Έχω αργήσει στο ραντεβού μου! Τι να φορέσω; Πρέπει να κάνω πολύ θετική εντύπωση! Να φορέσω το μαύρο παντελόνι μου; Αλλά τέτοια περίοδο, που πιάνουν οι ζέστες, θα είμαι εκτός εποχής! Μήπως να φορέσω τη βερμούδα μου; Αλλά είναι κάπρι, δεν είναι στη μόδα πλέον… γι’ αυτό κι εγώ θα φορέσω το τζιν σορτσάκι μου! Όμως, με τι θα το συνδυάσω από πάνω; Σκεφτόμουν να φορέσω το καρό μου πουκάμισο, αλλά δε θα ταιριάζει με το σορτς. Τώρα;
Πόσες φορές την εβδομάδα κάνεις αυτού του είδους τους συλλογισμούς; Καθημερινά; Περισσότερες από μία φορές την ημέρα; Κάθε ώρα και στιγμή της ημέρας; Έλα, ας μη γελιόμαστε, μέχρι κι εγώ τους κάνω πού και πού και υποτίθεται πως δεν ασχολούμαι και ιδιαίτερα με το ντύσιμό μου.
Πολλοί από εμάς πασχίζουν καθημερινώς και αδιαλείπτως να ντυθούν με τέτοιο τρόπο ώστε να σχολιαστούν θετικά από το μεγαλύτερο δυνατό αριθμό ατόμων που πρόκειται να συναναστραφούν. Τα χρώματα των ρούχων που θα διαλέξουμε πρέπει να συνδυάζονται απόλυτα μεταξύ τους (ποτέ καφέ με μαύρο, κι ας είναι και τα δύο βασικά χρώματα της γης!), ενώ σε καμία περίπτωση δε θα πρέπει τα ρούχα που φοράμε σήμερα να τα έχει ξαναδεί κάποιος φορεμένα πάνω μας σε χρονικό διάστημα μικρότερο της μίας εβδομάδας – για μερικούς το χρονικό αυτό διάστημα αυξάνεται ανάλογα με το βαθμό της εμμονής που τους χαρακτηρίζει. Επίσης, αναφορικά με τις πολύ ιδιάζουσες περιπτώσεις (πρώτη φορά χρησιμοποιώ αυτόν τον όρο ως συνώνυμο του όρου “μανιακός”), ένα γενικώς αποδεκτό ντύσιμο δεν αρκεί για να προβάλλεις τον εαυτό σου όπως οφείλεις, αλλά θα πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεγμένο και, συχνά, εκκεντρικό, ανάλογα, φυσικά, και με την εκάστοτε περίσταση.
Το θέμα είναι ότι ο κώδικας ενδυμασίας που επιλέγει να ακολουθήσει ένας άνθρωπος αντανακλά και άλλα πράγματα, πέραν της επιθυμίας του να φτύνει εγκάρδια τον καθρέφτη του κάθε φορά που κοιτάζεται σε αυτόν ή να τον φτύνουν οι άλλοι καθώς τον κοιτάζουν (τουλάχιστον ο πρώτος αλληλεπιδρά μόνο με το δικό του σάλιο). Σε μια κοινωνία της οποίας η πλειοψηφία αντιτίθεται στην κοινωνική διαστρωμάτωση και επιδιώκει ομοιογένεια, ο κώδικας ενδυμασίας ομαδοποιεί τους ανθρώπους σε κατηγορίες, εκ των οποίων οι πιο πετυχημένες και ξακουστές είναι οι “κυρίλες”, οι “κάγκουρες”, οι “reagge” και οι “hipster”. Δυστυχώς, η εποχή των “emo” και των “γκοθάδων” έχει τελειώσει εδώ και μερικά χρόνια, όσο κι αν αυτό πονά τους λίγους οπαδούς τους που, ίσως, έχουν ξεμείνει. Όλες οι παραπάνω ομάδες ανθρώπων, λοιπόν, διακρίνονται θεωρητικά με βάση την ιδεολογία τους, αλλά – κακά τα ψέματα – στην πράξη αυτό που τους διαχωρίζει είναι το ντύσιμό τους, κι αυτό είναι, συνήθως, και το κριτήριο με βάση το οποίο εντάσσεται κανείς σε κάποια από τις προαναφερθείσες ομάδες. Η μία ομάδα ασκεί κριτική στην άλλη, καθώς οι μεν μπορεί να θεωρούν τους εαυτούς τους “ανθρώπινα ντυμένους” και να κοιτάζουν αφ’ υψηλού τους δε οι οποίοι αποδέχονται ότι είναι “χύμα στο κύμα” και κατηγορούν τους πρώτους για συντηρητισμό και “δηθενισμό”. Πολύ κακό για το τίποτα…
