Σήμερα, μου συνέβη το πιο παράξενο πράγμα στον κόσμο. Όπως κάθε άλλη φορά, έτσι και σήμερα, είχα πιάσει το σημείο μου στο πεζοδρόμιο, πλάι στον δρόμο. Και όλα φαίνονταν αντιγραφή της προηγούμενης ημέρας. Άνθρωποι περνούσαν βιαστικοί από μπροστά μου∙ άλλοι με σκουντούσαν, άλλοι με κοιτούσαν σαν να ήμουν μιασμένος και άλλοι δεν με έβλεπαν καθόλου. Και εγώ, κρατούσα τη χάρτινη πινακίδα μου μπροστά από το στήθος και περίμενα να περάσει κάποιος ελεήμων να μου δώσει κάτι από το υστέρημά του.
Τώρα, θα μου πεις… γιατί να σου δώσει; Στρώσου στη δουλειά. Το προσπάθησα. Αλήθεια! Μα, κανείς δεν παίρνει έναν τύπο σαν του λόγου μου στη δούλευσή του. Όχι, μόνο, γιατί οι δουλειές πλέον είναι μετρημένες στα δάκτυλα, αλλά και γιατί τους χαλάω την αισθητική. Η τελευταία μου προσπάθεια ήταν σε ένα μαγειρείο. Η πληρωμή μου ήταν συμφωνημένη. Ένα πιάτο φαί την ημέρα. Και πρόλαβα να φάω σχεδόν πέντε από δαύτα, μα μέχρι εκεί. Με διώξανε, γιατί παραπονιόντουσαν οι πελάτες λέει. Αμφισβητούσαν την υγιεινή του μαγαζιού, τάχα μου, βλέποντας έναν κουρελή σαν και εμένα να σερβίρει. Και να πω ότι φόραγα κουρέλια… μάλλον, κάτι έχει η φάτσα μου και με μαρτυράει. Δεν εξηγείται αλλιώς.
Τι έλεγα; Α, ναι! Ενώ, στεκόμουν στο σημείο μου, με πλησίασε ένας τύπος. Με περιεργάστηκε για λίγα λεπτά αμίλητος. Τον περιεργάστηκα και εγώ. Για την ακρίβεια έτοιμος ήμουν να του ρίξω κουτουλιά. Αφού, τέλος πάντων, βρήκε αυτό που έψαχνε πάνω μου -δεν κατάλαβα ποτέ τι ήταν-, μου έσκασε ένα πλατύ χαμόγελο. Θα μπορούσα να σας πω, πως αυτό ήταν το πιο παράξενο πράγμα που μου συνέβη, γιατί πραγματικά οι άνθρωποι δεν μου χαμογελούν. Αλλά όχι, δεν ήταν αυτό. Μου ζήτησε το χαρτόνι μου. Σαν να λέμε την ταυτότητά μου. Όταν του το εναπόθεσα στα χέρια, η σάρκα μου ακούμπησε τη δική του. Κάτι, σαν όρκος εμπιστοσύνης. Και ξέρετε τι έκανε; Το έσκισε. Το έκανε μικρά τετραγωνάκια και μετά πιο μικρά και ακόμα πιο μικρά, μέχρι που πλέον δεν κοβόταν περισσότερο και χωρούσε στη χούφτα του. Κόντεψα να πεθάνω. Μα, εκείνος, είχε ακόμα το πλατύ χαμόγελο κολλημένο στο πρόσωπό του. Δεν με λυπόταν; Μη γελάτε. Θα σας άρεσε να ερχόταν κάποιος και να σας στερούσε κάτι που αγαπάτε; Φυσικά και αγαπώ την πινακίδα μου. Μόνο αυτήν έχω και χάρη σε αυτήν τρώω. Αλλά σταθείτε, δεν τελείωσε εκεί. Έκαμε να πετάξει κάτω τα σκισμένα χαρτόνια και εκείνα… δεν ήταν σκισμένα. Αντιθέτως! Ήταν ενωμένα μεταξύ τους και με το τίναγμα εκσφενδονίστηκαν μέσα από το χαρτόνι χαρτονομίσματα. Χαρτονομίσματα σας λέω! Πού να το πιστέψω ο κακόμοιρoς. Τόσα μαζεμένα, δεν έχω ξαναδεί στη ζωή μου. Και ήταν δικά μου. Μου τα χάρισε. Ήταν όλα δικά μου.
Θα του φιλούσα το χέρι, αλλά δεν πρόλαβα. Μέχρι να σκύψω να τα μαζέψω, μη μου τα πάρουνε, είχε εξαφανιστεί. Δεν ξέρω αν ήταν μάγος και έκανε ταχυδακτυλουργικά ή ήταν απλά ένας ελεήμονας. Ξέρω όμως, πως αυτό το ψωμί το τρώω χάρη σε εκείνον. Ίσως τελικά να ήταν και τα δύο.
2 Comments
μαιρη
πολυ συγκινητική ιστορία. Λες να υπάρχουν τέτοιοι άνθρωποι;;;
Μαριλένα
Καλησπέρα Μαίρη. Αυτή η ιστορία, γράφτηκε με βάση ένα βίντεο που παρακολούθησα. Στη συγκεκριμένη βέβαια περίπτωση έγινε κάπως “ιδιοτελώς”, αλλά αυτό δε σημαίνει ότι δεν ήταν βοήθεια. Ποτέ δεν σταμάτησα ωστόσο, να πιστεύω ότι υπάρχουν άνθρωποι που την προσφέρουν απλόχερα χωρίς να περιμένουν αντάλλαγμα.