Κάθε άνθρωπος είναι πλούσιος ή φτωχός, ανάλογα με το βαθμό κατά τον οποίο μπορεί να ικανοποιήσει τις ανάγκες του, τις ανέσεις του και τις απολαύσεις της ανθρώπινης ζωής. [..] Η πραγματική τιμή κάθε αντικειμένου, δηλαδή αυτό που στοιχίζει πραγματικά σε εκείνον που επιθυμεί να το προμηθευτεί, είναι ο κόπος και η όχληση που πρέπει να καταβληθούν ώστε να το πετύχει. [..] Η ανταλλακτική αξία του κάθε αντικειμένου πρέπει πάντα να ανταποκρίνεται ακριβώς στην έκταση της δυνάμεως που προσπορίζει το αντικείμενο αυτό στον κάτοχο του. Όμως, αν και η εργασία είναι το αληθινό μέτρο της ανταλλακτικής αξίας όλων των εμπορευμάτων, δεν είναι παρόλα αυτά εκείνη που μετρά κατά κανόνα την αξία τους. [Adam Smith, Έρευνα για τη φύση και τα αίτια του πλούτου των εθνών.]
Ο ανθρώπινος νους γρήγορα αντιλήφθηκε πριν από αρκετούς αιώνες ότι ο αντιπραγματισμός, η ανταλλακτική οικονομία δεν οδηγούσε στην επίλυση και στη διευθέτηση οικονομικών ζητημάτων αλλά στη δημιουργία άλλων ποικίλλων προβλημάτων. Γεννήθηκε έτσι η ιδέα της οικονομίας βασισμένης, στον ακρογωνιαίο λίθο της πρότασης περί της μεταβίβασης της αγοραστικής δύναμης του καταναλωτή στην αξίας ενός νομίσματος. Ένα κομμάτι μέταλλο, ένα μέτρο αξίας, τη τιμή και τη σπουδαιότητα του οποίου θα ήταν σε θέση όλα τα μέλη της κοινωνίας να αναγνωρίσουν, να σεβαστούν και να αποδεχθούν. Και κανένα άλλο στοιχείο δεν είναι τόσο άριστα συνυφασμένο με την εξέλιξη της οικονομικής σκέψης του ανθρώπου και κατά προέκταση με την ιστορία ολόκληρης της ανθρωπότητας, όσο ένα μέταλλο, ο χρυσός.
Από τις πυραμίδες στις Μεγάλες Ανακαλύψεις
Αρχαία Αίγυπτος

Ανταλλακτική Αξία: H θεωρητική αξία ανταλλαγής ενός προϊόντος ή μιας υπηρεσίας με άλλα. Ο χρυσός όπως και τα διαμάντια, έχει ελάχιστη πρακτική χρησιμότητα, όμως η χρηστική αξία του από καταβολής οργανωμένων κοινωνιών είναι ιδιαίτερη υψηλή. Επάνω: Νεκρικό προσωπείο του γνωστού Αιγύπτιου Φαραώ Τουταγχαμόν. Ζυγίζει 10.23 κιλά και είναι κατασκευασμένο από χρυσό 22.5 καρατίων. Περιλαμβάνει επίσης οψιδιανό, σάρδιο λίθο, αστρίους κρυστάλλους, τουρκουάζ και λίθο του αμαζόνειου.
Οι αρχαίοι Αιγύπτιοι όπως και οι περισσότεροι λαοί των αρχαίων πολιτισμών θεωρούσαν το χρυσό ως σύμβολο κύρους,επιβολής και δύναμης, πρώτου να είναι σε θέση να διανοηθούν και ύστερα ενστερνιστούν την ιδέα περί της ανταλλακτικής του αξίας.
Βασικό μέλημα της οικονομικής ζωής των Αρχαίων Αιγυπτίων ήταν η οργάνωση της σιτοπαραγωγής, γιαυτό και τα οικονομικά προβλήματα συνίστατο στην βελτιστοποίηση της παραγωγής ώστε να αποτραπεί ο λιμός. Γιαυτό το λόγο επίκεντρο των οικονομικών δραστηριοτήτων των Αρχαίων Αιγυπτίων, όπως και πλείστων άλλων πτυχών της καθημερινότητάς τους υπήρξε ο ποταμός Νείλος. Οι ίδιοι για την καλύτερη οργάνωση της παραγωγής είχαν συλλάβει διάφορους ευρηματικούς τρόπους για τη καταμέτρηση της έκτασης των καλλιεργήσιμων εκτάσεων, της απόδοσης τους (συγκομιδή ανά γυναίκα) και της φορολογίας που έπρεπε να επιβληθεί. Η υποστήριξη της παραγωγικής προσπάθειας γινόταν μέσω κρατικής αρωγής, δηλαδή κατασκευής έργων υποδομών αρδευτικού κυρίως χαρακτήρα και δανείων με τόκο στους ανεξάρτητους παραγωγούς.