Υπερβολικό; Η αλήθεια είναι ότι αυτό είναι ένα κομμάτι της πραγματικότητας που δεν αφορά όλους τους ανθρώπους. Ωστόσο, η κριτική που ασκείται από τον έναν για το ντύσιμο του άλλου, αλλά και η εμμονή μερικών με το ντύσιμό τους είναι ευρέως διαδεδομένη στις μέρες μας. Όλοι μας διακατεχόμαστε από στερεότυπα σχετικά με τον ενδυματολογικό κώδικα. Όχι; Ψεύδεσαι. Πώς θα σου φαινόταν αν ο δικηγόρος που θα σε υπερασπιστεί, εμφανιστεί στο δικαστήριο με τζιν και κοντομάνικη μπλούζα; Το πιο πιθανό είναι ότι θα προτιμούσες να πληρώσεις κατευθείαν το πρόστιμο ή ακόμη και να φυλακιστείς, παρά να μπεις στην ψυχοφθόρα διαδικασία να παρακολουθήσεις αργά και βασανιστικά την υπεράσπισή σου να βουλιάζει σαν τον Τιτανικό, εξαιτίας ενός νομικού που τόλμησε να σπάσει τις εθιμοτυπίες. Όλοι μας, λοιπόν, διακατεχόμαστε από αυτά τα στερεότυπα. Απλώς, μερικοί το έχουν σε μεγαλύτερο βαθμό, ενώ μερικοί άλλοι ζουν και αναπνέουν γι’ αυτό.
Σύμφωνα με τους τελευταίους, τα ρούχα μας είναι ο καλύτερος τρόπος να προβληθούμε. Είναι πεποίθησή τους ότι οφείλουμε να είμαστε συνέχεια όσο καλύτερα ντυμένοι μπορούμε, ώστε να “πουλάμε” τον εαυτό μας με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Κι αυτό το “καλύτερα”, όμως, τι σημαίνει; Για τον αδελφό μου το καλύτερο φρούτο που υπάρχει είναι η μπανάνα, αλλά εγώ δεν αντέχω ούτε να την μυρίσω. Μήπως, λοιπόν, είναι υποκειμενικά όλα αυτά; Εντάξει, ας μην τα εκμηδενίσουμε όλα, προφανώς και δεν είναι δυνατόν να εμφανιστούμε με τις πυτζάμες στη δουλειά μας, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι κρινόμαστε με βάση το αν το παντελόνι που θα φορέσουμε αρέσει στον εργοδότη μας ή όχι ούτε σημαίνει ότι μια εντυπωσιακά ντυμένη κομμώτρια είναι κοινωνικά ανώτερη ενός αδιάφορα ντυμένου επιστήμονα. Δυστυχώς ή ευτυχώς η καλλιέργεια ενός ανθρώπου δε γαριάζει.
Και η κατάσταση εμβαθύνει ακόμη περισσότερο. Ο ρουχισμός αποτελεί, πλέον, κριτήριο και για τις ανθρώπινες σχέσεις. Είναι αμέτρητες οι φορές που έχω ακούσει ως κριτήριο για την επιλογή ερωτικού συντρόφου την ενδυμασία. Δε λέει κανείς ότι θα πρέπει να αφεθείς στον έρωτα κάποιου που κυκλοφορεί με τη, φθαρμένη από το χρόνο, λινάτσα της γιαγιάς του τυλιγμένη γύρω από το σώμα του. Αλλά πειράζει που εγώ ερωτεύομαι το δείκτη νοημοσύνης, την καλλιέργεια, την προσωπικότητα και όχι τα ακριβοπληρωμένα ρούχα που υπακούν στις τελευταίες τάσεις της μόδας; Ποια μπορεί να είναι η σύνδεση ανάμεσα στην ποιότητα ανθρώπου που έχεις απέναντί σου και τα ρούχα που επιλέγει να φορέσει; Καμιά απολύτως, είναι η γνώμη μου. Γιατί, λοιπόν, θα πρέπει να κατακρίνεις τις ενδυματολογικές επιλογές του καθενός και να αποφασίζεις, με βάση αυτό, το πόσο στενή σχέση μπορείς να συνάψεις με αυτόν; Γιατί να δώσεις το “λαδί πασούμι”, προτού καν προλάβεις να μάθεις περί τίνος πρόκειται; Σε τελική ανάλυση, πόσες ήταν οι φορές που σε μικρή ηλικία εντυπωσιάστηκες από το περιτύλιγμα του δώρου που σου έφερε ο Άγιος Βασίλης για τα Χριστούγεννα, κι όταν το άνοιξες κατσούφιασες και δε μίλησες σε κανέναν για το υπόλοιπο του ρεβεγιόν; Κι αντίστροφα, βέβαια, το βαρετό οπτικά περιτύλιγμα έκρυβε πολύ συχνά κάποιο από τα αγαπημένα σου παιχνίδια.
