Σε έντονους τόνους και με μεγάλη κάλυψη από τοπικά και παγκόσμια δίκτυα συνεχίζεται η δίκη του Anders Breivik Behring στην Νορβηγία, ο οποίος στις 22 Ιουλίου σκόρπισε τον τρόμο, όταν σκότωσε συνολικά 77 άτομα.
Σύμφωνα με νέα στοιχεία που βγαίνουν στο φως της δημοσιότητας, αρχικός στόχος του δράστη ήταν η δολοφονία του
πρωθυπουργού και άλλων κυβερνητικών στελεχών, στόχος που απέτυχε, όταν το κτίριο στο οποίο επιτέθηκε δεν κατέρρευσε. Ο ίδιος δήλωσε ότι για αυτό το λόγο θεώρησε την επίθεση αυτή ως αποτυχία.
Η προετοιμασία για τις επιθέσεις έγινε με την εξάσκηση μέσω video game όπως το “Modern Warfare 2”, προκειμένου να αποκτήσει καλύτερο στόχο και χειρισμό του όπλου. Επίσης, ο δράστης δήλωσε ότι για μια περίοδο έπαιζε το online παιχνίδι φαντασίας “World of Warcraft” έως και 16 ώρες την ημέρα.
Ο δράστης αρχικά αποφάσισε να πραγματοποιήσει μια επίθεση με όπλο σε διάσκεψη τοπικών δημοσιογράφων, και όταν συνάντησε δυσκολίες προτίμησε να επιτεθεί σε στρατόπεδο εργασίας της νεολαίας του εργατικού Κόμματος, στο νησί της Utoya. Ο ίδιος δήλωσε με περηφάνια ότι θεωρεί τον εαυτό του υπερεθνικιστής και στόχευε με την πράξη του να καταπολεμήσει την πολυπολιτισμικότητας και τον “εξισλαμισμό” της Νορβηγίας. Χαρακτηριστικός ήταν ο Ναζιστικός χαιρετισμός που απηύθυνε στο ακροατήριο του δικαστηρίου, που αποτελείτο από συγγενείς και φίλους των θυμάτων. Η χειρονομία αυτή αντιπροσωπεύει, σύμφωνα με τον ίδιο, “τη δύναμη, την τιμή και την πρόκληση απέναντι στους μαρξιστές τυράννους της Ευρώπης.”
Ο δράστης προσέθεσε ότι σχεδίαζε να σκοτώσει την πρώην πρωθυπουργού Gro Harlem Brundtland,να την αποκεφαλίσει με ένα μαχαίρι ή ξιφολόγχη και να βιντεοσκοπήσει την δολοφονία στο iPhone του ώστε να την ανεβάσει το βίντεο στο Διαδίκτυο. Αρχικός του στόχος ήταν επίσης να επιτεθεί κυρίως σε άτομα άνω των 18, ώστε να μην προκαλέσει την οργή της κοινής γνώμης. Σύμφωνα με τα στοιχεία της υποθέσεως, πολλά από τα θύματα φαίνεται να ήταν ανήλικα, όμως ο ίδιος δεν εξέφρασε μεταμέλεια.
Ο Breivik δήλωσε στο δικαστήριο την Τετάρτη ότι θα πρέπει είτε να του επιβληθεί η θανατική ποινή είτε να αθωωθεί, γελοιοποιώντας την ιδέα να σταλεί στη φυλακή ή σε ψυχιατρείο για τις ενέργειές του. Η Νορβηγία δεν έχει τη θανατική ποινή. Στη συνέχεια της δίκης ο ίδιος καυχήθηκε ότι πραγματοποίησε “την πιο εξελιγμένη και θεαματική πολιτική επίθεση στην Ευρώπη μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο» και ότι σχεδίαζε την επίθεση ως επίθεση αυτοκτονίας.
Εντύπωση προκάλεσε και η παράκληση του δράστη να προβληθεί τηλεοπτικά η απολογία του, θεωρώντας ότι αυτό αποτελεί ανθρώπινο δικαίωμα. Η έκκληση του δεν έγινε δεκτή, καθώς οι δικαστές θεώρησαν ότι θα ήταν βλαβερό να χρησιμοποιηθεί η δίκη ως ένα μέσο διάδοσης των πολιτικών ιδεών του δράστη και θα αποσπούσε από το νομικό σκέλος του εγκλήματος.