Κάποτε η Χριστίνα Παρασχά είπε:
Από την ασφάλεια τρύπιων αγκαλιών.
Από χειραψίες που σε στοιχειώνουν.
Από την ανάμνηση μιας κάλπικης ευτυχίας.
Να φεύγεις!
Αθόρυβα, σιωπηλά, χωρίς κραυγές, μακρόσυρτους αποχαιρετισμούς.
Να μην παίρνεις τίποτα μαζί, ούτε ενθύμια, ούτε ζακέτες για το δρόμο
Να τρέχεις μακριά από δήθεν καταφύγια κι ας έχει έξω και χαλάζι.
Να μάθεις να κοιτάς βαθιά στα μάτια όταν λες αντίο κι όχι κάτω ή το άπειρο.
Να εννοείς τις λέξεις σου, μην τις εξευτελίζεις, σε παρακαλώ.
Να μάθεις να κοιτάς την κλεψύδρα, να βλέπεις πως ο χρόνος σου τελείωσε.
Όχι αγκαλιές, γράμματα, αφιερώσεις, κάποτε θα ξανασυναντηθούμε αγάπη μου (όλα τα βράδια και τα τραγούδια δεν θα είναι ποτέ δικά σας).
Αποδέξου το.
Να αποχωρίζεσαι τραγούδια που αγάπησες, μέρη που περπάτησες.
Δεν έχεις τόση περιορισμένη φαντασία όσο νομίζεις.
Μπορείς να φτιάξεις ιστορίες ολοκαίνουριες, με ουρανό κι αλάτι.
Να θυμίζουν λίγο φθινόπωρο, πολύ καλοκαίρι κι εκείνη την απέραντη Άνοιξη.
Να φεύγεις από εκεί που δε σου δίνουν αυτά που χρειάζεσαι.
Από το δυσανάλογο, το μέτριο και το λίγο.
Να απαιτείς αυτό που δίνεις να το παίρνεις πίσω -δεν τους το χρωστάς.
Να μάθεις να σέβεσαι την αγάπη σου, το χρόνο σου και την καρδιά σου.
Μην πιστεύεις αυτά που λένε -η αγάπη δεν είναι ανεξάντλητη, τελειώνει.
Η καρδιά χαλάει, θα τη χτυπάς μια μέρα και δεν θα δουλεύει.
Να καταλάβεις πως οι δεύτερες ευκαιρίες είναι για τους δειλούς
– οι τρίτες για τους γελοίους.
Μην τρέμεις την αντιστοιχία λέξεων-εννοιών, να ονομάζεις σχέση τη σχέση, την κοροϊδία κοροϊδία.
Να μαλώνεις τον εαυτό σου καμιά φορά που κάθεται και κλαψουρίζει
– σαν μωρό κι εσύ κάθεσαι και του δίνεις γλειφιτζούρι μη και σου στεναχωρηθεί το βυζανιάρικο.
Να μάθεις να ψάχνεις για αγάπες που θυμίζουν Καζαμπλάνκα
– όχι συμβάσεις ορισμένου χρόνου
Και να μάθεις να φεύγεις από εκεί που ποτέ πραγματικά δεν υπήρξες.
Να φεύγεις κι ας μοιάζει να σου ξεριζώνουν το παιδί από τη μήτρα.
Να φεύγεις από όσα νόμισες γι’ αληθινά, μήπως φτάσεις κάποτε σ’ αυτά.
Τί σου θύμισαν όλα αυτά; Σου ήρθε στο νου εκείνος έτσι δεν είναι; Τόσες λέξεις σου άγγιξαν την ψυχή; Αναμνήσεις ανάκατες στριφογυρίζουν στο μυαλό σου σαν να συνέβησαν χθές. Έχει περάσει καιρός όμως…
Και φτάνεις στο σήμερα. Πολλά έχουν αλλάξει, μα πιο πολύ απ’ όλα εσύ…Θεε μου δε σε αναγνωρίζουν…αλλά ούτε κι εσύ. Χάθηκε η εμπιστοσύνη, οι στιγμές, οι ανόητοι τσακωμοί που κατέληγαν τόσο μα τόσο υπέροχα… Μα αλίμονο έμεινε η αγάπη. Έτσι πιστεύεις. Έστω και μονόπλευρα! Πώς γίνεται να ξεαγαπάνε; να βαριούνται; είναι η αγάπη βαρετή ή μήπως εμείς την κάναμε;
Αγαπημένε μου, αυτή τη στιγμή πολλά σου έρχονται στο μυαλό. Ερωτήματα χιλιάδες αποζητούν απάντηση. Σταμάτα να ψάχνεις επιτέλους. Δε βαρέθηκες; Τί στο διάλο ψάχνεις; Ότι είναι να γίνει θα γίνει. Αν σ αγαπά θα γυρίσει. ΟΧΙ ΟΧΙ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΟΧΙ. Αν σε αγαπούσε δε θα είχε φύγει, αν σ αγαπούσε θα ήταν εδώ. Δεν θα σε πλήγωνε μέρα με τη μέρα όλο και πιο πολύ. Θα σε έκανε να χαμογελάς όπως τότε. Θυμάσαι; καλύτερα ξέχνα το. Δεν θα ξαναγίνει. Καλύτερα και για τους δυο σας μα πιο πολύ για σένα!
Σταμάτα να τα δίνεις όλα σε όλους. Σου κάνει κακό. Δεν το καταλαβαίνεις;
Επιτέλους το καταλαβαίνεις. Επιτέλους ψυχή μου…
Πολλά βράδια δεν ήσουν καλά…πολλά από αυτά ήταν χειρότερα από αυτό του αποχαιρετισμού. Είσαι εδώ όμως. Τα κατάφερες. Όσο κι αν ήθελες δε το έβαλες κάτω. Δε σε άφησαν. Αναρωτιέσαι γιατί; Αυτοί αξίζουν να είναι στη ζωή σου. Αξίζουν ενα χαμόγελο και μια ζεστή αγκαλιά. Σε λάθος άνθρωπο δινόσουν τόσο καιρό. Νιώθεις ηλίθιος…τόσο μα τόσο χαζός…Μα η αλήθεια είναι πως θα τα ξανάκανες…
Θυμάσαι τα βράδια που πηγαίνατε βόλτα; Καθόσασταν αγκαλιά…δε λέγατε κάτι σημαντικό…ήσασταν μαζί όμως…ήταν αρκετό για να ηρεμήσετε από την κούραση της μέρας. Πώς χάθηκε όλο αυτό; Γιατί τα θυμάμαι πάλι; Δεν έμαθα; Δεν πληγώθηκα;
Ναί! Αντίο λοιπόν. Τέλος οι συμβιβασμοί.
4 Comments
Αλέξης Αμανατιδης
Δυνατό κείμενο με διαπεραστικές αλήθειες της οποίες όλοι μας θα έπρεπε να συλλογιστούμε όταν περνάνε η όταν αναβιώνουμε αγάπες παλιές και έρωτας που ξεθώριασαν στον χρόνο.
Ευαγγελία
Καταπληκτική γραφή!!!!Ακριβώς έτσι είναι!!!!Τέλος οι συμβιβασμοί!!!!
Ανώνυμος
Ποσες αληθειες σε λιγες γραμμες….
Μαρία
Πόσο όμορφα αποτύπωσες μία αλησμόνητη αλήθεια. Σε ευχαριστώ!