”Τα σημαντικότερα μειονεκτήματα της οικονομικής κοινωνίας στην οποία ζούμε είναι η αδυναμία της να προσφέρει πλήρη απασχόληση, και ο αυθαίρετος και άδικος τρόπος με τον οποίο κατανέμονται ο πλούτος και τα εισοδήματα.”[Τζον Μέυναρντ Κέυνς, 1883-1946]
Χιλιάδες χρόνια χωρίζουν την οικονομική διάνοια του Τζον Μέυναρντ Κέυνς, από τους Αρχαίους Αιγυπτίους, ωστόσο ο πρώτος αναφέρεται σε ένα από τα κυριότερα προβλήματα της οικονομίας, ένα ζήτημα που από τότε απασχόλησε την ανθρώπινη σκέψη και οι Αρχαίοι Αιγύπτιοι είχαν συνειδητοποιήσει. Οι άρχοντες της Αρχαίας Αιγύπτου επωμιζόμενοι τη διαχείριση μιας δουλοκτητικής κοινωνίας, γνώριζαν πόσο σημαντική για τη πολιτική και κοινωνική σταθερότητα είναι αυτό που σήμερα ονομάζουμε άριστη κατανομή των πόρων. Πράγματι σε αυτό το μέρος του πλανήτη, τη δεδομένη χρονική στιγμή αναπτύχθηκε το πρώτο εξελιγμένο σύστημα κρατικής οργάνωσης, ως απόρροια του φόβου των ηγεμόνων για κάποια πιθανή εξέγερση. Ποια ήταν όμως η θέση του χρυσού σε αυτό το κοινωνικό και πρώιμο οικονομικό πλαίσιο;
Πίσω στο 3100 π.Χ, διαθέτουμε μια από τις πρώτες μαρτυρίες για την αξία του χρυσού ως ”χρήμα”, στο κώδικα του ιδρυτή της πρώτης δυναστείας, βασιλιά Μήνη. Εκεί αναφέρεται ότι ένα ”τμήμα” χρυσού είναι ίσο με δυόμισι μέρη ασημιου. Αυτή είναι μία από τις πρώτες σχέσεις αξίας χρυσού και ασημιού που καταγράφθηκαν ποτέ, χωρίς όμως να γίνεται κάποια πιο λεπτομερή αναφορά.
Την μικρή προσφορά χρυσού της εποχής συνόδευε και η μικρή ζήτηση του. Ο χρυσός ήταν ιδιαίτερα σημαντικός για τις ανάγκες των Φαραώ και του ιερατείου, αναφορικά όμως πάντα με τη χρήση του ως στοιχείο διακόσμησης και επίδειξης πλούτου. Δεν κατάφερε να αποκτήσει ευρεία ανταλλακτική αξία αφού η έννοια της αγοράς ήταν σχεδόν άγνωστη στους Αρχαίους Αιγυπτίους. Ήταν όμως η εποχή όπου ο χρυσός καθιερώθηκε ως μέταλλο πολύτιμο, αντάξιο βασιλιάδων.
Αρχαία Ελλάδα
Σε αντίθεση με το κόσμο της Αρχαίας Αιγύπτου για τις οικονομικές δραστηριότητες των Αρχαίων Ελλήνων και τη σχέση αυτών με το χρυσό διαθέτουμε μια πραγματική περίσσεια, μια πληθώρα στοιχείων και γραφών.

Ο Χρυσός Αιώνας του Περικλή, 461-430 π.Χ είδε την ανάπτυξη πολλών δραστηριοτήτων που χαρακτηρίζουν σήμερα τις εμπορικές κοινωνίες, βιοτεχνία, δανεισμός, ανταλλαγές χρήματος, κερδοσκοπία, και μονοπώλια. Η εμπορική ”θέση” του χρυσού αναβαθμίστηκε ως μέσο πληρωμών του εξωτερικού εμπορίου.
