντική σκηνή, όπως όταν αστυνομικοί εισβάλουν στο σπίτι τους.
Πέρα από τα ακουστικά, τα οπτικά στοιχεία της ταινίας είναι επίσης εξαίρετα. Η χρήση φωτογραφικών μηχανών, τηλεφώνων, αυτοκινήτων και άλλων εργαλείων της εποχής διευκολύνει τον θεατή να μπει στο κλίμα μεταφέροντας τον στην χρονική περίοδο της ιστορίας. Παράλληλα, δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι η ταινία αυτή είναι υποψήφια για Oscar στην κατηγορία καλύτερης ηθοποιού για Α΄γυναικείο ρόλο. Η ερμηνεία της Ruth Negga είναι φυσικότατη και πειστική υιοθετώντας ποικίλους ρόλους ακριβώς σαν μια συνηθισμένη γυναίκα, όπως αυτό της ερωτευμένης κοπέλας, της προστατευτικής μητέρας, της τρυφερής συζύγου, της αποφασιστικής γυναίκας. Στην επιτυχημένη της προσπάθεια για την έγκυρη παρουσίαση όλων αυτών των ρόλων βοήθησαν τόσο οι μακιγιέρ όσο και οι κομμωτές. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η σκηνή που βγαίνει από την φυλακή και φαίνεται εξουθενωμένη, καθώς όχι μόνο η ίδια η ηθοποιός κάνει νωχελικές κινήσεις αλλά επίσης την έχουν προετοιμάσει οι ανάλογοι καλλιτέχνες για την συγκεκριμένη περίσταση έχοντας μαύρους κύκλους κάτω από τα μάτια και απεριποίητα και ανακατωμένα μαλλιά.
Περνώντας στα αρνητικά, μεγαλύτερη προσοχή θα μπορούσε να είχε δοθεί σε ορισμένες μεταβάσεις από την μια σκηνή στην άλλη. Ως παράδειγμα μπορεί να φερθεί η σκηνή, στην οποία παρουσιάζεται η συζήτηση που έχει το ζευγάρι με τους δικηγόρους πριν πάει η υπόθεσή τους στο Ανώτατο Δικαστήριο, στην επόμενη προβάλλεται σε κοντινό πλάνο ένα λουλούδι και στην επόμενη έχει φτάσει η μέρα της εκδίκασης της υπόθεσής τους. Σε αυτήν την περίπτωση το λουλούδι είναι εντελώς άχρηστο, καθώς στην τρίτη σκηνή δίνεται ο απαραίτητος χρόνο στον θεατή να χαλαρώσει από την πίεση και να συγκεντρωθεί στα σημαντικά γεγονότα που ακολουθούν. Τέλος, μεγαλύτερη έμφαση θα μπορούσε να είχε δοθεί στους γονείς της Mildred, Musiel (Winter-Lee Holland) και Theoliver (Christopher Mann) Jeter, αλλά και στην μητέρα του Richard, Lola Loving (Sharon Blackwood). Παρά το γεγονός ότι είναι ξεκάθαρο από τα λόγια και τις πράξεις των πρωταγωνιστών ότι τα άτομα αυτά κατέχουν ιδιαίτερη θέση στην καρδιά τους, δεν μαθαίνουμε τίποτα ούτε για την ζωή τους ούτε για τον χαρακτήρα τους.
Συνοψίζοντας, θα πρότεινα σε όλους τους ανθρώπους να δουν το Loving ανεξάρτητα από τις λίγες αρνητικές παρατηρήσεις που σημειώθηκαν, γιατί όχι μόνο αποτελεί αληθινή ιστορία ιστορικής σημασίας, αλλά επίσης αποδεικνύει την δύναμη της αγάπης και την ισότητα μεταξύ όλων των ανθρώπων.
Βίντεο με την υπόθεση και πλάνα με την οικογένεια Loving και τους δύο δικηγόρους: