Σταμάτησε του ρολογιού τους δείκτες λέει το υπέροχο αυτό τραγούδι και κάπου προς το τέλος λέει πως πέρασαν νύχτες που πρόσμενα να ‘ρθεις… Αλλά δεν ερχόσουν κι εγώ ήμουν μόνη στο μεγάλο σπίτι που ήταν ψυχρό, βλέπεις τα σπίτια ομορφαίνουν όταν είναι γεμάτα από ανθρώπους, φωνές, γέλια, δάκρυα και χάδια… Ένα κουφάρι όταν τριγυρίζει μέσα σε αυτά τι να το κάνεις. Άχρηστο σου είναι, σε ποιον να μιλήσει και τι να πει, σε ποιον να χαμογελάσει στους λευκούς τοίχους ή στο άψυχο κρεβάτι που τα παπλώματα του έχουν γίνει κουβάρι από την ταραχή και το τριγύρισμα…
Που να μιλήσω όταν είμαι ολομόναχη; Ποιος να με αγκαλιάσει όταν κρυώνω και να μου φτιάξει ένα τσάι όταν είμαι άρρωστη;Δεν σε θέλω για βόλτα και ποτό, σε θέλω τις νύχτες μου, εκείνες τις εφιαλτικές νύχτες που είμαι μόνη μου και βασανίζομαι. Σε θέλω εκεί, να με κοιτάς όταν βήχω, όταν είμαι αδιάθετη, όταν έχω αϋπνία, σε θέλω για όλα εκείνα τα μικρά που φαντάζουν τεράστια όταν είσαι ανίκανος να τα εκπληρώσεις. Δεν θέλω πολλά, θέλω λίγα και σημαντικά για μένα…
Όλη μέρα έξω στους δρόμους, συναναστροφή με κόσμο, με φίλους, με γνωστούς, να πούμε τα νέα μας και τα παλιά μας, να πούμε τα προβλήματα μας, να πιούμε, να γελάσουμε και να περνάνε όμορφα οι μέρες μου. Το πρόβλημα όμως δεν είναι οι μέρες μου αλλά οι νύχτες μου… Εκείνες τις νύχτες που περιμένω ένα ξεροκόμματο αγάπης και στοργής. Εκείνο το ξεροκόμματο που δεν έλαβα ποτέ. Γιατί, έβαζα πάντα ασπίδα το κορμί μου μπροστά σε όλα, τα βέλη όμως έπεφταν σαν βροχή και λάβωναν εμένα και μόνο. Εγώ μόνη μπροστά σε όλα, αντιμέτωπη με τα θηρία και με ένα λουρί να σφίγγει το λαιμό μου νομίζοντας πως θα με πνίξει και θα ξεψυχήσω μέσα στην αρένα.
Και τι κατάλαβα; Έχασα τα χρόνια μου, τις μέρες μου, τις νύχτες μου, τα όνειρα μου. Κόντεψα να χάσω κι εμένα την ίδια στο τέλος. Όμως τα κατάφερα, γιατί είμαι παλικάρι και ξέρω να ζω μέσα στη λάσπη και το χώμα. Έμαθα να αποφεύγω τις νάρκες που έσκαγαν δίπλα μου, όμως έμεινε μόνο το κουφάρι μου. Κι αυτό πρέπει να το σώσω, είναι ότι μου έμεινε πια και το χρωστάω σε μένα να το σώσω… Μου χρωστάει η ζωή ένα δώρο κι αν δεν τη βοηθήσω δεν θα μου το δώσει ποτέ… Της το οφείλω κι εκείνη μου το οφείλει να με βοηθήσει και να σταθεί πλάι μου…
Οι δείκτες όλων των ρολογιών πάντα θα κινούνται δεξιόστροφα και ο χρόνος θα προχωράει μπροστά, οι σελίδες στα ημερολόγια θα γυρίζουν δεξιόστροφα και όσο κι αν θέλω να γυρίσω το χρόνο και τις σελίδες πίσω θα είμαι ανίκανη… Οι μέρες, οι λέξεις και τα χρόνια που πέρασαν δεν γυρίζουν πίσω… Τίποτα δεν γυρίζει πίσω, απλά και μόνο ο χρόνος με τα σημάδια που αφήνει στην ψυχή και στην καρδιά μου θα μου υπενθυμίζει πως έπαιξα κι έχασα. Δεν έπαιξα όμως πονηρά, απλά η ζωή είναι παιχνίδι και όλοι πρέπει να παίξουμε, έτσι κι εγώ,έπαιξα κι έχασα τα πάντα…
Δεν μου άξιζε όμως αυτό το αποτέλεσμα, δεν πείραξα κανέναν, δεν έκανα κακό σε κανέναν… Μοίρασα τη ζωή μου εδώ κι εκεί, την πετούσα στα σκουπίδια και μετά έψαχνα για να την βρω… Έψαχνα να βρω τα συντρίμμια μου μέσα στον ωκεανό, εύκολο είναι; Ήμουν μόνη όμως την ώρα της περισυλλογής, ήμουν ολομόναχη και κουρασμένη και όχι, δεν το επέλεξα. Άλλοι έγραψαν τη μοίρα και την ιστορία μου με μαύρα γράμματα.
Άλλοι με συνέτριψαν, δεν με ρώτησαν, απλά πυροβόλησαν στην καρδιά… Η καρδιά μου όμως μου ανήκει και της χρωστάω να συνεχίζει να λειτουργεί φυσιολογικά χωρίς σκαμπανεβάσματα, χωρίς λάθη και πίκρες. Έχει περάσει πολλά κι όμως ακόμα συνεχίζει να χτυπάει και να με κρατάει όρθια. Για αυτό θα φροντίσω να μην ξαναπέσω για κανέναν…
…Όσα δεν έζησα μου ανήκουν…