Κάθε χρόνο τέτοια μέρα μια παπαρούνα ανθίζει και παίρνει την θέση της στο κατάφυτο λιβάδι της ζωής σου, που μετράει ήδη άλλα είκοσι εφτά λιλιπούτεια άνθη. Και κάθε μικρή, άλικη παπαρούνα γεννιέται με την ίδια ελπίδα: να σε απελευθερώσει από τα δεσμά τα οποία έχεις επιβάλλει στον εαυτό σου και να σπάσει το πρίσμα της αυτοεξορίας που καθρεφτίζεται στα μάτια σου.
Και με καλείς να φωτίσω με την παρουσία μου την ξεχωριστή σου μέρα καλύπτοντας το σκοτάδι που σε παραμονεύει, σαν άλλη πανσέληνος που απλώνει το ιλαρό της φέγγος πάνω από την ζοφερή πλάση. Δεν δύναμαι να σου αρνηθώ αν έτσι καταφέρω να ξορκίσω τους δαίμονες που σε καταδιώκουν σε όλη σου την ζωή… κι έπειτα είναι και εκείνη η μοναξιά που στάζει από κάθε αιχμηρή απόληξη του κορμιού σου και οι σταγόνες της συγκινούν τα φυλλώματα της καρδιάς μου…
Έρχομαι, όμως, με χέρια απαλλαγμένα από κάθε ματεριαλιστική επιβράβευση για τον χρόνο που σε σημαδεύει… το δώρο μου, εξάλλου, το καρφίτσωσα επάνω σου καιρό πολύ πριν έρθει τούτη δω η μέρα. Σου χάρισα την αγάπη μου στην πιο άδολη μορφή της… χωρίς μιαρές προσθήκες, χωρίς γλυκαντικά… με τον πορφυρό φιόγκο της συνειδητής επιλογής να την στολίζει…
Η σημασία του δώρου μου ίσως σου διαφεύγει τώρα από νεανική επιπολαιότητα, ίσως και από κοντόφθαλμη θεώρηση των πραγμάτων. Μπορεί να φταίνε και οι οφθαλμαπάτες που σε μπερδεύουν και δεν μπορείς να ξεχωρίσεις την απτή πραγματικότητα. Εν καιρώ, βέβαια, θα καταλάβεις την άγνωστη γλώσσα που νομίζεις οτι μιλώ. Όταν ο χρόνος αμβλύνει τις αγκυλωτές σου γωνίες εύχομαι να αγγίξεις την πεμπτουσία της ζωής, την πραγματική αγάπη…
Προς το παρόν, ξέρω πως είσαι μικρός ακόμα για μεγάλα συναισθήματα…!