
Ο πρώτος άνθρωπος στη Σελήνη,1969
«Ένα μικρό βήμα για ένα άνθρωπο, ένα τεράστιο βήμα για την ανθρωπότητα.»
Έρχεσαι. Έρχεσαι συχνά γεύση πικρή, για να διακόψεις τόσο βίαια την στιγμή που απολαμβάνω τους καρπούς μου, τη στιγμή που χτίζω τα όνειρα μου, που αναπολώ, που αφαιρούμαι. Με κάνεις να νιώθω ενοχές που σκόρπισα τις σκέψεις μου ξανά εδώ και εκεί, που έστρεψα το βλέμμα μου αλλού, που λησμόνησα για λίγο τον πόνο που προκάλεσες.
Είσαι βάρβαρη και δεν μου αφήνεις περιθώρια ξεγνοιασιάς. Είσαι σκληρή και με πληγώνεις. Έχεις δύναμη που με κάνει να νιώθω ασήμαντη. Είσαι σκιά που ρίχνει πέπλο πάνω από κάθε φωτεινή μου σκέψη. Μια άμορφη μάζα που βρίσκει καταφύγιο στο δικό μου κορμί. Είσαι αδίστακτη, δε σταματάς λεπτό να με ρουφάς. Με αδειάζεις, με αηδιάζεις, μου στερείς την βούληση, με εξουσιάζεις.
Έμαθα να ανέχομαι, να σε δέχομαι, να με κατευθύνεις και να με απομακρύνεις. Να σβήνεις τα σημάδια, να μου στερείς τους στόχους. Με κάνεις να φοβάμαι, να νιώθω πως αν τρέξω, θα πέσω σε κενό.
Έρχεσαι. Έρχεσαι συχνά γεύση πικρή, για να διακόψεις τόσο βίαια την στιγμή που ερωτεύομαι, που χαίρομαι, που δημιουργώ, που αρχίζω τα δύσκολα να τα αψηφώ. Μου κόβεις κάθε ορμή, μου στερείς κάθε ελπίδα, κάθε προσμονή. Μου λες να πάψω να φλυαρώ και να ονειροπολώ. Να πάψω να βλέπω κάτι θετικό στον κόσμο αυτό.
Κι αν έμαθα να συγχωρώ, να ξεπερνώ τις εμμονές, να μην κρατώ αναμνήσεις θλιβερές; Να λειτουργώ ηθικά, να αφουγκράζομαι καθετί υπομονετικά; Ο κόσμος αυτός δεν εκτιμά, δεν αγκαλιάζει, δεν συμπονά. Δεν θαυμάζει, θέλει μονάχα να εξουσιάζει.
Οι εικόνες της φρίκης δε σταματούν, οι κραυγές δεν παύουν να αντηχούν. Γίνεσαι όλο και πιο αισθητή, πιο έντονη και πιο πικρή. Ώρες ατελείωτες μες στο μυαλό, κοινές σκέψεις με μοναδικό σκοπό να εξαντληθεί η λογική, να σκαρφιστεί κάθε πιθανή εκδοχή. Δεν έμεινε ένταση ούτε οργή, παρά μια αίσθηση εξουθενωτική, μια απάθεια τόσο πληκτική.
Και κάπου εδώ θα σταματήσω να προχωρώ, ένας χαμένος οδοιπόρος νιώθω και εγώ. Θα ανοίξω διάπλατα τα χέρια μέχρι να πιαστούμε όλοι μαζί για να ανακαλύψουμε κάθε γωνιά κρυφή. Μέχρι λοιπόν να φύγω, των ανθρώπων το κουβάρι στοχεύω να ξετυλίγω. Και αφού ανοίξει κάθε πλευρά, να κατευθυνθούμε μαζί προς οποιαδήποτε τροχιά. Να μη διστάσουμε να ταξιδέψουμε μακριά, να νιώθουμε τα βήματα μας σταθερά. Να μάθουμε να τολμούμε αλλά και να υποχωρούμε. Να μάθουμε να συνεργαζόμαστε, να συνυπάρχουμε, να υπάρχουμε. Να αντιμετωπίζουμε την κυνική πλευρά της ζωής, τις βρώμικες βλέψεις της ανθρώπινης ψυχής. Να μην δεχόμαστε να ζούμε ασφυκτικά, να βρούμε το σθένος να κοιτάξουμε ξανά, το πρόσωπο κάθε ταλαιπωρημένου περιηγητή, γιατί υπάρχει και η Σελήνη πέρα απ’ τη Γη.
2 Comments
Ανώνυμος
Πόση μαεστρία στο λόγο και πόση κοινωνική ευφυία από την αρθρογράφο με τις μπούκλες. Για άλλη μια φορά ισχυρή επίκληση στο συναίσθημα αλλά και στη λογική. Υπέροχο για ακόμα μια φορά!
Ανώνυμος
Αυτή είναι η πορεία της ζωής. Πονάω, κουράζομαι, πέφτω. Αλλά σηκώνομαι, πατάω γερά στα πόδια μου…Και εξελίσσομαι.