Μία γνωριμία μέσω κοινών γνωστών και διαδικτύου αργότερα ήταν αρκετή για να φτάσουμε εδώ που φτάσαμε. Γνωριστήκαμε ενώ ήσουν ήδη 2 χρόνια σε διάσταση με τη ”γυναίκα σου”, πληγωμένος και πονεμένος τόσο πολύ.Εσύ στα 46 και εγώ μόλις στα 20, απογοητευμένη από όλους και όλα, αποκαρδιωμένη…
Γνωριστήκαμε και ξεκινήσαμε να βγαίνουμε, να συζητάμε και να μιλάμε πολλές φορές με τα μάτια. Δεν άργησες να μου εξομολογηθείς την οικογενειακή σου κατάσταση καθώς επίσης και τον έρωτα σου για μένα. Εγώ άπειρη σε τέτοια θέματα και σεβόμενη τον οικογενειακό θεσμό, προσπάθησα αμέτρητες φορές να σε απομακρύνω, προσπάθησα ακόμα και να σε κάνω να με μισήσεις, δίχως αποτέλεσμα όμως.
Ήσουν συνεχώς στο σπίτι μου, στη ζωή μου, παντού. Με έκανες να ονειρεύομαι ξανά και να ελπίζω, με έκανες να βάλω χρώμα στη ζωή μου και με ”ανάγκασες” να φέρω τα πάνω κάτω στη ζωή μου για να είμαστε μαζί. Και έτσι ξεκίνησα μία, μία τις θυσίες μου και τον δικό μου αγώνα ελπίζοντας στο όνειρο. Άλλωστε εμείς δεν ήμασταν όπως εκείνα τα ζευγάρια που τους ενώνει η οικονομική κατάσταση του ενός ή το συμφέρον. Εμείς αγαπιόμασταν, δουλεύαμε για να ζούμε.
Το πρώτο τρίμηνο της σχέσης μας πέρασε τόσο γρήγορα και ήρθε εκείνη η μέρα που έπρεπε να φύγω για να δουλέψω, η μέρα που έπρεπε να πάω στο καράβι, να ναυτολογηθώ ανθυποπλοίαρχος και να εργαστώ. Οι μήνες στο πλοίο πέρασαν βασανιστικά αργά και εσύ έμεινες πίσω, κι εγώ κολλημένη στο ακουστικό να παίρνω τηλέφωνο να ακούσω τη φωνή σου. Ο καιρός πέρασε κι εγώ επέστρεψα στην Ελλάδα, κι εσύ ήσουν εκεί, πλέον έμενες όλη σχεδόν την εβδομάδα στο σπίτι μου. Δεν πήγαινα στο νησί να δω τους δικούς μου για να είμαστε μαζί.
Έβαλα τους πάντες στο περιθώριο χωρίς καν να το καταλάβω. Μέχρι που έβαλα στο περιθώριο και εμένα την ίδια. Ο καιρός περνούσε κι εγώ έκανα βήματα για εμάς, εσύ όμως όχι. Είχε περάσει ήδη 1,5 χρόνος κι ενώ ήμασταν μαζί εσύ έμενες εκεί στο σπίτι και απλά συγκατοικούσατε. Ποτέ δεν θεώρησα ότι μου έλεγες ψέματα, άλλωστε το είχα επιβεβαιώσει αρκετές φορές. Μέχρι που μια μέρα, μου είπες πως δεν αντέχεις και θα φύγεις από αυτό το σπίτι να μείνεις μόνος σου μέχρι να συγκατοικήσουμε μόνιμα μαζί. Εγώ πέταξα στα σύννεφα, κατάλαβα ότι τώρα ξεκινάει η ζωή μας…
Όμως το βράδυ της ίδιας μέρας μου ανακοίνωσες φοβάσαι τη μοναξιά σου, πως φοβάσαι τον εαυτό σου, πως δεν αντέχεις να μείνεις μόνος σου μέχρι να μείνουμε μαζί. Κι εγώ κλείστηκα ξανά στο δικό μου ”κλουβί”, και αποφάσισα να φύγω μακριά. Με κυνήγησες, με έψαξες, με έκανες να σε πιστέψω ξανά. Και έτσι αποφασίσαμε να φύγω για το ταξίδι και επιστρέφοντας να ξεκινούσαμε μαζί. Έτσι και έγινε, 10 μήνες ταξίδευα, τσάκισα τα πόδια μου και τα χέρια μου από την δύσκολη αυτή δουλειά του ναυτικού.
