Outsider – Ρώμη, καλοκαίρι 2005
Το ρολόι λέει 5 κι έχω πάλι αργήσει – μόνο την μέρα που γεννήθηκα ήμουν εντάξει στο ραντεβού, μεταξύ μας. Βροντάω πίσω μου την πόρτα του σπιτιού και κατηφορίζω βιαστικά την Via Nomentana καταστρώνοντας ήδη στο μυαλό μου άλλη μια δικαιολογία, πράγμα όχι και τόσο δύσκολο, αφού με τόσων χρόνων εμπειρία στην αργοπορία είχα ήδη έτοιμη μια ανεκδιήγητη λίστα με προφάσεις για κάθε πιθανή περίπτωση. Στο μεταξύ νιώθω την σαγιονάρα να λιώνει στην άσφαλτο, στραβοπατώ και αποκτώ μια τσουρουφλισμένη φτέρνα. Το θερμόμετρο στην στάση χτυπά τους 45 του σινιόρε Κέλσιου, παρατηρώ πίσω από το τζάμι, αφού μπήκα στο πρώτο περαστικό πλην γεμάτο λεωφορείο για το κέντρο. Στα πρόθυρα της ασφυξίας και χαζεύω τους συνεπιβάτες μου για να περάσω από την κατάσταση της καμμένης σαρδέλας σε αυτή του βραστού αβγού στην διαπίστωση πως φοράνε σακάκια! Ιδρωτίλα και άγιος ο θεός! Διαολίζομαι, βγαίνω εξουθενωμένη μερικές στάσεις παρακάτω και στο τσαφ προλαβαίνω το τραμ για το Trastevere. Το σκηνικό μπανάλ, η επέλαση του σακακιού κι εδώ. Τσεκάρω στα κλεφτά το είδωλό μου στο τζάμι ελλείψει καθρέφτη : φουστανάκι τιραντέ air-condition και φάτσα ζαβλακωμένη ένα βήμα πριν την θερμοπληξία. Πλάκα μου κάνουν – ξεφωνίζουν μέσα μου οι τελευταίοι νευρώνες εν λειτουργία.
Φτάνω τελευταία και καταϊδρωμένη στο ραντεβού ενώ ο Giancarlo και η Sylvia ξεδιψάνε ήδη με capirosce alla fragola απλωμένοι στα σκαλιά της piazza Trilussa. Τους πλησιάζω τρέχοντας ατσούμπαλα, δήθεν γεμάτη τύψεις, έτοιμη να ξεφουρνίσω την ψευτιά μου….και μένω στήλη άλατος αντικρίζοντας το σακάκι του Giancarlo. Αντ’ αυτού με ακούω να απορώ σκασμένη« Μα καλά τι σας έπιασε όλους μέσα στο κάμα και μου ντυθήκατε γαμπροί;;;» Αντί για απάντηση εισέπραξα μια ξινισμένη γκριμάτσα και πατσίσαμε. Γλίτωσα την διάλεξη περί ιταλικής φινέτσας και αρκέστηκα κι εγώ σε ένα παγωμένο aperitivo.
Insider – Ρώμη, φθινόπωρο 2005.
Μένω προσωρινά στο σπίτι του Matteo. Κι όταν λέω του Matteo δεν είναι γενική κτητική σε καμία των περιπτώσεων αφού συγκατοικεί με άλλα 7 άτομα τουλάχιστον, χώρια οι φίλοι που μπαινοβγαίνουν και ενίοτε ξεμένουν – καλή ώρα! Χίλιοι καλοί παντού χωράνε. Άλλωστε είναι ένα από εκείνα τα τεράστια και ψηλοτάβανα διαμερίσματα των αρχών του προηγούμενου αιώνα, που βλέπει σε μια εσωτερική αυλή μαζί με άλλα τρία κτίσματα που επικοινωνούν μεταξύ τους με επίσης εσωτερικές σκάλες που όλες βγάζουν σε μια κοινή είσοδο – έξοδο προς τον δρόμο. Κάθε δωμάτιο φιλοξενεί κι ένα κάτοικο διαφορετικής εθνικότητας που μαζί με τον Matteo και άλλη μια κοπέλα, τους μόνους Ιταλούς, συνθέτουν ένα πολύχρωμο πολυπολιτισμικό μωσαϊκό. Ωστόσο κάθε άλλο παρά κοινόβιο θα το χαρακτήριζε κανείς, αφού θες λόγω των χοντρών τοίχων, θες από διακριτικότητα των συνενοίκων, το μόνο που έσπαγε που και που την ήσυχη ατμόσφαιρα ήταν οι άριες του αργεντινού τενόρου που έμενε στο δεύτερο δωμάτιο δίπλα στην κουζίνα και οι πρόβες του είχαν γίνει το soundtrack του σπιτιού.
Με πιάνει το φιλότιμο μια μέρα και ψάχνοντας πώς να πω ένα ευχαριστώ για την φιλοξενία αποφασίζω να φτιάξω ένα γενναιόδωρο ταψί με γεμιστά. Παλιά μου τέχνη κόσκινο! Πλένω, κόβω, τηγανίζω, ανακατεύω, αλατίζω, πιπερώνω και φουρνίζω και γεμίζει ο τόπος άρωμα φρέσκιας ντομάτας και πιπεριάς που σιγομαγειρεύονται. Χαμογελάω σαν φουσκωμένος διάνος καθώς η μυρωδιά κάνει τις πόρτες των δωματίων να ανοίγουν διαδοχικά και βλέπω τους πρώτους να ξεμυτίζουν ένας ένας σαν τα σαλιγκάρια μετά την βροχή. Στρώνουμε, καθόμαστε, σερβίρω κι αρχινάμε. Άκρα του τάφου σιωπή και τα πιρούνια σε υπερωρίες. «Νόστιμο το ριζότο που έφτιαξες…», σπάει την σιωπή ο Matteo, «…αλλά γιατί το έβαλες μέσα στις πιπεριές;» Γουρλώνω τα μάτια εμβρόντητη. Άντε τώρα να του εξηγείς!
Μην βιαστεί κανείς να αναφωνήσει «Είναι τρελοί αυτοί οι Ρωμαίοι».
De gustibus et coloribus non disputandum είναι το σύνθημα εδώ!
Soundtrack:
3 Comments
claudia
akrivos etsi omos opos ta les!!
pirth
θα συμφωνησω με τη claudia…
ασε…τι να πει κανεις?
εμενα μ αρεσε πιο πολυ το πρωτο μερος με την αργοπορια….
vicky
esy? na arghseis? apokleietaiiiiiiiiiiiiiiiiiiii!!!! psemata les!!!! 🙂