21ος αιώνας. Εξέλιξη, άγχος, δουλειά, άγχος, οικονομική κρίση, άγχος, κοινωνική κρίση, άγχος, σχέσεις, άγχος. Μια εποχή που σε οδηγεί αναπόφευκτα στο να αναπολήσεις εκείνη την τόσο μακρινή στο νου και στο χρόνο εποχή που έπαιζες με τα υπόλοιπα παιδιά της γειτονιάς στους δρόμους. Εκείνη την εποχή που προσπαθούσες να μάθεις ποδήλατο. Το ήθελες τόσο πολύ. Δεν ήξερες γιατί. Αδυνατούσες να καταλάβεις ότι αυτό που επιθυμούσες ήταν να αισθανθείς το σώμα σου να αιωρείται μερικά εκατοστά πάνω από το έδαφος, να αντιταχθείς στο νόμο της βαρύτητας, να νιώσεις ότι μπορείς να σπάσεις τους φυσικούς περιορισμούς και να ανεβάσεις τα επίπεδα της αδρεναλίνης στο αίμα σου. Πολύ προηγμένος τρόπος σκέψης αυτός για ένα μικρό παιδί, βέβαια, κι ακριβώς εκείνη η αφέλεια ήταν που σε έκανε να γνωρίζεις πόσο πολύ το ήθελες –το γνώριζες ίσως καλύτερα από ό,τι γνωρίζεις σήμερα τι θέλεις και τι όχι. Από την άλλη, όμως, κυριαρχούσε ο φόβος. Ο φόβος για μια πιθανή πτώση από το ποδήλατο που θα οδηγούσε σε τραυματισμό, πόνο, δάκρυα και πληγή που θα απαιτούσε κάποιο χρονικό διάστημα προτού επουλωθεί.
Θυμάμαι την πρώτη φορά που θέλησα να μάθω ποδήλατο. Οι φίλοι μου και ο μικρότερος αδελφός μου είχαν ήδη μάθει, αλλά εγώ δίσταζα μέχρι τότε. Δεν έχω καταλάβει ακόμη τι έφταιγε. Ίσως ο φόβος μου ότι θα πέσω ξεπερνούσε την επιθυμία μου να νιώσω ελεύθερος. Από τότε φαινόταν τι είδους άνθρωπος θα γίνω. Αυτός ο φόβος, που είναι καθαρά δημιούργημα του ανθρώπινου νου, στεκόταν εμπόδιο στη θέλησή μου να ξεχάσω για μερικά λεπτά τι πάει να πει “πατάω στο έδαφος”. Γιατί το ήθελα, το χρειαζόμουν. Κάποια στιγμή, λοιπόν, το πήρα απόφαση. Πόσο ψέμα… Δεν το είχα πάρει απόφαση, δεν είχα υπερνικήσει το φόβο μου, απλώς δέχτηκα την πρόταση της μαμάς μου να με βοηθήσει. Ανέβηκα, λοιπόν, στο ποδήλατο, έβαλα τα πόδια μου στα πηδάλια και βάσταξα με τρεμάμενα χέρια το τιμόνι, ελπίζοντας ότι η μαμά θα συνεχίσει να κρατά σταθερό το ποδήλατο όσο βρισκόμουν πάνω σε αυτό. Απομακρύνθηκα μερικά μέτρα από την αρχική μου θέση. Αυτό θα μπορούσε να είναι η αρχή. Θα μπορούσα κατά τη διάρκεια αυτής της προσπάθειας να πάρω μια γεύση της χαράς και της ελευθερίας και να εξαλείψω μερικώς τους φόβους μου. Όχι, όμως. Για κάθε ένα μέτρο που μετατοπιζόμουν οι φόβοι μου αποκτούσαν σάρκα και οστά. Δε σκέφτηκα ούτε στιγμή ότι διασκέδαζα. Άκουγα αδιάκοπα μια φωνή μέσα μου να μουρμουρίζει με αυξανόμενη ένταση “Θα πέσεις, θα χτυπήσεις, θα πονέσεις”. Το αποτέλεσμα; Μόλις η μαμά μου θεώρησε ότι ήταν η κατάλληλη στιγμή προσπάθησε να με αφήσει σιγά-σιγά ώστε να μην το αντιληφθώ και να συνεχίσω μόνος μου. Εγώ, όμως, το είχα αντιληφθεί πριν ακόμη το κάνει –τόσο πολύ φοβόμουν που είχα το μυαλό μου προσκολλημένο στα χέρια της πάνω μου. Και, φυσικά, έπεσα. Εκείνη η πτώση έγινε η αιτία για να αργήσω πολύ πριν ακόμη δοκιμάσω ξανά και, τελικά, τα καταφέρω.