Τι προσπαθώ να πω; Σε μια εποχή σαν τη σημερινή, που όλα μετρούνται σε χαρτονομίσματα, που η εικόνα προηγείται της εσωτερικής πραγματικότητας και που ο κύριος Μουτσινάς και η κυρία Ηλιάκη βγάζουν τα “προς το ζην” ασκώντας κριτική στο κατά πόσο είναι σωστά ντυμένοι οι Έλληνες διάσημοι και παίζοντας αναγραμματισμούς “στον αέρα”, θα ήταν καλό να κοιτάξουμε λίγο βαθύτερα από ό,τι μας παρακινούν τα δεδομένα. Ο ρουχισμός συνιστά βασικό στοιχείο της καθημερινότητας και, ναι, σε κάποιο βαθμό θα πρέπει να τηρούνται ορισμένοι κανόνες (κι εγώ όταν μπαίνω στο εργαστήριο φοράω την ποδιά πριν αρχίσω να δουλεύω, κι όχι μόνο για να προστατευτώ από τα διάφορα αντιδραστήρια και μικρόβια, αλλά και από σεβασμό στο χώρο). Ωστόσο, η έμμονη προσκόλληση στον ενδυματολογικό τομέα, μας κοστίζει χρήμα, χρόνο και μας οδηγεί σε άγνοια της ουσιαστικής πραγματικότητας. Η αγάπη για τα ρούχα δεν είναι κάτι κακό και, σίγουρα, δεν μπορεί να είναι κατακριτέο. Η τάση, όμως, της εκτίμησης των υπόλοιπων ανθρώπων με βάση την ενδυμασία και τα κακεντρεχή σχόλια ενάντια σε οτιδήποτε παρεκκλίνει από το γούστο μας συνεπάγεται ότι αδυνατούμε να κρίνουμε σωστά αυτόν που έχουμε απέναντί μας και μας καθιστά υλιστές και -ας μην κοροϊδεύουμε τον εαυτό μας- αντιπαθείς. Το ντύσιμο είναι προσωπική υπόθεση του καθενός, κι οι επιλογές δε γίνονται πάντα με βάση τους άγραφους κανόνες της μόδας, αλλά και με το πώς νιώθει κανείς καλύτερα με τον εαυτό του. Εφόσον θεωρείς ότι έχεις κάποια περισσότερη γνώση πάνω σε αυτόν τον τομέα, κάνε τις επιλογές σου, πρότεινε τη γνώμη σου, αλλά κράτα την εφαρμογή της για τον εαυτό σου θυμούμενος, πάντα, ότι το περιτύλιγμα είναι ανούσιο όταν στο εσωτερικό του υπάρχει ένα διαμάντι, ενώ και μια εντυπωσιακή σακούλα είναι εξίσου ανούσια όταν ο προορισμός της είναι ο πλησιέστερος στο σπίτι σου κάδος σκουπιδιών.
2 Comments
axtzo
Έχεις φοβερή γραφή φίλε και μιλάς πολύ συγκροτημένα. Πολύ ενδιαφέροντα τα άρθρα σου!
Keep rockin’..
Stelios Lefkopoulos
ευχαριστώ πολύ για τα θετικά σχόλια, είναι πολύ σημαντικό για μένα να βλέπω ότι έχουν απήχηση σε κάποιους τα άρθρα μου 🙂