Κατακλυζόμαστε καθημερινά από εικόνες, ειδήσεις και μακροσκελή άρθρα, τα οποία περιγράφουν και απεικονίζουν ειδεχθή εγκλήματα που είναι δύσκολο να πιστέψει κάνεις ότι διαπράχθηκαν από έλλογα, ανθρώπινα όντα. Φρικαλεότητες που αποκαλύπτουν τη βαναυσότητα και τη σκληρότητα που μπορεί να λάβει αυτό το δίμορφο ον, που άλλοτε μοιάζει με άνθρωπο και άλλοτε προσεγγίζει τα χαρακτηριστικά του άλογου τέρατος.
Το αξιοπρόσεκτο, ωστόσο, δεν έγκειται στη σκληρότητα των σύγχρονων εγκλημάτων, γιατί αυτή ακολουθεί δυστυχώς την εξέλιξη των κοινωνιών, αλλά στο ποσό επιδερμικά – στην καλύτερη περίπτωση – επηρεάζεται η καθημερινότητα του μέσου ανθρώπου στο άκουσμα ενός ειδεχθούς εγκλήματος. Η απαθής στάση των σύγχρονων ανθρώπων απέναντι στο ανατριχιαστικό, αλλά, δυστυχώς, σύνηθες πλέον τίτλο : “Μητέρα αφού σκότωσε το παιδί της το τεμάχισε και το έθαψε.” Φαίνεται ότι η απευαισθητοποίηση του ατόμου -ο οποίος ενσαρκώνει σταδιακά τη μορφή μεταλλεύματος – αποτελεί το αποτέλεσμα του καταιγισμού του από σκληρότητα. Με λίγα λόγια, η υπερκατανάλωση βίας, είτε από τις ανούσιες και ανόσιες τηλεοπτικές σειρές, είτε από την τάση των media για λεπτομερή περιγραφή αποτροπιασμών με τρόπο εντελώς ακατάλληλο ή ακόμα και από το οικείο, οικογενειακό, σχολικό, κοινωνικό περιβάλλον αποτελεί τη γενεσιούργo αιτία της μαλθακής αντίδρασης των ανθρώπων-αν μπορεί να χαρακτηριστεί “αντίδραση” ή απάθεια, χωρίς να δημιουργηθεί οξύμωρο σχήμα – απέναντι σε κάθε μορφή εγκλήματος, είτε αυτό συμβαίνει χιλιόμετρα μακριά τους, είτε μια ανάσα κοντά τους. Την πλέον γενεσιούργο αιτία, καθώς η τελευταία είναι έρμαιο της εκάστοτε εποχής. Επίκαιρα, λοιπόν, η ροπή του ανθρώπου στην προξένηση και τη δεκτικότητα τόσο πόνου αποδίδεται στην δυνατότητα – που έγινε χάρισμα – των ανθρώπων να μένουν συναισθηματικά αλώβητοι και ανεπηρέαστοι μπροστά σε κάθε αποτροπιασμό.
Φυσικό επακόλουθο του να αντέχει κανείς τόσο φυσικά και αβίαστα τον πόνο του άλλου είναι κάποια στιγμή να του τον προξενήσει. Με απλά λόγια, είναι τόση πολλή η βία που έχουμε μεταβολίσει ως κοινωνία , και συνεχίζουμε, με αποτέλεσμα να αποκτούμε ανοσία, η οποία σε κάθε άλλη περίπτωση θα ήταν χρήσιμη. Η κατάσταση βέβαια καθίσταται χειρότερη για τις γενιές που γεννιούνται σε αυτές τις συνθήκες της έξαρσης του αποτροπιασμού αλλά και για τις υπόλοιπες που θα γεννηθούν. Διότι, είναι απίθανο να αποφύγεις τη βία όταν την καταναλώνεις καθημερινά και με όλες σου τις αισθήσεις. Είναι εξίσου απίθανο να αντιδράσεις στην κακοποίηση του συνανθρώπου σου, να πολεμήσεις για την εξάλειψη της και να απαιτήσεις δικαιοσύνη και ανθρωπιά όταν δεν την έχεις γνωρίσει, αλλά αντίθετα έχεις συνηθίσει στην αβίωτη και βίαιη πραγματικότητα.
Επομένως, εφόσον οι αιτίες των νοσηρών φαινομένων της κοινωνίας μας μεταβάλλονται, με ρυθμούς ανάλογους με την εξέλιξη της, τους ίδιους ρυθμούς πρέπει να ακολουθούν και οι προτεινόμενες λύσεις, τα μέτρα αντιμετώπισης. Ίσως δε και γρηγορότερους, διότι είναι γνωστό ότι η πρόληψη είναι αποδοτικότερη από τη θεραπεία.