Εκείνη την ημέρα, εκείνη τη στιγμή που η μαμά με άφησε να συνεχίσω μόνος μου κατάλαβα κάτι πολύ σημαντικό: μπορεί να είχα τη βοήθειά της στην αρχή, αλλά στο τέλος έπρεπε να το συνεχίσω μόνος μου. Η υπέρβαση του φοβισμένου μου εαυτού θα γινόταν τότε, όταν με μια μικρή βοήθεια κατάφερνα να ισορροπήσω, να κρατήσω σταθερά το τιμόνι και να συνεχίσω να κάνω ποδήλατο μόνος. Βέβαια, τότε, αδυνατούσα να κατανοήσω το βαθύτερο νόημα αυτής της σκέψης. Εξάλλου, θεωρούσα πως, μόλις καταφέρω να ισορροπήσω πάνω στο ποδήλατο μόνος, θα τελείωναν όλα. Δεν είχα ιδέα για το πόσα ποδήλατα θα έπρεπε να μάθω να κουμαντάρω στην υπόλοιπη ζωή μου ούτε για το ότι, επειδή ήμουν έτσι σαν άνθρωπος, θα φοβόμουν κάθε φορά περισσότερο, ίσως, κι από την προηγούμενη, έχοντας γευτεί την αίσθηση του πόνου κατά την πτώση.
Γνωρίζω, όμως, ότι δεν είμαι ο μόνος που αντιμετώπιζε έτσι την κατάσταση. Είμαι σίγουρος πως, αν και πολλοί από εσάς δε δυσκολεύτηκαν καθόλου, υπάρχουν και ορισμένοι -ίσως λιγότεροι- που φοβήθηκαν όσο και εγώ και που φοβούνται ακόμη και σήμερα όπως εγώ. Αυτός ο τόσο έντονος φόβος, που από μια θεωρητική σκέψη μετατρέπεται σε μια συμπαγή έννοια με υπόσταση, εξακολουθεί για πολλούς από εμάς να συνιστά ανασταλτικό παράγοντα στο να αφεθούμε σε μια κατάσταση που επιθυμούμε διακαώς, αλλά κατανοούμε τους κινδύνους που ενέχει.
Και κάπως έτσι, εμείς, τα τόσο πρακτικά και περιορισμένα μυαλά, καταλήγουμε στις πιθανές λύσεις. Η πρώτη είναι να μην ανέβουμε ποτέ στο ποδήλατο. Πόση ανακούφιση, Θεέ μου! Απέχουμε εξ ολοκλήρου από μια κατάσταση που επιθυμούμε εκμηδενίζοντας όλους τους κινδύνους. Δε διστάζουμε, δε φοβόμαστε, δεν πέφτουμε, δεν πληγωνόμαστε. Δεν είναι κακό. Προστατεύουμε τον εαυτό μας κλείνοντάς τον σε μια γυάλα και αφήνουμε τους πάντες και τα πάντα έξω από αυτήν. Δεν μπορούν να μας βλάψουν ακριβώς επειδή βρίσκονται έξω από τη γυάλα και εμείς, για κανένα λόγο δεν έχουμε την πρόθεση να αφήσουμε την απόστασή μας από τον έξω κόσμο να μειωθεί. Ο όρος “γυάλα”, βέβαια, ίσως είναι λιγάκι υποτιμητικός για κάποιους από εμάς που, κατά τ’ άλλα, αισθανόμαστε δυνατοί, οπότε μπορούμε να το δούμε και αλλιώς. Βρισκόμαστε μέσα στο μεγαλοπρεπές κάστρο μας και έχουμε υψώσει ένα τεράστιο τείχος για να προστατευτούμε από τους πιθανούς εισβολείς. Όχι όλους. Δεν έχουν όλοι την ικανότητα να μας πολεμήσουν και να μας νικήσουν ώστε να εισβάλλουν, τελικά, στο κάστρο μας. Είναι λίγοι εκείνοι που φοβόμαστε να αντιμετωπίσουμε και για εκείνους χτίζουμε το πανύψηλο τείχος.