Αν και ακόμα απουσιάζει η ύπαρξη οργανωμένης αγοράς και συνεπώς η διαμόρφωση των τιμών μέσω της προσφοράς και της ζήτησης, ο αρχαίος αυτός κόσμος βρίθει οικονομικών παραδειγμάτων, για μια κοινωνία που ήταν οργανωμένη όχι βάση των σχέσεων της αγοράς αλλά μέσω της τάξης και της ιεραρχίας. Δώρα, κλοπές, λάφυρα, έπαθλα, φόροι υποτέλειας όλα ήταν συνυφασμένα με το χρυσάφι. Οι συναλλαγές ξέφυγαν πλέον από τα δεσμά του αντιπραγματισμού και πλέον έκανε την εμφάνισή του το νόμισμα με υποδιαιρέσεις που κόβεται από τις διάφορες πόλεις κράτη. Αυτή είναι η απαρχή του νομισματικού συστήματος. Κάθε νόμισμα είχε αξία ανταλλαγής με βάση το μέταλλο και το βάρος του. Όσες πόλεις είχαν δικά τους κοιτάσματα χρυσού γρήγορα απέκτησαν μεγάλη οικονομική δύναμη.
Η ακμή της Αθήνας ήταν άλλωστε συνυφασμένη με τα μεταλλεία του Λαυρίου, ενώ ο Φίλιππος της Μακεδονίας χρησιμοποίησε το χρυσό από τα μεταλλεία της Χαλκιδικής για την προώθηση και την ακμή του δικού του κράτους. Όταν ο Αλέξανδρος κατέλαβε την Περσία, έκανε άμεση και εκτεταμένη χρήση του εκδοτικού προνομίου κόβοντας δικό του χρυσό νόμισμα με υποδιαιρέσεις, με το οποίο χρηματοδότησε τις υπόλοιπες εκστρατείες του. Μάλιστα το τετράδραχμο, το οποίο κυκλοφορούσε με τη μορφή του σε όλες τις κτήσεις από την Ινδία και το Αφγανιστάν έως την Αλεξάνδρεια και τη Λιβύη, ήταν το πρώτο καταγεγραμμένο διεθνές νόμισμα, προσδίδοντας μορφή νομισματικής ένωσης στον ελληνιστικό κόσμο.
Ο χρυσός πλέον είχε ”ξεφύγει” από τη διακόσμηση των ανακτόρων και είχε γίνει γρανάζι της οικονομικής πραγματικότητας. Το χρήμα ως συμβατικά αποδεχτό μέσο συναλλαγής απαλείφει τα μειονεκτήματα της ανταλλαγής, ως λογιστική μονάδα διευκολύνει την αποταμίευση και τον υπολογισμό και επιτρέπει να ενεργούνται δοσοληψίες σε μεγάλες χρονικές περιόδους, χωρίς το ίδιο ως υλικό να αλλοιώνεται. Για να επιτελέσει με το καλύτερο τρόπο όλες αυτές τις λειτουργίες το χρήμα πρέπει να είναι διαθέσιμο, ανταλλάξιμο, αξιόπιστο και εύκολο στη μεταφορά. Το μέταλλο του χρυσού θεωρήθηκε έτσι ιδανικό ως πρώτη ύλη νομισμάτων.
