Η αυτοπεποίθηση φανερώνει ότι μπορείς να λειτουργήσεις σεξουαλικά, ότι ο/η σύντροφος σε βρίσκει ελκυστικό και ότι έχει καλή διάθεση προς εσένα. Αν ένας από τους δύο σταθερά υποβιβάζει ή απειλεί τον άλλον, τότε αυτή η αυτοπεποίθηση υπονομεύεται.
Οποιοσδήποτε τύπος άγχους κατά τη διάρκεια της επαφής μπορεί να οδηγήσει σε αναστολή της σεξουαλικής λειτουργίας. Το συχνότερο είναι το άγχος επίδοσης όταν το άτομο φοβάται πως δεν θα λειτουργήσει σεξουαλικά (λ.χ. ο άνδρας που φοβάται ότι δεν θα πετύχει ή θα χάσει τη στύση του). Αυτός ο φόβος όμως αναστέλλει τη δυνατότητα διέγερσης και η δυσκολία διέγερσης στη συνέχεια αυξάνει ακόμα περισσότερο το άγχος επίδοσης.
Για να μπορεί ένα άτομο να διεγερθεί σεξουαλικά και να έχει ικανοποιητική σεξουαλική λειτουργία είναι σημαντικό να νιώθει αυτοπεποίθηση, να μην έχει άγχος, να έχει νοητικά ή σωματικά ερεθίσματα και να μπορεί να συγκεντρώνει την προσοχή του σε σκέψεις ή πράξεις που δημιουργούν σεξουαλική διέγερση.
Ας μην ξεχνάμε, επίσης, την ανάγκη για μεγαλύτερο σωματικό ερεθισμό με την πάροδο της ηλικίας.
Αν αισθάνεται ότι αποσπάται η προσοχή του από σκέψεις για πιθανή δυσλειτουργία ή χαμηλή αυτοπεποίθηση ή σκέψεις που αφορούν το πώς αντιδρά ο/η σύντροφος, είναι πιθανό να μη διεγείρεται από τα σεξουαλικά ερεθίσματα.
Πολλά ζευγάρια βιώνουν τη σεξουαλική δυσαρέσκεια που απορρέει από το ότι ο ένας εκ των δύο έχει διάθεση για σεξ περισσότερο ή λιγότερο συχνά από τον άλλο.
Συνήθως, το άτομο με τη λιγότερη επιθυμία θεωρείται ως εκείνο «που έχει το πρόβλημα» και το οποίο πρέπει να βρει λύση. Μολονότι ορισμένοι ατομικοί παράγοντες μπορεί να συμβάλλουν στη μείωση της επιθυμίας (λ.χ. κατάθλιψη, ορμονικές διαταραχές, κόπωση), για πολλά ζευγάρια είναι η δυναμική της σχέσης που συμβάλλει στο να μη συμβαδίζουν σεξουαλικά τα δύο άτομα μεταξύ τους.
Η διαφορά στα επίπεδα σεξουαλικής επιθυμίας δεν έχει μια συγκεκριμένη λύση. Τα ζευγάρια που ξεκινούν θεραπεία έχουν τη δυνατότητα να απεμπλακούν από τον παραπάνω φαύλο κύκλο, να εξετάσουν τις ανάγκες και προσδοκίες του καθενός και με αγάπη και να βρουν συγκεκριμένους τρόπους διαχείρισης της διαφορετικότητάς τους.
Υπάρχουν πολλά ζευγάρια που ζουν μαζί, με διαφορές στο ταμπεραμέντο, το εισόδημα, την ηλικία κ.λπ., που όμως κατορθώνουν να ζουν ευτυχισμένα. Οι διαφορές στη σεξουαλική μας ζωή είναι αναπόφευκτες. Το να μάθουμε να τις διαχειριζόμαστε είναι μια δύσκολη αλλα όχι ακατόρθωτη διαδικασία, στην οποία αν αντεπεξέλθουμε, θα έχουμε κερδίσει τη βασική προϋπόθεση για μια μακροχρόνια ποιοτική σεξουαλική ζωή.
Λιγότερο άγχος – περισσότερο σεξ!