Μήπως, όμως, κάπου χωλαίνει όλο αυτό; Μήπως κάποια στιγμή μέσα στη γυάλα μειώνεται αισθητά το οξυγόνο και αδυνατούμε να αναπνεύσουμε, άρα και να ζήσουμε; Μήπως κάποια στιγμή αντιλαμβανόμαστε ότι, όσο ψηλό και να είναι το τείχος που έχουμε χτίσει, μέσα στο κάστρο δεν έχουμε οργανώσει καθόλου την άμυνά μας και, άρα, όποιος κατορθώσει να περάσει από το πρώτο εμπόδιο έχει τη δυνατότητα να τα κάνει όλα άνω κάτω; Μήπως, τελικά, ο άνθρωπος διαφοροποιείται ακριβώς σε αυτό το σημείο από το υπόλοιπο ζωικό βασίλειο: στο ότι η ζωή του δεν πρέπει να περιορίζεται στους απολύτως βασικούς κανόνες επιβίωσης και, άρα, δεν αρκεί μονάχα το οξυγόνο, η τροφή και το νερό για να νιώσει ότι ζει;
“Sanest choice in this insane world, beware the beast, but enjoy the feast he offers”, είναι ένας από τους αγαπημένους μου στίχους της αγαπημένης μου μπάντας. Ναι, ξέρω. Δεν είναι δυνατόν να αφεθείς στο τέρας. Τι σημαίνει τέρας, όμως; Είναι συνυφασμένο στο μυαλό μας με κάτι κακό και επικίνδυνο. Εγώ, βέβαια, άκουσα ότι το τέρας ήταν ένας πρίγκηπας που αγαπούσε την πεντάμορφη και μόνο κακό δεν ήθελε να της κάνει -έτσι λέει το παραμύθι δηλαδή. Άρα, ίσως οι Nightwish να μην εννοούν απαραίτητα κάτι κακό με τον όρο “τέρας” στο τραγούδι τους “Beauty of the Beast”. Ίσως, απλώς, να μιλάνε για κάτι “ογκώδες” και μη συνηθισμένο. Για κάτι στο οποίο εμείς οι ίδιοι δίνουμε αυξημένη έκταση στο νου και στην καρδιά μας και αυτό ακριβώς είναι που μας τρομάζει. Εμάς, που αφήνουμε σε τόσο λίγους ανθρώπους χώρο για να μας πλησιάσουν, που εντυπωσιαζόμαστε τόσο δύσκολα από κάποιον, ώστε, όταν τελικά συναντήσουμε αυτόν ή αυτήν που “σπάει” τους κανόνες μας, αισθανόμαστε αφοπλισμένοι, ψάχνουμε το σπαθί και την ασπίδα μας και δεν τα βρίσκουμε. Κι ακόμη κι όταν τα βρούμε διστάζουμε να αμυνθούμε. Εμάς, που έχουμε ανέβει σε τόσα ποδήλατα και μόλις δούμε ένα ψηλότερο φοβόμαστε ακόμη και να το πλησιάσουμε.
Το οποίο μας οδηγεί στη δεύτερη πιθανή λύση. Τι θα έλεγες αν έβγαινες για λίγο έξω από τη γυάλα; Θα είσαι, τότε, εκτεθειμένος στον οποιονδήποτε, σίγουρα, αλλά και μέσα στη γυάλα θα πεθάνεις από ασφυξία. Τι θα έλεγες αν γκρέμιζες το τείχος σου και έχτιζες ένα πιο κοντό; Όχι; Αν άνοιγες, ίσως, μια πόρτα στο τείχος; Όχι, κερκόπορτα, όμως, κανονική πόρτα, που να μπορούν να τη δουν αυτοί που, κατά βάθος, θα ήθελες να τη δουν. Μήπως τότε θα ένιωθες λιγότερο μόνος εκεί ψηλά, στο τείχος, στην κορυφή σου, όπως μπορεί να την αντιλαμβάνεσαι; Τι θα έλεγες αν ανέβαινες στο ψηλό ποδήλατο; Ναι, είσαι απόλυτα ικανός να καβαλήσεις τα κοντύτερα, κανείς δε σε αμφισβητεί σε αυτό και μπράβο σου! Αλλά όλα εκείνα τα ποδήλατα είναι ίδια για εσένα, δε διαφοροποιείς κανένα, ενώ έτσι δεν αφήνεις και τον εαυτό σου να εξελιχθεί. Και είμαι σίγουρος πως εσύ που, όπως κι εγώ, φοβάσαι τόσο τα ποδήλατα, είναι επειδή θέλεις να προστατέψεις τον εαυτό σου ώστε να μην αλλοιωθεί κατά την ενασχόλησή σου με άλλους τομείς της ζωής σου και, άρα, σε χαρακτηρίζει η επιθυμία για εξέλιξη και η πληθώρα ικανοτήτων.
