Έχει τύχει ποτέ να αισθανθείς ότι θέλεις να δεις μια ταινία με μπόλικο ρομάντζο; Επειδή εμένα έτυχε να μου συμβεί αυτό χθες αποφάσισα να δω το Everything, Everything που είχε κάνει ντόρο μερικούς μήνες πριν που βγήκε στους κινηματογράφους και επίσης καταλαβαίνεις ότι ανήκει στην κατηγορία των ρομαντικών ταινιών μόνο βλέποντας την αφίσα. Αν και ήταν μια όμορφη ταινία και αισθητικά και υποκριτικά δεν καταφέρνει να συγκινήσει τους θεατές.
Η Maddy (Amandla Stenberg) είναι 18 χρονών και έχει περάσει όλη της τη ζωή μέσα στο σπίτι. Γιατί; Το ανοσοποιητικό της σύστημα είναι υπερβολικά αδύναμο και οι πιο απλές αρρώστιες μπορεί να αποβούν μοιραίες για εκείνη. Αν και με την βοήθεια του διαδικτύου και των βιβλίων καταφέρνει να ζει σχετικά φυσιολογικά, η ζωή της αναταράζεται όταν γνωρίζει τον Olly (Nick Robinson), που μόλις μετακόμισε με την οικογένειά του στο απέναντι σπίτι.
Σκηνοθέτης της ταινίας είναι η Stella Meghie. Αν και δεν έχει την εμπειρία μεγάλης χολυγουντιανής επαγγελματίας, καθώς έχει μόνο μία ακόμα μεγάλη ταινία στο ενεργητικό της (Jean of the Joneses), κατάφερε να δημιουργήσει μια αξιοπρεπέστατη ταινία. Καταρχάς, είναι μια ταινία που χαίρεσαι να την βλέπεις, αφού είναι οπτικά πολύ όμορφη. Είναι πολύ φωτεινή, με ζωηρά χρώματα, εντυπωσιακά πλάνα από εξωτερικά μέρη, όπως τον ωκεανό, αλλά και καταπληκτική διακόσμηση μέσα στο σπίτι. Πέρα από τον διευθυντή φωτογραφίας, Igor Jadue-Lillo και την διακοσμήτρια, Shannon Murphy, αξιοσημείωτη είναι και οι εργασία των ανθρώπων στην επεξεργασία, όπου προστέθηκαν εικονογραφημένο βίντεο που επεξηγεί την αρρώστια της Maddy, πλαίσια με τα μηνύματα που αντάλλασσαν η Maddy και ο Olly και υπότιτλοι με τις σκέψεις των δύο πρωταγωνιστών ενώ συζητούσαν.
Περνώντας στο σενάριο θα πρέπει να σημειωθεί ότι η ταινία βασίζεται στο ομώνυμο βιβλίο της Nicola Yoon, το οποίο δεν έχω διαβάσει και για αυτό θα σχολιάσω αποκλειστικά το σενάριο, το οποίο έγραψε ο J. Mills Goodloe. Δυστυχώς, δεν αφήνει πολύ καλή εντύπωση. Διάφορα πράγματα φαίνονται επιτηδευμένα και μη ρεαλιστικά και συμβαίνουν μόνο και μόνο για να υπάρχει εξέλιξη. Για παράδειγμα, μόνο μια στιγμή ήταν αρκετή για να ερωτευτεί ο Olly την Maddy. Δεν λέω ότι αυτό είναι απίθανο να συμβεί, αλλά μια ματιά δεν μπορεί να κάνει έναν άνθρωπο τόσο τολμηρό όσο να κάνει την πρώτη κίνηση. Αλλά με αυτό τον τρόπο η δουλειά του σεναριογράφου έγινε ξαφνικά αρκετά ευκολότερη. Παράλληλα, αν και ανοίγονται σοβαρά κοινωνικά θέματα, όπως είναι η ενδοοικογενειακή βία, δεν εμβαθύνουν σε αυτά, αλλά απλά παρουσιάζονται ως εμπόδια στην σχέση του ζευγαριού.
Τέλος, προσωπικά δεν ένιωσα την έλξη και το πάθος μεταξύ του ζευγαριού. Φάνηκε σαν να μην έχουν κοινά ενδιαφέροντα και να τους ενώνουν μόνο τα διάφορα προβλήματα και βάσανα που αντιμετώπιζε ο καθένας στη ζωή του. Παρόλα αυτά, πρέπει να παραδεχτώ ότι οι ηθοποιοί έκαναν πολύ καλή δουλειά στο να μεταδώσουν το άγχος που έχει κάθε άνθρωπος όταν γνωρίζει και βρίσκεται μαζί με το άτομο που έχει ερωτευτεί. Οι σκηνές που μετά από δυσκολίες καταφέρνουν να βρεθούν στο ίδιο δωμάτιο είναι ανεκτίμητες, και κάθε άνθρωπος που έχει ερωτευτεί μπορεί να ταυτιστεί μαζί τους. Δεν ισχύει, όμως, το ίδιο και για τις σκηνές που σημαντικές αποφάσεις ή αποκαλύψεις αποτυπώνονται στην οθόνη. Απουσιάζουν οι εντάσεις, οι φωνές και οι τσακωμοί σε στιγμές που αυτές θα ήταν οι αναμενόμενες αντιδράσεις. Αλλά και εκεί που όντως βλέπουμε τσακωμούς ή κλάματα, η διάρκειά τους είναι τόσο μικρή που δεν επηρεάζουν τον θεατή.
Επομένως, το Everything, Everything είναι μια ταινία που θα πρότεινα στις νεαρές ηλικίες, κυρίως στους εφήβους, καθώς μπορούν να εκτιμήσουν τον νεανικό έρωτα και την αισθητική της ταινίας αγνοώντας ευκολότερα τα κενά του σεναρίου.