Ρώμη, Βυζάντιο και Μεσαίωνας
Στους ρωμαϊκούς χρόνους τα νομίσματα κυκλοφορούσαν σε τρία διαφορετικά μέταλλα. Ο aureus (χρυσός), o denarius (ασήμι) και ο sestertius (ορείχαλκος). Είχαν ταξινομηθεί με αυτή τη σειρά (και αξία) λόγω της σπανιότητας του κάθε μέταλλου. Στη μία όψη έφεραν τη κεφαλή του αυτοκράτορα ενώ στην άλλη τις μυθικές μορφές του Ρωμύλου και του Ρέμου. Η οικονομική κρίση που έπληξε τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (στα τέλη του 3ου αιώνα μ.Χ) επί του αυτοκράτορα Διοκλητιανού επιτάχυνε τη πτώση της. Με το παραδοσιακό ρωμαϊκό τρόπο ζωής να απειλείται από την εδραίωση του Χριστιανισμού και τις επιδρομές από το Βορρά να πληθαίνουν, οι πολεμικές δαπάνες όσο και τα έξοδα για τέλεση τελετών στους αρχαίους ναούς ώστε να επισκιαστεί η νέα θρησκεία, διογκώθηκαν απότομα. Η ποσότητα του χρυσού στο αυτοκρατορικό ταμείο είχε μειωθεί δραματικά και η απόφαση που θα λάμβανε ο Διοκλητιανός θα αποτελούσε παράδειγμα προς αποφυγή για κάθε μελλοντικό διαχειριστή εθνικής οικονομίας. Ο Διοκλητιανός νόθευσε τα χρυσά νομίσματα, υποτιμώντας το ρωμαϊκό νόμισμα και ύστερα για να αντιμετωπίσει τη κερδοσκοπία στα αγαθά εξέδωσε διάταγμα ανώτατων τιμών, που οδήγησε αναπόφευκτα στη πρώτη μεγάλη καταγεγραμμένη εμφάνιση μαύρης αγοράς. Όπως παρατηρούμε δηλαδή η ιστορία του χρυσού συμπίπτει όχι μόνο με τη παγκόσμια ιστορία αλλά και με την εξέλιξη της οικονομικής σκέψης των κοινωνιών. Η υποτίμηση, νόθευση τα κίβδηλα και παραχαραγμένα νομίσματα είναι ένα φαινόμενο που απασχολεί και τους σύγχρονους τεχνοκράτες.

Οι σταυροφορίες, 1096-1487, υπήρξαν μια απάντηση της Δυτικής Ευρώπης στο πρόβλημα της νομισματικής ανεπάρκειας, η επίλυση του οποίου μπορούσε να λυθεί μέσω της λαφυραγώγησης του χρυσού Εγγύς Ανατολής αλλά και του ταυτόχρονου προσηλυτισμού των άπιστων.
Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι από την πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας ως τις αρχές του 13ου αιώνα, η Ευρώπη ήταν μια υποανάπτυκτη περιοχή σε σύγκριση με τα πιο ανθηρά κέντρα της εποχής είτε πρόκειται για την Κίνα είτε για τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία.

Χρυσός σόλιδος του Ιουστινιανού Β’, 692 μ.Χ.
Με τη Κωνσταντινούπολη ως νέα πρωτεύουσα της αυτοκρατορίας, τίθεται σε κυκλοφορία και ένα νέο νόμισμα, ο χρυσός σόλιδος. Αντίθετα από τη Δυτική Ευρώπη όπως θα επισημανθεί παρακάτω, ο Βυζαντινός νομοθέτης απαγορεύει την ιδιωτική κατοχή μεγάλων ποσοτήτων χρυσού ώστε το νόμισμα να εξυπηρετεί συνεχώς τις οικονομικές ροές και να μην αποθησαυρίζεται αποπληθωριστικά. Ένας χρυσός σόλιδος ήταν κατασκευασμένος από χρυσό 24 καρατίων και ζύγιζε 4,5 γραμμάρια. Από τη κυκλοφορία του το έτος 312 μ.Χ μέχρι την απόσυρση του το 1092 μ.Χ από τον αυτοκράτορα Αλέξιο Α’, και την αντικατάστασή του από ένα υποτιμημένο νόμισμα, γεγονός που σήμαινε πλέον και τη σταδιακή παρακμή της αυτοκρατορίας υπήρξε το ισχυρότερο νόμισμα του γνωστού κόσμου, το νόμισμα αναφορά για την αξία όλων του υπόλοιπων ευρωπαϊκών νομισμάτων. Μέχρι σήμερα παραμένει γνωστή άλλωστε η ρήση ”φλουρί κωνσταντινάτο”.
