Το τελευταίο διάστημα συζητείται εντόνως το ζήτημα των ορίων της σάτιρας. Μάλιστα, το θέμα επανήλθε δυναμικά στο ελληνικό προσκήνιο μετά τις δηλώσεις του Λάκη Λαζόπουλου στην εκπομπή του “Αλ Τσαντίρι”. Ωστόσο, θα πρέπει προηγουμένως να μιλήσουμε για τις ρίζες της προβληματικής του θέματος. Η σάτιρα ανέκαθεν απετέλεσε, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και διεθνώς, αντικείμενο αντιπαραθέσεων και συζητήσεων. Πρέπει να έχει η σάτιρα όρια? Και εάν ναι, ποιος τα καθορίζει? Εξαρχής, η σάτιρα είναι δύσκολο να ορισθεί, καθώς ενώ στην αρχαία Αθήνα εκδηλώνεται στις κωμωδίες του Αριστοφάνη, εντούτοις μελετάται ως διακριτό είδος μόλις τις τελευταίες δεκαετίες. Ένας καθαρός και κοινώς αποδεκτός ορισμός δεν υπάρχει. Το μόνο ίσως στοιχείο που ξεχωρίζει είναι η ειρωνεία και ο σαρκασμός. Ωστόσο, το περιεχόμενο της σάτιρας ποικίλει ανάλογα με τις ανάγκες της εκάστοτε εποχής. Σκοπό έχει να σχολιάσει και να κριτικάρει τα κακώς κείμενα της επικαιρότητας με καυστικό και σαρκαστικό τρόπο. Ορισμένες φορές η σάτιρα προκαλεί τις αντιδράσεις αυτών που θεωρούν πως θίγονται. Ωστόσο, ο κοινός στόχος της κριτικής αυτής είναι η πολιτική επικαιρότητα, οι κοινωνικές νόρμες και συμπεριφορές και οι οικονομικές αποφάσεις. Κυρίως επικεντρώνεται στις συμπεριφορές, δηλαδή στο γίγνεσθαι και αυτό γιατί την ενδιαφέρει η δημόσια σφαίρα.
Στις αρχές του 2015, σημειώθηκε μια τρομοκρατική επίθεση στα γραφεία του γαλλικού σατιρικού περιοδικού “Charlie Hebdo” από δύο ακραίους ισλαμιστές τρομοκράτες. Ο απολογισμός της επίθεσης ήταν 12 νεκροί και αρκετοί τραυματίες. Ο λόγος? Το περιοδικό εκείνη τη χρονιά είχε δημοσιεύσει τεύχος του με γελοιογραφία του προφήτη Μωάμεθ. Σύμφωνα με την πίστη των μουσουλμάνων, απαγορεύεται η αναπαράσταση του Μωάμεθ από τους μουσουλμάνους, καθώς θεωρείται βλασφημία. Ξέσπασε κύμα φανατικών αντιδράσεων από μουσουλμανικές κοινότητες στην Ευρώπη, οι οποίες αισθάνθηκαν προσβεβλημένες από το εν λόγω εξώφυλλο. Θεώρησαν την επίθεση δικαιολογημένη, κι ας χάθηκαν ανθρώπινες ζωές. Έκτοτε, από πολλούς το πρόβλημα εντοπίστηκε στη σάτιρα. Και πολλοί άρχισαν να διατυμπανίζουν την άποψη περί εφαρμογής ορίων στη σάτιρα. Τους διέφυγε η ιδέα ότι το πρόβλημα δεν είναι η σάτιρα, αλλά ο φανατισμός. Με την απλή λογική ότι η σάτιρα δεν σκότωσε ποτέ κανέναν, ο φανατισμός, όμως, πολλούς. Άλλωστε, η σάτιρα σχετίζεται με το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης και του τύπου. Σε μια Ευρώπη, που αποτελείται κατά πλειοψηφία από δημοκρατικά κράτη με μακραίωνη παράδοση στα ατομικά δικαιώματα, δεν θα έπρεπε να υφίσταται καν μια συζήτηση περί καταστολής θεμελιωδών ατομικών δικαιωμάτων λόγω των εκβιαστών της τρομοκρατίας. Το πρόβλημα δημιουργείται τα τελευταία χρόνια στην Ευρώπη, αλλά και τη Μέση Ανατολή από την ανάδειξη των φανατισμένων εκείνων ομάδων που αυτοαποκαλούνται μουσουλμανικές και σκοπό έχουν την ανάληψη της εξουσίας και την τρομοκρατία με κάθε μέσο. Τέκνα αυτής της ιδεολογίας των ψευτο-μουσουλμάνων είναι η ομάδα Isis και το αυτοαποκαλούμενο Ισλαμικό Κράτος που επιβάλλει τον τρόμο τόσο στην Ευρώπη των χριστιανών όσο και στη Μέση Ανατολή των μουσουλμάνων με εκατοντάδες θύματα εκατέρωθεν είτε με τη μορφή νεκρών είτε με τη μορφή προσφύγων. Συνεπώς, η σάτιρα δεν θα έπρεπε να αντιμετωπίζεται ως ο θύτης, αλλά το θύμα σε μια περίοδο όπου επικρατεί ο θρησκευτικός φανατισμός ορισμένων ομάδων.
