Όταν μιλάς εσύ για έρωτα, μοιάζει λέξη απροσάρμοστη και ξεθωριασμένη μες στις σελίδες της ζωής, σαν τριαντάφυλλο που ξεράθηκε περιμένοντας μια λυτρωτική ρανίδα ζωής που δεν έσταξε ποτέ πάνω στα διψασμένα του πέταλα. Σαν παράφωνη νότα που δεν έμαθε ποτέ να έρχεται σε αρμονία με την μελωδία που φιλοδοξεί να γεμίσει τις γωνιές της σιωπής μας. Μοιάζει με αστείο που δεν δύναμαι να κατανοήσω για να σου χαρίσω με την σειρά μου την ανταμοιβή του πιο εγκάρδιου γέλιου μου.
Βλέπεις ο έρωτας δεν έμαθε να ξεχειμωνιάζει στο πλευρό μιας άτολμης προαίρεσης που άφησε μισές τις υποσχέσεις που ζωγράφιζε επάνω στην λευκή συνείδηση της ψυχής. Ούτε έμαθε να υπαναχωρεί σε βολικά και πρόσκαιρα χαρακώματα νικημένος από την ίδια του την αδύναμη κρίση. Κι έτσι δεν χρειάστηκε να ζητήσει ποτέ συγνώμη για όσες πράξεις και λόγια κράτησε μέσα στην κλειστή του παλάμη… απλά, γιατί αφέθηκαν τα δάχτυλά του στο φύσημα του συναισθημάτων και σκόρπισε γύρω του όσα έκρυβε μέσα στα βάθη του εαυτού του.
Ο έρωτας περιπλανήθηκε σε μέρη που δεν τόλμησε να τον ακολουθήσει η συνείδησή σου, ίσως γιατί φοβήθηκες το άγνωστο έδαφος που έστεκε μπροστά σου. Κι έτσι έμεινες μετέωρος ανάμεσα στο παρελθόν και το παρόν, να κλείνεις τα μάτια μπροστά στην ζάλη μιας πιθανότητας που ταλανίζει ακόμα τις σκέψεις σου. Μπροστά σε μια υποψία μελλοντικής ευτυχίας που απαρνήθηκες χωρίς να απλώσεις το βλέμμα σου πάνω της. Έμεινες στην ακτή του εφήμερου να ατενίζεις τον έρωτα από απόσταση ασφαλείας τραγουδώντας αδέξια τον σκοπό του που δεν διέσχισες τα κύματα του φόβου σου να τον ακούσεις από κοντά…
Όταν μιλάς εσύ για έρωτα, κλείνω τα μάτια μου στην υπόκωφη προδοσία της μνήμης του.