Η ζήτηση του χρήματος ήταν μεγαλύτερη στα πολύ πιο ανεπτυγμένα εμπορικά κέντρα εκτός της Δυτικής Ευρώπης, με αποτέλεσμα το πολύτιμο μέταλλο να τείνει να εξαντληθεί από την ήπειρο που είχε μείνει πίσω. Σε ορισμένες περιοχές της Ευρώπης, πιπέρια και δέρματα από σκίουρους χρησίμευαν ως υποκατάστατα νομισματικών μονάδων. Πράγματι η μεσαιωνική κοινωνία εξαιτίας της φτώχειας όχι μόνο δεν προήγαγε ή αναβάθμισε το ρόλο της κυκλοφορίας του νομίσματος αλλά αντίθετα οποιοδήποτε κέρδος παρέμενε στα χέρια των ανθρώπων ύστερα από τη φορολόγηση ήταν συνηθισμένο να φυλάσσεται ως ”θησαυρός” παρά να διοχετεύεται πίσω στη ροή της αγοράς με τη μορφή επενδύσεων. Αυτό σήμαινε συν επαγωγικά και το περιορισμό της κυκλοφορίας του χρυσού, ο οποίος όπως και στην αρχαιότητα έγινε πάλι ιδιωτική περιουσία των πλουσίων και όχι όργανο της αγοράς.
Όνειρα Απληστίας

Ο πληθυσμός των προκολομβιανών πληθυσμών κατά την άφιξη των Ισπανών στην Κεντρική Αμερική αριθμούσε περίπου 25 εκατομμύρια ψυχές. Μέσα σε λιγότερο από 100 χρόνια είχαν απομείνει 1 με 2 εκατομμύρια. Κονκισταδόρες όπως o Ερνάν Κορτές και ο Φρανθίσκο Πιθάρρο υπήρξαν αδίστακτοι κατακτητές, οι οποίοι στο βωμό της ανακάλυψης τεράστιων ποσοτήτων χρυσού θυσίασαν την ύπαρξη ολόκληρων πολιτισμών.
Τα ποντοπόρα και εξοπλισμένα με βαρεία πυροβόλα πλοία που τελειοποιήθηκαν στις ευρωπαϊκές ακτές του Ατλαντικού κατά τη διάρκεια του 15ου, 16ου και 17ου αιώνα, δημιούργησαν τις προϋποθέσεις της ευρωπαϊκής εποποιίας. Όπου έκαναν την εμφάνιση τους τα ιστιοφόρα των Ευρωπαίων δεν υπήρχε καμία δύναμη ικανή να τους αντισταθεί. Η αστραπιαία υπερπόντια διείσδυση των Ευρωπαίων προκάλεσε τεράστιες οικονομικές επιπτώσεις και σμίλευσε τη πορεία της παγκόσμιας ιστορίας. Μια από τις σημαντικότερες των επιπτώσεων ήταν η ανακάλυψη στο Μεξικό και στο Περού πλουσίων κοιτασμάτων χρυσού και αργυρού. Για έναν και πλέον αιώνα, οι θρυλικές ισπανικές Flotas de India μετέφεραν αμύθητους θησαυρούς στην Ευρώπη. Ο πόθος του ανθρώπου εκείνης της εποχής, για την αρπαγή του χρυσού μόνο ακατανόητος μπορεί να είναι σήμερα.
Κατέφθασαν με τους ιππείς τους πάνοπλους με σπαθιά και δόρατα, σκορπίζοντας αμείλικτα τον όλεθρο και κατασφάζοντας. [..] συχνά στοιχημάτιζαν ποιος θα δείξει μεγαλύτερη μαστοριά στο να ξεσκίσει ή να κόψει ένα άνθρωπο στη μέση. Έστησαν μερικές κρεμάλες και σε καθεμιά από αυτές κρέμασαν δεκατρία άτομα, βεβαιώνοντας βλάσφημα ότι τιμούσαν το Σωτήρα μας και τους Αποστόλους Του και μετά τους έβαλαν φωτιά. [Bartholome de la Casas, Brief Relation of the Destruction of the Indies]

Οι ιθαγενείς Αμερικανοί της Κεντρικής και Νότιας Αμερικής έφτιαχναν ανυπέρβλητα χειροτεχνήματα και διέθεταν ανεκτίμητους θησαυρούς χρυσών αριστουργημάτων, όπως στολίδια, αγάλματα και κοσμήματα. Οι Ισπανοί άποικοι έλιωσαν πολλά από αυτά τα πολύτιμα αντικείμενα για να φτιάξουν νομίσματα και ράβδους χρυσού και έτσι η ιστορική τους αξία χάθηκε για πάντα.
Οι Ισπανοί δεν επέδειξαν κανένα ιδιαίτερο ενδιαφέρον ή σεβασμό για το πολιτισμό των Ινδιάνων της Αμερικής. Η δίψα των Ισπανών για χρυσό και πλούτη ήταν ακόρεστη. Ο Adam Smith περιγράφει τη δίψα τους αυτή ως ”την πιο βλαβερή, ίσως λοταρία στο κόσμο”.
