Σήμερα σκεφτόμουν πως θα μπορούσα να ξεκινήσω το άρθρο μου. Ή καλύτερα σκεφτόμουν με τι να ασχοληθώ και τι ν’ αναλύσω. Είδα την πόρτα και σκέφτηκα την ευρύτερη έννοια της. Είσοδος και έξοδος. Μια πόρτα μπορείς να την ανοίξεις και να μπεις και ύστερα να την κλείσεις και να βγεις. Άνθρωποι, λαοθάλασσα, ανοίγουν την πόρτα μπαίνουν, μένουν για πάντα ή φεύγουν σαν τους κλέφτες. Δεν είναι όλοι ευγενικοί και δε χτυπούν το κουδούνι της πόρτας σου, μπαίνουν με το έτσι θέλω. Άλλοι πάλι φορούν τη μάσκα της ευγένειας, χτυπούν και ζητούν την άδεια να περάσουν.
“Ουδέν μονιμότερον του προσωρινού” συλλογίζομαι. Νομίζεις πως κάποιοι αφού μπήκαν και πέρασαν το κατώφλι θα μείνουν για λίγο. Θα πιείτε καφέ, θα κουβεντιάσετε για τη μονότονη καθημερινότητα. Ύστερα μπορεί με το κρασί ν’ αφήσετε ελεύθερη τη σκέψη σας και να καταπιαστείτε με αμφιλεγόμενες έννοιες. Θα μιλήσετε για τον έρωτα για εκείνον που βιώσατε και για εκείνον που περιμένετε. Κι ενώ νομίζεις πως επισκέπτης ήρθε και θα φύγει, μένει.
Ο άλλος επισκέπτης μπήκε και αυτός. Βροντοφώναξε την ανάγκη για παρέα και συντροφιά. Αφού έκανε αισθητή την παρουσία του και αφού άφησε τα λόγια να τον πλημμυρίσουν, χωρίς ανάσα, άνοιξε τη πόρτα και έφυγε τόσο αθόρυβα που σχεδόν νόμισες πως ήταν μόνο ο αέρας. Οι επισκέπτες είναι πολλοί. Είναι φίλοι, είναι σύντροφοι. Η πόρτα ανοιγοκλείνει συνέχεια. Δεν έχει σημασία αυτό, σημασία έχει πως σε κάθε άνοιγμα ακούς, μαθαίνεις, ζεις, γίνεσαι καλύτερος ή και χειρότερος. Το κατώφλι είναι μάθημα και ο χρόνος κριτής.
Η πόρτα κλείνει για πάντα σε κρατά μέσα δέσμιο ή σε διώχνει. Αν όμως χτύπησες το κουδούνι άφησες αποτύπωμα και τα αποτυπώματα δεν σβήνουν και τόσο εύκολα, ακόμα και αν καθαρίσεις καλά. Τα αποτυπώματα είναι για να θυμάσαι και να μαθαίνεις. Να θυμάσαι και να θλίβεσαι, να θυμάσαι και να γελάς.
Στον αβέβαιο καιρό η πόρτα ανοιγοκλείνει. Φυσάει, και ο αέρας μία την ανοίγει και μια την κλείνει. Είναι ενοχλητικός αυτός ο ήχος, τρομακτικός. Κανείς, ποτέ δεν είπε γιατί ενώ τρόμαξε τόσο δεν έδωσε μια σπρωξιά για να κλείσει. Και όταν τελείωσε ο κακός καιρός πήρες την απόφαση να μην αφήνεις το ξύλο να αποφασίζει για ‘σένα. Ήταν μόνο μια κίνηση για να την ασφαλίσεις. Τώρα πια τα βράδια τίποτα δε τρίζει.