Οι αδελφοί Κοέν επιστρέφουν στο παρακμάζον, δυστυχώς, είδος του γουέστερν, οκτώ χρόνια μετά το Αληθινό Θράσος, το οποίο συνδυάζουν μ΄ακόμα ένα είδος ταινίας που σπανίζει στις μέρες μας: μια σπονδυλωτή ταινία.
The Ballad of Buster Scruggs (2018) – Σπονδυλωτό Western, 133΄
Σκηνοθεσία – Σενάριο: Joel & Ethan Coen
Πρωταγωνιστούν: Tim Blake Nelson, Liam Neeson, James Franco, Zoe Kazan
Έξι ιστορίες από το Φαρ Ουέστ, με θέμα τον έρωτα, το θάνατο, την επιβίωση και την ελπίδα.
Σπονδυλωτή ταινία, λοιπόν, δηλαδή μια ταινία με πολλές (έξι, συγκεκριμένα) ιστορίες, χαλαρά ή και καθόλου συνδεδεμένες μεταξύ τους, που παρουσιάζονται διαδοχικά σαν σειρά ταινιών μικρού μήκους. Κάτι σαν το Paris Je t’Aime (2006) ή, για τους φίλους του ελληνικού και του ρετρό, την Κάλπικη Λίρα (1955). Μόνο που εδώ ο τόπος και ο χρόνος είναι η Άγρια Δύση.
Ουσιαστικά έχουμε να κάνουμε με έξι διαφορετικές ταινίες, άλλες πιο κωμικές, άλλες δραματικές, αισιόδοξες, απαισιόδοξες, μικρές, μεγαλύτερες, γενικά πολύ διαφορετικές. Το αιχμηρό, ιδιόρρυμο, συχνά… αλαφροϊσκιωτο στιλ των Κοέν κυριαρχεί, τουλάχιστον στις περισσότερες, όμως άλλες φορές το σενάριο θυμίζει Ταραντίνο και άλλες Αλφόνσο Κουαρόν. Οι διαφορές μοιάζουν άλλοτε χαοτικές, με τη μια ιστορία να θυμίζει Λούκι Λουκ και την επόμενη βαρύ δράμα εποχής, άλλοτε όμως ασήμαντες καθώς τα κοινά στοιχεία της ταινίας είναι περισσότερα απ΄όσα διακρίνει κανείς με την πρώτη.
Το ατού της ταινίας είναι πως όλες οι ιστορίες έχουν κάτι να σου πουν. Αν και μικρής διάρκειας, περιέχουν ανατροπές, κωμικοτραγικά φινάλε, χαρακτήρες με τους οποίους ταυτίζεσαι αν και δεν προλαβαίνεις καλά καλά να τους γνωρίσεις και, φυσικά, όλους τους νόμους της Άγριας Δύσης, για τους λάτρεις του είδους. Τα πολλά σπουδαία ονόματα στο καστ, η νοσταλγική μουσική, συχνά επιτηδευμένα ανακόλουθη με όσα συμβαίνουν στην οθόνη, και οι διάλογοι-φωτιά στους οποίους μας έχουν συνηθίσει οι Κοέν κάνουν ακόμα καλύτερα τα πράγματα.
Προφανώς όλες οι ιστορίες δεν είναι ισάξιες μεταξύ τους. Η πρώτη, η δεύτερη και η τελευταία είναι πιο ανάλαφρες, γρήγορες και κωμικές, οι υπόλοιπες πιο “βαριές” και συγκινητικές. Όλες περιστρέφονται γύρω από βασικά ανθρώπινα ερωτήματα και συναισθήματα, όλες σου αφήνουν μια όμορφη γλυκόπικρη γεύση στο τέλος, όπως και η ταινία στο σύνολο. Ενίοτε οι καταστάσεις που βλέπεις μοιάζουν να μη βγάζουν νόημα, αλλά μήπως στην πραγματική ζωή όλα βγάζουν;
Οι Κοέν εκμεταλλεύονται όλα τα πλεονεκτήματα του σπονδυλωτού χαρακτήρα της ταινίας στο έπακρο. Οι ιστορίες είναι πλήρως ασύνδετες μεταξύ τους επομένως οι εναλλαγές στο ρυθμό, τον κωμικό ή δραματικό χαρακτήρα του σεναρίου, ακόμα και στη μουσική, είναι ευπρόσδεκτες και δεν ξενίζουν το θεατή, όπως πιθανότατα θα συνέβαινε σε ταινία με ενιαία πλοκή. Ταυτόχρονα έχουν επιστρατεύσει πληθώρα εξαιρετικών ηθοποιών, οι οποίοι σε μια ενιαία ταινία θα “στριμώχνονταν” διεκδικώντας περισσότερο χρόνο στην οθόνη. Αντίθετα, εδώ ο καθένας συμμετέχει στην ιστορία του, όλοι είναι πρωταγωνιστές, όλοι διακρίνονται, κανείς δεν κυριαρχεί ούτε παραγκωνίζεται. Πρόκειται για μια μαεστρική διαχείριση από τους αδελφούς Κοέν, τόσο σκηνοθετικά όσο και από άποψης σεναρίου, ένα σεμινάριο δημιουργίας μιας σπονδυλωτής ταινίας.
Δικαίως υποψήφιο για Όσκαρ Διασκευασμένου Σεναρίου (και δύο ακόμη), το γουέστερν αυτό των πολυτάλαντων και πολυβραβευμένων αδελφών (Το Πέρασμα του Μίλερ, Καμία Πατρίδα για τους Μελλοθάνατους, Αληθινό Θράσος και πολλά άλλα) αποτελεί τη θεαματική επιστροφή τους στις επιτυχίες μετά από δύο μέτριες προσπάθειες την τελευταία οκταετία. Οι φαν του γουέστερν θα το λατρέψουν, καθώς ελάχιστες φορές έχουμε πια τη δυνατότητα να απολαύσουμε μια καινούρια ποιοτική ταινία του είδους. Σε κάθε περίπτωση όμως είναι μια ταινία που συνιστώ ανεπιφύλακτα, γεμάτη ποιότητα, συναίσθημα, ανατροπές, φανερά και κρυφά νοήματα.
Υ.Γ. Να σημειώσουμε πως σ΄αυτή η ταινία, όπως και στο Roma του Αλφόνσο Κουαρόν που προτάθηκε για 10 Όσκαρ, συμμετέχει το Netflix, είτε στην παραγωγή είτε στη διανομή. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η δημοφιλής πλατφόρμα κάνει ολοένα μεγαλύτερα βήματα στην κινηματογραφική αγορά και τείνει ν΄αλλάξει τον τρόπο με τον οποίο αντιμετωπίζουμε την έβδομη τέχνη.
Βαθμολογία: 8/10