Η Εθνική ομάδα με τον Μίκαελ Σκίμπε πλέον στο τιμόνι της δείχνει με αργά και σταθερά βήματα να συνέρχεται από τη “μαύρη” διετία που πέρασε μετά το μουντιάλ της Βραζιλίας. Οι συχνοί πειραματισμοί σε πρόσωπα έχουν σταματήσει, η ομάδα έγινε και πάλι “κλειστό κλάμπ” (σε πολύ μικρότερο βαθμό από τα χρόνια του Ρεχάγκελ όμως), το καλό κλίμα στα αποδυτήρια έχει επιστρέψει και τα αποτελέσματα δείχνουν όλο και πιο ενθαρρυντικά. Αν υπάρχει ένα θέμα όμως στη σημερινή Εθνική ομάδα το οποίο συζητιέται έντονα αυτό είναι η υποτιθέμενη έλλειψη παικτών που συνδυάζουν ποιότητα και χαρακτήρα σε σχέση με τη “χρυσή” γενιά του 2004. Αυτή είναι μια συζήτηση η οποία φέρνει στο παρασκήνιο και άλλα θέματα “ταμπού” για το Ελληνικό ποδόσφαιρο.
Ταλέντο, ηγέτες και ελληνοποίηση
Πολλοί ισχυρίζονται πως στη σημερινή Εθνική ομάδα δεν υπάρχουν παίκτες όπως οι Ζαγοράκης, Δέλλας και Τσιάρτας που να συνδυάζουν ταλέντο και κατάλληλα ψυχικά χαρακτηριστικά για να αποτελέσουν ορόσημα για το αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα. Η άποψη αυτή είναι λανθασμένη. Η εθνική διαθέτει παίκτες που παίζουν χρόνια βασικοί στα καλύτερα πρωταθλήματα του κόσμου σε συνθήκες τρομερής πίεσης και ανταγωνισμού οπού έχουν καλλιεργηθεί τόσο τεχνικά όσο και πνευματικά. Ο Παπασταθόπουλος είναι ένας υπερσύγχρονος αρχηγός, ο Μανιάτης δίνει τα πάντα για την ομάδα, οι Φορτούνης και Καπίνο θα αποτελούν τους ηγέτες του Ολυμπιακού για τα επόμενα 10 χρόνια, ακόμα και ο Μήτρογλου μετά τη μεταγραφή του στο εξωτερικό δείχνει πιο ώριμος. Άν κάτι λείπει όμως, αυτό είναι ένας ηγέτης στη μεσαία γραμμή του γηπέδου. Εκεί πονάει η ομάδα και το έδειξε και στα τελευταία παιχνίδια της. Και εδώ μπαίνει μοιραία στη συζήτηση ο Κάρλος Ζέκα και η πρόσφατη ελληνοποίηση του που δίνει τη δυνατότητα στον άσσο του ΠΑΟ να αγωνιστεί με τα χρώματα της Ελλάδας.
Χολέμπας, Ζέκα και άλλοι
Η ελληνοποίηση δεν είναι ένα θέμα τελείως άγνωστο στον Έλληνα φίλαθλο. Πιο πρόσφατο παράδειγμα αποτελεί ο Χοσέ Χολέμπας που εκμεταλλεύτηκε τις Ελληνικές ρίζες του ώστε να πάρει την υπηκοότητα και να αγωνιστεί με την Εθνική ομάδα στο Μουντιάλ που του εξασφάλισε τη μεταγραφή στην Ρόμα. Ο Κάρλος Ζέκα, έχοντας συμπληρώσει αρκετά χρόνια στον ΠΑΟ, απέκτησε την υπηκοότητα και η πόρτα της Εθνικής είναι ανοιχτή, ενώ η ένταξή του στην ομάδα ίσως πολλαπλασιάσει τα φαινόμενα αυτά (ο Βιγιαφάνιες έχει Ελληνικές ρίζες και έχει επίσης συζητήσει ανεπίσημα το ενδεχόμενο της λήψης υπηκοότητας. Στη θεωρία το φαινόμενο αυτό είναι καλό. Η Εθνική ομάδα δέχεται “ενέσεις” ποιότητας, καλύπτοντας τα κενά της με καλούς παίκτες οι οποίοι προηγουμένως δεν ήταν διαθέσιμοι. Πολλές χώρες χρησιμοποιούν την τακτική αυτή και είναι μια απόδειξη της “παγκοσμιοποίησης” του αθλήματος. Μπορεί κανείς άλλωστε να ισχυριστεί πως ο Ζέκα δεν χωράει στη μεσαία γραμμή του αντιπροσωπευτικού μας συγκροτήματος; Οι καταστάσεις όμως δεν έχουν ποτέ μόνο θετική πλευρά.
Γιατί Ζέκα και όχι Σιώπης;
Το κακό με τη Ελληνοποίηση είναι ότι οι ακαδημίες έρχονται σε δεύτερη μοίρα. Σίγουρα περιστατικά όπως ο Χολέμπας και ο Ζέκα είναι περιορισμένα σε αριθμό, αλλά δεν παύουν να αποτελούν βραχυπρόθεσμες λύσεις οι οποίες με την πάροδο του χρόνου ίσως αποδειχτούν μοιραίες. Όταν ψάχνεις τον επόμενο ηγέτη στη μεσαία γραμμή της ομάδας γιατί να πάρεις τον φτασμένο Ζέκα και όχι τον Σιώπη; Ο Πορτογάλος, όσο “πιστός στρατιώτης” και αν είναι τόσα χρόνια στο τριφύλλι και όσο καλές και αν είναι οι προθέσεις του για την Εθνική ομάδα, δεν παύει να τη βλέπει ως σκαλοπάτι στην καριέρα του. Ο Μανώλης Σιώπης πιθανότατα μεγάλωσε με αφίσες της γενιάς του 2004 στο δωμάτιο του και ονειρεύονταν την κλίση του στην Εθνική από τη μέρα που άρχισε να κλωτσάει το τόπι. Η δίψα του Σιώπη και του κάθε Σιώπη για να προσφέρει στην Εθνική είναι τεράστια και δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να συγκριθεί με του Ζέκα, ούτε καν με του Χολέμπας. Η Εθνική μπορεί να βοηθηθεί άμεσα από κάποιον ελληνοποιημένο ξένο, αλλά τα παιδιά 20 χρονών που προπονούνται σκληρά και βελτιώνονται κάθε σεζόν μπορούν να προσφέρουν για τα επόμενα 15 χρόνια στην ομάδα αν τους δοθεί η κατάλληλη στήριξη.
Οι άμεσες εύκολες λύσεις και τα βραχυπρόθεσμα καλά αποτελέσματα μόνο καλό μπορούν να κάνουν στο αντιπροσωπευτικό μας συγκρότημα. Αλλά πρέπει πάντα να θυμόμαστε πως η αποκλειστική μονάδα παραγωγής των διεθνών παικτών είναι οι ακαδημίες των Ελληνικών ομάδων, με ό,τι αυτό συνεπάγεται.