Κατά το ”χρυσό αιώνα” του ισπανικού θρόνου των Αψβούργων από την αρχή του 16ου αιώνα μέχρι το τέλος του 17ου αιώνα, νηοπομπές με περίπου εκατό πλοία ανά ταξίδι μετέφεραν 170 τόνους πολύτιμου μεταλλεύματος χρυσού και ασημιού από το νέο κόσμο, κάθε χρόνο, διασχίζοντας τον Ατλαντικό και αράζοντας στη Σεβίλη.
H αξία όμως του χρυσού και του αργυρού καθώς και κάθε άλλου εμπορεύματος, όπως διαπίστωσαν οι Ισπανοί, αργά για τους ίδιους κυμένεται. Η ανακάλυψη των πλούσιων μεταλλωρυχείων της Αμερικής κατά τον δέκατο έκτο αιώνα, υποβίβασε την αξία του χρυσού στην Ευρώπη κατά το ένα τρίτο του προηγούμενου ύψους της. Οι Ισπανοί ξόδεψαν το χρυσό πίσω στην Ευρώπη ασυλλόγιστα και παράλογα. Δεν επιχείρησαν να διευρύνουν τη παραγωγική και επιχειρηματική βάση και θεσμούς της οικονομίας τους, αφού το κοπιαστικό επάγγελμα του εμπόρου, του τεχνίτη και του εργάτη ήταν κοινωνικά κατώτερο. Δημιουργήθηκε έτσι ένα υδροκέφαλο κράτος με δυσανάλογο ποσοστό κληρικών, δημοσίων υπαλλήλων και στρατιωτικών επί του πληθυσμού. Καμία επένδυση δεν συνέβη στην ίδια την Ισπανία. Αντίθετα ο χρυσός του Νέου Κόσμου χρηματοδότησε τις εισαγωγές σχεδόν όλων των κύριων προβιομηχανικών ειδών από χώρες όπως η Αγγλία, η Γαλλία, η Ολλανδία, αναδύοντας αυτές από το σκοτάδι του Μεσαίωνα και βυθίζοντας την Ισπανία στην οκνηρία. Η αλόγιστη χρήση του χρυσού ως εξαγωγικό μέσο πληρωμών και χρηματοδότησης πολέμων οδήγησε με τη σειρά του στη κάθοδο της τιμής του. Οι Ισπανοί Αψβούργοι ”καθόντουσαν” πάνω σε ”βουνά χρυσού” που πλέον δεν είχαν αξία. Ο χρυσός, το όχημα που καθοδήγησε την Ισπανία στην ακμή ήταν το ίδιο στοιχείο που την καταβαράθρωσε σε μία μακροχρόνια παρακμή. Πράγματι η Ισπανία πότε δεν θα ήταν ξανά υπολογίσιμη ως Μεγάλη Δύναμη στη διεθνή σκακιέρα.
Η υπερπροσφορά του ”ματωμένου” χρυσού από τα ορυχεία του Νέου Κόσμου, κατόρθωσε να προκαλέσει στην Ευρώπη την λεγόμενη ”επανάσταση των τιμών”. Ο χρυσός που δεν κατόρθωσε να ανακάμψει την αμείλικτη παρακμή της Ισπανικής Αυτοκρατορίας, ήταν κατάρα για αυτήν αλλά ευλογία για την υπόλοιπη Ευρώπη που πλέον διέθετε επαρκή ρευστότητα για να κινηθεί η ατμομηχανή της οικονομίας. Ένα γεγονός που άλλαξε άρδην τη πορεία της παγκόσμιας ιστορία όσο άλλα λίγα.
Πηγές:
- H εξέλιξη του χρήματος, μια οικονομική ιστορία του κόσμου, Niall Ferguson.
- Έρευνα για τη φύση και τα αίτια του πλούτου των εθνών, Adam Smith.
- Ο πλούτος και η φτώχεια των εθνών, David S. Landes.
- Η εξέλιξη της οικονομικής σκέψης, Roger E. Backhouse.
- 50 οικονομικές θεωρίες που επηρέασαν την ανθρωπότητα, Donald Marron.
- Οικονομικές θεωρίες & κρίσεις, Νίκος Χριστοδουλάκης.