Κάθε φορά που η απουσία σου φλέγεται από τον οίστρο της λήθης, βγαίνω να σε ψάξω σε κάθε σημείο του ορίζοντα από το οποίο πέρασες κι άφησες τα αποτυπώματα των αναμνήσεών σου. Χαράζω πορείες δια μέσου νοητών μονοπατιών διάσπαρτων από φαύλες στιγμές, που αποκηρύξαμε ομού, για να σε συναντήσω στις κορυφογραμμές των αισθήσεων. Εκεί από όπου συνηθίζαμε να ατενίζουμε την ανατολή πληθώρας συναισθημάτων που βολιδοσκοπούσαν τον ουράνιο θόλο των κοινών μας στιγμών.
Σε αναζητώ και κατά μήκος των αέναων γραμμών του τραίνου, που εκτείνονται από το σημείο που στέκω ασάλευτη ίσαμε την γωνία του ορίζοντα που προσφέρει θαλπωρή στις επιθυμίες σου. Στυλωμένη εκεί, με τα μάτια ερμητικά κλειστά και τα όνειρα να στροβιλίζονται κάτω από τα βλέφαρά μου, ζωγραφίζω την τροχιά που θα ελκύσει τον νωχελικό μου βηματισμό. Κάθε βήμα μου, προσκυνητής καθ’ οδόν για τον ιερό του τόπο. Κάθε κίνησή μου, σιωπηλό καταφύγιο για τις ελπίδες που έμειναν ανέστιες περιμένοντας μια επιστροφή που εξατμίζεται σταδιακά στα χλωμά, συννεφιασμένα σοκάκια του μέλλοντος.
Όλες εκείνες τις φορές που μετράω αντίστροφα συγκινήσεις σμιλεμένες από τους δυο μας κι εσύ τρέχεις να κρυφτείς τιμώντας τον αρχέγονο κανόνα του παιχνιδιού, βάφω άρδην με χρώματα δικά σου τις ατελέσφορες αναζητήσεις μου. Βυθίζω τα δάχτυλά μου στο πράσινο των ματιών σου ή στο φωτεινό κίτρινο του χαμόγελού σου για να σχεδιάσω το μονοπάτι που θα ακολουθήσω ίσαμε την κρυψώνα σου. Και ξεχύνομαι να συλλέξω τα ίχνη σου, φέροντας εις πέραν το παιχνίδι. Ελπίζοντας πως η λήξη του θα συστήσει μόνο ισάξιους νικητές σε ένα βάθρο που δαφνοστεφανώνει την αγάπη.