Ένα άλλο παράδειγμα- πολιτικού- φανατισμού απέναντι στη σάτιρα αποτελεί η περίπτωση ενός σατιρικού σκίτσου του Αρκά, που αναρτήθηκε στην επίσημη σελίδα του στο facebook. Αρκετοί ήταν οι χρήστες που καταφέρθηκαν με επιθετικό και απειλητικό λόγο εναντίον του καλλιτέχνη κατηγορώντας τον ότι χρηματίζεται με σκοπό να εκφράζει αντικυβερνητικές απόψεις. Η αντίδραση του Αρκά ήταν να αποσύρει προσωρινά το σκίτσο. Ωστόσο, μετά την υποστήριξη πολλών θαυμαστών του, απλών πολιτών και πολιτικών, ανάμεσα τους και κυβερνητικών πολιτικών, επανήλθε με νέα σατιρικά σκίτσα.
Όσον αφορά τα καθ΄ημάς, τις τελευταίες μέρες υπάρχει έντονη κριτική για τη δήλωση του Λάκη Λαζόπουλου, ο οποίος θέλοντας να ασκήσει κριτική στον υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας, κ. Β. Σόιμπλε, χρησιμοποίησε την αναπηρία του ως ελάττωμα. Δήλωσε επί λέξη ότι “Όταν ο άνθρωπος είναι καθηλωμένος σε καρέκλα, σιγά σιγά το μυαλό του καθηλώνεται σε μια ιδέα. Αυτό το θεωρώ παράνοια” (sic). Αυτά τα λόγια του προκάλεσαν δικαίως την έντονη κριτική της κοινής γνώμης. Προφανώς και δεν πρόκειται περί σάτιρας, αλλά περί μιας αβίαστης άποψης που ενέχει έντονα στοιχεία ρατσισμού απέναντι σε μια ολόκληρη κοινωνική ομάδα, όπως είναι τα άτομα με αναπηρίες. Διότι η θρησκευτική και πολιτική ταυτότητα είναι επιλογή, ενώ η αναπηρία όχι. Και τίθεται θέμα ηθικής και δέοντος.
Βλέπουμε, λοιπόν ότι κάποιοι χρησιμοποιούν τη σάτιρα ως μανδύα, ώστε να σκεπάσουν και να κρύψουν έναν υφέρποντα ρατσισμό κάθε είδους. Διότι για να αξιοποιήσεις τη σάτιρα χρειάζεται κουλτούρα και στην Ελλάδα πολλά τηλεοπτικά πρόσωπα έχουν σοβαρή έλλειψη αυτής. Συνεπώς, σε καμία περίπτωση η σάτιρα, που θεμελιώνεται με την ελευθερία της έκφρασης, δεν θα έπρεπε να διώκεται, ακόμη κι εάν κάποιοι καταχρώνται τη σημασία της. Ο εχθρός δεν είναι η σάτιρα, αλλά ο φανατισμός και ο ρατσισμός. Και είναι δύο έννοιες αλληλοεξαρτώμενες. Η μια δεν υφίσταται και δεν επιβιώνει χωρίς την άλλη.