Σε αυτή την πρωτόγνωρη περίοδο που διανύουμε και ενώ η αντοχή μας δοκιμάζεται λόγο του περιορισμού της κυκλοφορίας και του εγκλεισμού – ένα επώδυνο αλλά μάλλον απαραίτητο μέτρο ώστε ο ιός να ακολουθήσει κατιούσα πορεία και να εξαλειφθούν οι αρνητικές συνέπειες του – όλοι συζητάμε για τον νέο κορωνοϊό. Ανταλλάσσουμε συμβουλές, απόψεις, διατυπώνουμε ανησυχίες και αναζητούμε τρόπους προστασίας. Η επιδημία του COVID-19 έχει προκαλέσει αλλαγές στην ζωή μας με τρόπο ανεξίτηλο και έχουν δημιουργηθεί σοβαρές επιπτώσεις, πέρα από την εξάπλωση της νόσου και τις προσπάθειες απομόνωσης της. Επιπτώσεις στην κοινωνία, στις συνθήκες εργασίας, στους θεσμούς, στη θρησκεία με την ακύρωση των λατρευτικών τελετών και το κλείσιμο των εκκλησιών, στη λειτουργία των συστημάτων υγείας με την απουσία προσωπικού και την έλλειψη εφοδιασμού με φαρμακευτικά προϊόντα αλλά και στην οικονομία λόγω της περιορισμένης τουριστικής κίνησης στην Ελλάδα, και την αδρανοποίηση της εγχώριας οικονομίας. Η πανδημία έχει επηρεάσει και τα εκπαιδευτικά συστήματα παγκοσμίως, οδηγώντας στο γενικό κλείσιμο σχολείων, πανεπιστημίων και την καθιέρωση της τηλε-εκπαίδευσης ως ένα μέτρο μέσω του οποίου θα τιθασευτεί ο ιός. Είναι οι υπάρχουσες συνθήκες τέλειες για ένα τέτοιο εγχείρημα;
Είναι γεγονός πως η αντικατάσταση των σχολικών αιθουσών και η θέσπιση της εκπαίδευσης από απόσταση, αποτελεί μια λύση έκτακτης ανάγκης. Το πιο σημαντικό πλεονέκτημά αυτής είναι ότι καταργεί την απόσταση ενώ τα πολυμέσα που χρησιμοποιούνται στην τηλεκπαίδευση καθιστούν το μάθημα πιο ελκυστικό και ενδιαφέρον, ιδίως στις μικρότερες ηλικίες που δείχνουν μεγαλύτερη προθυμία συμμετοχής. Σε κάθε περίπτωση όμως, η προσφυγή στην τηλε-διδασκαλία, συνεπάγεται με αρκετά -άλυτα ακόμη- προβλήματα, σύμφωνα με μαρτυρίες χιλιάδων μαθητών, εκπαιδευτικών, και γονιών που τα βιώνουν καθημερινά. Όπως είναι φυσικό, υπάρχουν άτομα που δηλώνουν 《οπαδοί》 της τηλεκπαίδευσης – καθώς τους δίνεται η δυνατότητα να βρίσκονται στο σπίτι, στον φυσικό τους χώρο και όχι στην σχολική αίθουσα ενώ υποστηρίζουν πως ακόμα και υπό αυτές τις συνθήκες υπάρχει η δυνατότητα διεξαγωγής συζητήσεων, και ανταλλαγής απόψεων μεταξύ καθηγητή και μαθητή. Ωστόσο δεν είναι λίγοι αυτοί που την αποδοκιμάζουν και είναι αντίθετοι με την, επί ώρες παραμονή τους μπροστά στο laptop ενώ παράλληλα επισημαίνουν πως 《χάνεται》 το σημαντικότερο χαρακτηριστικό που προϋποθέτει η εκπαιδευτική διαδικασία, η αλληλεπίδραση, εφόσον η επικοινωνία μεταξύ του εκπαιδευτικού και του διδάσκοντα επιτυγχάνεται αποκλειστικά με την βοήθεια των τεχνολογικών μέσων χωρίς να έχει πάντα τα επιθυμητά αποτελέσματα. Η τηλεκπαίδευση δημιουργεί ψυχολογικό φορτίο και έχει αρνητικές συνέπειες στους μαθητές καθώς είναι δύσκολο να ενταχθούν σε αυτόν τον καινούργιο τρόπο διδασκαλίας. Κύριος στόχος του σχολείου είναι η επίτευξη της κοινωνικοποίησης του ατόμου, ώστε να μαθαίνει από νεαρή ηλικία να συνυπάρχει, να συνεργάζεται και να αναπτύσσει υγιείς σχέσεις με τους άλλους. Πράγματι, η εξ’ αποστάσεως εκπαίδευση δεν κατάφερε να εκπληρώσει τον στόχο αυτό, καθώς το 《ψηφιακό》 σχολείο δεν αποτελεί σε καμία περίπτωση “χώρο κοινωνικοποίησης”. Το σίγουρο είναι πως η τηλεκπαίδευση δεν μπορεί να αντικαταστήσει την φυσική παρουσία του μαθητή και του δασκάλου στην σχολική τάξη καθώς ακόμη και τώρα δεν υπάρχει ολική πρόσβαση των μαθητών σε αυτή. Σύμφωνα με έρευνες αποδεικνύεται πως ένα ποσοστό εξακολουθεί να αντιμετωπίζει προβλήματα και να βρίσκεται εκτός τηλεκπαίδευσης. Δεν είναι λίγοι αυτοί που αντιμετωπίζουν προβλήματα έλλειψης ηλεκτρονικού εξοπλισμού, έλλειψης γνώσεων και δεξιοτήτων για τον χειρισμό αυτού ακόμα και αδυναμία σύνδεσης στο διαδίκτυο. Τόσο μαθητές όσο και εκπαιδευτικοί είναι εκτεθειμένοι έχοντας ελάχιστη επιμόρφωση. Αυτή η κατάσταση είναι σίγουρα δυσκολότερη για τα παιδιά με ειδικές ανάγκες. Πώς λοιπόν το εκπαιδευτικό σύστημα παρέχει ίσες ευκαιρίες στην μόρφωση; Την ίδια στιγμή που τα προβλήματα αντί να μειώνονται, πληθαίνουν δημιουργώντας σύγχυση στους μαθητές και στους καθηγητές προτείνεται η αξιολόγηση των μαθητών μέσω ηλεκτρονικών εξετάσεων προκαλώντας την αντίδραση και των δύο πλευρών. Η εφαρμογή του συγκεκριμένου τρόπου αξιολόγησης των μαθητών, μειώνει την αξιοπιστία των αποτελεσμάτων εφόσον κανείς δεν επιτηρεί τους μαθητές, μπορούν εύκολα να αναζητήσουν τις απαντήσεις στο σχολικό βιβλίο, γεγονός που εμποδίζει τη ουσιαστική μετάδοση των γνώσεων.
H παιδεία αποτελεί βασική αποστολή του Kράτους και είναι καθολική ανάγκη. Η τηλεκπαίδευση δεν είναι μονόδρομος. Επομένως, το άνοιγμα σχολείων και πανεπιστημίων πρέπει να γίνει προτεραιότητα, ώστε η αναστολή τους να μην αποτελέσει πλήγμα στη δημόσια εκπαίδευση.
Επειδή το μέλλον μιας κοινωνίας στηρίζεται στην Παιδεία.