Τι θα γίνει τότε; Δεν είναι ότι θα λυθούν όλα δια μαγείας. Δεν είναι ότι μόλις ξεπεράσεις τους φόβους σου θα σταματήσεις να πέφτεις και να χτυπάς. Όχι, το αντίθετο θα έλεγα. Θα πέσεις, θα χτυπήσεις, θα πληγωθείς, θα πονέσεις. Μία, δύο, τρεις, τέσσερις…μέχρι να σταματήσεις να πονάς, μου είπε κάποιος. Εγώ, βέβαια, διαφωνώ. Ποτέ δε θα σταματήσεις να πονάς. Δεν είναι εκεί που παίρνεις το κολάι. Το κολάι το παίρνεις στο να μάθεις να περιποιείσαι καλύτερα τις πληγές σου. Στο να μάθεις πως όταν πέσεις από το ποδήλατο δεν έχει νόημα να παραμείνεις στο έδαφος κουλουριασμένος και φοβισμένος, αναλογιζόμενος το πόσο πόνεσες και το πόσο περισσότερο θα μπορούσες να έχεις πονέσει, άρα δεν πρέπει να ξανανέβεις σε αυτό. Έπεσες; Σήκω! Τι πιο φυσιολογικό, τι πιο ανθρώπινο; Έκανες στραβοτιμονιά και έχασες τον έλεγχο ή βρέθηκε κάποιος ξαφνικά μπροστά σου και σε έριξε; Ναι, είναι κρίμα, περνούσες τόσο ωραία πάνω στο ποδήλατο, ένιωθες τόσο ελεύθερος. Αλλά έγινε. Ειλικρινά, τώρα, θα μπορούσες να θυσιάσεις αυτήν την ευεξία και απόλυτη απελευθέρωση για μια στιγμή πόνου;
Πολλή σκέψη βρε παιδί μου… Ας περάσουμε, λοιπόν, στο δια ταύτα. Είναι απολύτως κατανοητό μετά την πρώτη επώδυνη πτώση να αποφεύγεις τις βόλτες με το ποδήλατο τις ηλιόλουστες μέρες. Για να ακριβολογώ, δηλαδή, εγώ και μερικοί ακόμη το καταλαβαίνουμε, μια και μερικοί άλλοι δεν πέρασαν ποτέ από τέτοιου είδους διλήμματα και τους ζηλεύω πάρα πολύ. Ωστόσο, έχε πάντα κατά νου ότι όταν βρίσκεσαι στη μέση του ωκεανού -διότι η ζωή είναι ένας ωκεανός στον οποίο καλείσαι να κολυμπήσεις όσο καλύτερα μπορείς- αν αρχίσεις να βουλιάζεις από το βάρος των φόβων σου, θα πρέπει να πιάσεις πάτο ώστε να δώσεις ώθηση με τα πόδια σου και να ξαναφτάσεις στην επιφάνεια, στο οξυγόνο. Κοινώς, οφείλεις να αφεθείς στις “επικίνδυνες” για την ψυχική σου ακεραιότητα καταστάσεις, αφενός γιατί το χρωστάς στον εαυτό σου να χαίρεσαι, να απελευθερώνεσαι και να ξεφεύγεις από το καθημερινό, το μονότονο, το ανάλατο φαγητό και αφετέρου γιατί μόνον έτσι θα μάθεις, αφού πέσεις, να σηκώνεσαι. Κάθε φορά θα πονάς και, επίσης, το ότι έχεις μάθει να πέφτεις δε σημαίνει ότι οι επόμενες επικείμενες πτώσεις θα είναι πιο επιδέξιες. Θα είσαι, όμως, σε θέση να σηκωθείς πατώντας γερά στα πόδια σου και να φροντίσεις ώστε οι πληγές που άνοιξαν να κλείσουν όσο γίνεται πιο γρήγορα. Μην αισθάνεσαι ενοχές για αυτήν σου την πτώση, δε σε καθιστούν αδύναμο, σε καθιστούν άνθρωπο. Η δύναμη έγκειται αλλού…Έπεσες; Σήκω!
Για όλους εσάς εκεί έξω που η δύναμη του μυαλού σας και η ένταση των συναισθημάτων και των φόβων σας δε σας αφήνουν να ζήσετε. Γιατί ποτέ δεν έπαψα να φοβάμαι…