Επιστρέφοντας εγκαταστάθηκες μόνιμα στο σπίτι μου και ξεκίνησε η διαδικασία του διαζυγίου, η οποία όμως και διακόπηκε μέχρι νεωτέρας λόγω του ότι εκείνη διεκδικούσε ότι δεν της ανήκε. Θύμωσες και είπες πως θα εκδοθεί στα 2 χρόνια διάστασης το διαζύγιο. Κι εγώ εκεί κερί αναμμένο, να σέβομαι τις αποφάσεις σου και να τις υποστηρίζω ακόμα κι αν δεν τις θεωρούσα σωστές. Βοηθούσες οικονομικά για συνειδησιακούς λόγους έλεγες και εγώ εργαζόμουν τόσο σκληρά στην καινούργια δουλειά που βρήκα στην Ελλάδα πλέον…
Εγώ δούλευα 12ωρίες και κάποιοι άλλοι απλά ”δούλευαν” τον κόσμο… Μ’ αγαπούσες έλεγες και έκλαιγες. Κι εγώ σε αγάπησα, πως άλλωστε θα υπέμενα σε όλα αυτά αν δεν σε αγαπούσα. Εσύ όμως πέραν των υπολοίπων όλων αγαπούσες πολύ το ποτό με αποτέλεσμα να καταστρέφεις τον εαυτό σου. Προσπάθησα αμέτρητες φορές να σε αποτρέψω από αυτή την καταστροφική συνήθεια με μικρής διάρκειας αποχή και μετά ξανά τα ίδια… Οι μήνες περνούσαν και συγκατοικούσαμε ήδη 1.5 χρόνο και η διαδικασία διαζυγίου σε διακοπή και εγώ εκεί να περιμένω, να υπομένω και να αντέχω κόντρα σε όλους για σένα.
Μέχρι που ήρθε εκείνη η ημέρα που αρρώστησες και η ζωή μου ξανά έγινε άνω κάτω. Ξενύχτησα στο μαξιλάρι σου, μέσα σε ένα δωμάτιο κλινικής μόνη μου, ολομόναχη… Σου έλεγα πάντα πως η μανία σου με το ποτό θα σε καταστρέψει και έτσι έγινε, μέχρι που έπρεπε να ειδοποιήσω εκείνη τη ”σύζυγο σου” και εγώ αναγκασμένη πλέον το έκανα. Εκείνη ήρθε να διεκδικήσει ότι υπήρχε, αγνοώντας για εσένα. Εμένα με ανάγκασε να φύγω μακριά και εγώ με πόνο ψυχής και καρδιάς έφυγα μακριά…
Βλέπεις εδώ που φτάσαμε εκείνη ήταν η ”σύζυγος” και εγώ το ”τίποτα”. Εγώ απομακρύνθηκα, έφυγα, έκλαψα, πόνεσα έφτασα σε οριακά σημεία, έμεινα μόνη μου αλλά εσύ αναγκάστηκες να συγκατοικήσεις πάλι με εκείνη εκμεταλλευόμενη τις καταστάσεις και τα δικαιώματα της ως ”συζύγου”, εγώ όμως κατάφερα να σταθώ ξανά στα πόδια μου και να συνεχίσω να ζω από εκεί που σταμάτησα όταν ήμουν 20 χρονών. Τώρα πλέον στα 26 βλέπω πίσω όσα έχασα και προσπαθώ να ζήσω όσα μου αξίζουν.
Διότι η ζωή είναι μια ρόδα και γυρίζει συνεχώς και στην δική μας περίπτωση εμένα η ζωή μου χαμογέλασε ξανά και με πήρε μακριά για να ζήσω πλέον όπως μου αξίζει, και να συνεχίσω να βλέπω τη δική μου ανατολή.Εσύ θα πορευτείς με αυτό που πορευόσουν πάντα τον ”φόβο” σου, ένας φόβος ο οποίος μας έφτασε έως εδώ.
”Εγώ όμως δεν ξέρω αν ποτέ θα μάθω να πετάω, αλλά ξέρω ότι ποτέ δε θα μάθω να σέρνομαι”.
One Comment
Αντζελα Λιβανοπουλου via Facebook
Υπεροχο!!!