Μετά την κυκλοφορία του νέου Ghostbusters, πόσοι από εσάς νοσταλγίσατε το παλιό και τον Bill Murray που απoτέλεσε τον κύριο λόγω που ήταν ασυναγώνιστο; Αυτός ο εξαιρετικός ηθοποιός έγινε γνωστός κυρίως παίζοντας σε κωμωδίες, μια όμως από τις πιο εικονικές ερμηνείες του έγινε για το Lost in translation, η οποία είναι και η μοναδική φορά που προτάθηκε για όσκαρ.
Lost in translation, μια ρομαντική κομεντί πέρα από τα συνηθισμένα, που απ’ το 2003 που βγήκε στις αίθουσες των κινηματογράφων εδραίωσε μια άλλη προσέγγιση αυτού του είδους ταινίας, λιγότερο επιφανειακή και κλισέ.
Η ταινία σκηνοθετήθηκε από την Sofia Coppola, με πρωταγωνιστές τον Bill Murray και την, πρωτοεμφανιζόμενη τότε, Scarlet Johansson και όχι μόνο αγαπήθηκε από τους κριτικούς, αλλά και αποτέλεσε μεγάλη εισπρακτική επιτυχία.
Υπόθεση:
Ο Bob (Bill Murray), ένας μεσήλικας αμερικανός σταρ, επισκέπτεται το Tokyo για τα γυρίσματα ενός διαφημιστικού όπου γνωρίζει την Charlotte (Scarlet Johansson) που έχει μόλις αποφοιτήσει από το πανεπιστήμιο και βρίσκεται εκεί λόγω της δουλειάς του άντρα της, o οποίος την παραμελεί. Οι δύο πρωταγωνιστές αναπτύσσουν μια ιδιόρρυθμη σχέση, ανακαλύπτοντας την πόλη, αλλά και ο ένας τον άλλο, μέχρι που έρχεται η ώρα να φύγει ο Bob και έτσι αποχωρίζονται.
Αξιομνημόνευτα χαρακτηριστικά της ταινίας:
–Ο τίτλος: Ο τίτλος «Lost in translation» (Χαμένοι στην μετάφραση) αναφέρεται στην αδυναμία των βασικών χαρακτήρων να επικοινωνήσουν με τους γύρω τους κυρίως διότι μιλούν διαφορετική γλώσσα καθότι βρίσκονται στην Ιαπωνία. Αλλά και με τα άτομα που μπορούν να μιλήσουν, αδυνατούν να επικοινωνήσουν ουσιαστικά πράγμα που τους καθιστά μοναχικούς ανάμεσα σε ξένους. Έτσι, δηλώνεται από τον τίτλο ακόμα αυτό που κυρίως συνδέει τους πρωταγωνιστές: η μοναξιά.
–Η σχέση μεταξύ των ηρώων: Ο Bob και η Charlotte είναι δύο άτομα που σε άλλες συνθήκες πιθανόν να μην συναντιόντουσαν καν, λόγω της μεγάλης διαφορά ηλικίας και συνηθειών τους. Τώρα, όμως, βρίσκονται και οι δύο στο Tokyo, παγιδευμένοι σε γάμους που βουλιάζουν στη ρουτίνα, χωρίς να ξέρουν πλέον τι θέλουν να κάνουν στη ζωή τους. Η χημεία τους χτίζεται σιγά σιγά, τις νύχτες, στο μπαρ του ξενοδοχείου και αργότερα σε εξορμήσεις στην πόλη, που γίνονται συναρπαστικές σε αντιδιαστολή με τις μονότονες μέρες που περνούν. Το ερωτικό στοιχείο, παρότι φαίνεται να υποβόσκει, αργεί πολύ να εκδηλωθεί και αυτή ισορροπία που διατηρείται εκπέμπει λεπτότητα και σεβασμό απέναντι σε μια σχέση που άλλες κινηματογραφικές προσεγγίσεις ενδεχομένως να υποβίβαζαν.
–Η ερμηνεία του Bill Murray: O ηθοποιός αυτός, με το παίξιμό του, εισάγει τον θεατή στον κουρασμένο από τη ζωή και μετέωρο ψυχισμό του Bob και παράλληλα προσδίδει κωμικό τόνο στο χαρακτήρα, με την φυσικότητα που απαιτείται.
–Η αισθητική: Η ταινία αυτή φημίζεται για τα υπέροχα πανοραμικά πλάνα του Tokyo. Σε όλες τις σκηνές, η σύνθεση του περιβάλλοντος με τα πρόσωπα όχι μόνο έχει καλλιτεχνικό ενδιαφέρον αλλά και φανερώνει τα συναισθήματα των ηρώων χωρίς να χρειάζονται λέξεις.
–Το τέλος: Ο τρόπος με τον οποίο κλείνει το Lost in translation είναι ασυνήθιστος και ασαφής. Στον αποχαιρετισμό των δυο ηρώων, ο Bob σκύβει και ψιθυρίζει κάτι στο αφτί της Charlotte που ο θεατής δεν μπορεί να ακούσει. Έτσι, ο καθένας καλείται να αποφασίσει την κατάληξη των ηρώων, διότι εκείνη τη στιγμή ο Bob είτε υπόσχεται στη Charlotte ότι θα την ξαναδεί, είτε την αποχαιρετά για πάντα.
Το Lost in translation είναι μια ταινία που εξελίσσεται κυρίως με εικόνες και εκφράσεις στη σιωπή και γι’ αυτό μέρος του κοινού βρίσκει ότι πλατιάζει. Ωστόσο είναι ένα κινηματογραφικό δημιούργημα που δεν πρέπει να χάσεις!