Ανάμεσα σε εκείνο το κοινότυπο, πολυφορεμένο «είμαι ερωτευμένη μαζί σου» και το αδιανόητο «ίσως δεν είναι γραφτό μας», μεσολάβησαν αιώνες αλλαγών και εμπειριών.
Εσύ περπάτησες σε μονοπάτια δυσνόητων τεχνολογικών εννοιών, εξερεύνησες τις χώρες που ξεδίπλωσε η μοίρα μπροστά σου και έγινες η ώριμη, ενήλικη εκδοχή του μικρού αγοριού που έκλεισα περήφανα μες στη γυάλινη καρδιά μου, σαν ένα σπάνιο κι ακριβό άρωμα.
Ενώ εγώ στάθηκα ακίνητη στο σημείο που με άφησες όταν αποφάσισες να ταξιδέψεις, σαν άλλος Οδυσσέας, σε μέρη που φαντάζουν ομηρικά. Έμεινα πίσω, περικυκλωμένη από μνηστήρες που δεν σταμάτησαν να ζητάνε το χέρι μου για έναν χορό μαζί τους. Χορούς που νοερά τους έχω τάξει αποκλειστικά σε σένα, τον μόνο άνθρωπο που άγγιξε εκείνες τις απροσπέλαστες χορδές που κρύβονται στα βάθη της καρδιάς μας. Χορούς που μ’ έκαναν και με κάνουν να σε νοσταλγώ ακόμα πιο πολύ. Ίσως γιατί εσύ θα ξέρεις τα βήματα καλύτερα απ’ όλους…
Ωριμάσαμε κι οι δυο, καθένας με τον δικό του τρόπο. Όσο οι “δανεικές πατρίδες” καλλιεργούσαν τον χαρακτήρα σου και πρόσθεταν ψήγματα σοφίας στο ενεργητικό σου, τόσο εγώ εμβάθυνα στα άδυτα των επιθυμιών μου καλλιεργώντας τα «θέλω» μου με αρωγό την ίδια τη ζωή και τα πολύτιμα μαθήματά της. Καλλιεργώντας και λαξεύοντας τον ίδιο μου τον εαυτό ελπίζοντας πως βαθμιαία γίνομαι το κομμάτι του πάζλ που ταιριάζει στην δική σου εσοχή….
Βλέπεις, η ελπίδα είναι η μόνη ασπίδα που έχω όταν είμαι μακριά σου. Κι όσο ο χρόνος εξαπολύει αμφιβολίες και πολλαπλασιάζει την απόσταση μεταξύ μας, τόσο ο έρωτάς μου πεισμώνει και αντιμάχεται. Κρατιέμαι ακόμα από την κλωστή της ανάμνησής σου. Αντέχω… Κι ας διαλαλούν οι ψεύτικοι ουρανοί πως «δεν είναι γραφτό». Εγώ φέρω την εγχάραξή σου πάνω μου σαν δώρο μα και σαν υπενθύμιση να μην σε αφήσω πίσω μου… Ποτέ…