Tribute στα 80s λοιπόν με μια ταινία για μικρούς και μεγάλους σε σενάριο και παραγωγή του John Hughes (Home Alone-1990, Home Alone 2: New York-1992).
Η Κλέρ, ο Τζόνι, ο Μπράιαν, η Άλισον και ο Άντι είναι μαθητές λυκείου και θα γνωριστούν μεταξύ τους ένα Σάββατο, όταν θα βρεθούν στην βιβλιοθήκη του σχολείου για να εκτίσουν την τιμωρία τους για τα παραπτώματα που έχουν διαπράξει στα πλαίσια των κανονισμών. Ο διευθυντής έχει αναθέσει στον αθλητή Άντι, στην πριγκίπισσα του σχολείου Κλέρ, τον πανέξυπνο Μπράιαν, τον εγκληματία Τζόνι και στην άχρηστη Άλισον να γράψουν μια έκθεση με θέμα: Ποιος νομίζεις πως είσαι. Πέντε διαφορετικοί χαρακτήρες, με διαφορετικό “κοινωνικό status” στην μικρή, σχολική κοινωνία, θα διαπληκτιστούν μεταξύ τους, θα συμφωνήσουν, θα λογομαχήσουν, θα διασκεδάσουν, θα μιλήσουν για όλα όσα θέλουν να γίνουν, όσα δεν είναι, όσα οι άλλοι τους επιβάλλουν να γίνουν. Θα γνωρίσουν πραγματικά τους εαυτούς τους και θα δώσει ο καθένας τους τον δικό του ορισμό για την λέξη “ελευθερία”, ενώ όλοι μαζί θα απαντήσουν στο ερώτημα που τους τέθηκε εξ αρχής, σε μια συνάντηση που θα αλλάξει για πάντα την ζωή τους.
Είναι μια κλασική ταινία των 80s, με νόημα το οποίο θα είναι επίκαιρο όσα χρόνια και αν περάσουν. Βλέπεται ευχάριστα και παρόλο που το cast αποτελείται αποκλειστικά από ρόλους εφήβων, θα ευχαριστήσει εξίσου μεγάλες και μικρές ηλικίες. Φυσικά δεν θα μπορούσε να λείπει το χαρακτηριστικό στίγμα όσον αφορά τους ρόλους στις αμερικανικές παραγωγές του είδους, καθώς στο cast υπάρχει επιστάτης ονόματι Καρλ και αλήτης ονόματι Τζόνι. Εννοείται όμως πως αυτό αποτελεί απλή παρατήρηση καθώς η ταινία εκπληρώνει τον σκοπό της αρκετά ικανοποιητικά. Περνάει ιδέες σχετικά με την (σχολική και μη) κοινωνία και όσα αυτή επιβάλλει, την μοναδικότητα του ατόμου σαν προσωπικότητα αλλά και την διαφορετικότητα μεταξύ των ανθρώπων, ενώ δείχνει πως δεν χρειάζεται να είμαστε όλοι ίδιοι για να ταιριάζουμε, αλλά αντίθετα, μπορούμε να βρίσκουμε κοινούς δρόμους μέσα στις διαφορές μας. Όλη η ταινία διαδραματίζεται σε χώρους του σχολείου, χωρίς όμως να γίνεται βαρετή. Πιστεύω πως σε αυτό βοήθησε ιδιαίτερα το γεγονός πως όλα τα νοήματα δίνονται μέσα από απλό, καθημερινό διάλογο, με παραδείγματα από προσωπικά βιώματα του κάθε μαθητή, ίσως κάποιες φορές μέσα από ιστορίες. Επομένως οι χαρακτήρες είναι διαρκώς σε δράση, ενώ υπάρχουν και παύσεις όπου είναι απαραίτητο. Κάθε χαρακτήρας αντικατοπτρίζει και μια κατάσταση την οποία λίγο πολύ όλοι έχουμε βιώσει στη ζωή μας, ανεξαρτήτως ηλικίας.