Το τελευταίο καιρό ασχολήθηκα αρκετά με τα τρία βιβλία (αυτά μόνο που έχουν μεταφραστεί) του Αμερικάνου συγγραφέα αστυνομικών βιβλίων, Τζον Βέρντον. Τα μυθιστορήματα του κυκλοφορούν αρκετά χρόνια τώρα από τις εκδόσεις Διόπτρα σε μετάφραση του Γιώργου Μπαρούξη στην ελληνική αγορά, σημειώνοντας σημαντικές επιτυχίες στο αναγνωστικό κοινό που αγαπά τα σκοτεινά μυστήρια, τους εκλεπτυσμένους ντετέκτιβ και φυσικά την καλή γραφή.
Τα βιβλία του φυσικά είναι εκπληκτικά. Η πλοκή κάθε έργου του είναι τόσο αρμονικά ανατριχιαστική, με έντονες σκηνές γεμάτες αγωνία, ολοκληρωμένους έξυπνους και διασκεδαστικούς ήρωες και επικίνδυνους δολοφόνους, που άλλοτε στέλνουν σημειώματα και ζητάνε από τα θύματά τους να σκεφτούν αριθμούς, άλλοτε δημιουργούν ψεύτικους κηπουρούς για να καλύψουν τον φόνο τους και άλλοτε τιτλοφορούνται παραδόξως ως «καλοί ποιμένες». Οι τίτλοι των βιβλίων του αποτελούν τρομακτικές παρακινήσεις του αναγνώστη να σκεφτούν ή να κάνουν κάτι. Το πρώτο του βιβλίο είναι το «Σκέψου έναν αριθμό», μετά ακολουθεί το «Κράτα τα μάτια σου κλειστά» και καταλήγει με το «Άσε τον διάβολο ήσυχο».
Παρόλα αυτά, δεν είναι τόσο οι επιτυχίες των βιβλίων του, που με έκαναν να θέλω να γράψω για αυτόν, όσο ο τρόπος που γράφει καθώς και οι πλοκές που περιεργάζεται. Διάβαζα τα βιβλία του και φυσικά μαγεμένη προσπαθούσα να καταλάβω τι ακριβώς είναι αυτό που τον κάνει να ξεχωρίζει. Ειλικρινά, θα μπορούσα να ξεχωρίσω ένα κείμενό του ανάμεσα σε πολλά άλλα. Όμως αυτό δεν έχει να κάνει τόσο με το ύφος του.
Μετά από αρκετή αναζήτηση κατέληξα σε μόνο ένα αποτέλεσμα. Ο Τζον Βέρντον γράφει και το διασκεδάζει. Γράφει για να περνάει καλά και αυτό είναι κάτι χαρακτηριστικό, για εμένα, στα μυθιστορήματα του. Γράφει για να γυρίζει πίσω στα κείμενά του, να τα ξαναδιαβάζει και να χαμογελάει. Τελικώς, γράφει για τον εαυτό του. Όχι κάτω από κάποια πίεση που χαρακτηρίζει άλλους συγγραφείς, που συνήθως έχει να κάνει με την αγχωτική ανάγκη τους για αναγνώριση και δόξα και σίγουρα όχι προκειμένου να πετύχει το παιδικό του όνειρο πιεζόμενος κάτω από μια καταναγκαστική μανία να πετύχει ένα στόχο που έχει χάσει το νόημά του.
Ο Τζον Βέρντον είναι ένας χαρούμενος άνθρωπος που εκπληρώνει ένα όνειρο. Κάθε λέξη που υπάρχει στο βιβλίο του, αλλά περισσότερο οι λέξεις που δεν υπάρχουν το αποδεικνύουν αυτό. Διαλέγει δηλαδή να κινήσει ελεύθερα τα νήματα της πλοκής κάθε βιβλίου του, χωρίς να φορτώνει με χιλιάδες περιττές λέξεις το κείμενο του, με άχρηστους επιθετικούς προσδιορισμούς, με μακρόσυρτα ψεύτικα επιφωνήματα κ.α.
Εκτός αυτού, ο Τζον Βέρντον έχει δημιουργήσει, όπως ο ίδιος επισημάνει στο βιβλίο του, τον καλύτερο ντετέκτιβ του κόσμου, τον διάσημο ντετέκτιβ Ντέιβιντ Γκάρνεϊ. Έχει δημιουργήσει έναν ήρωα ειλικρινά πανέξυπνο, ευρηματικό, πολυμήχανο και ακαταμάχητο που δεν διστάζει να τον παινεύει συνέχεια και να τον αναδεικνύει με κάθε τρόπο, μην επιτρέποντας σε κάποιον να αμφισβητήσει τις ικανότητές του. Εκτός αυτού, ο ντετέκτιβ του είναι στην ευνοϊκή (ευτυχώς για τους αναγνώστες θέση) να μην κατακλύζεται από τα συνηθισμένα προβλήματα άλλων λογοτεχνικών επιθεωρητών. Δεν έχει κάποια τεράστια εξάρτηση, ούτε από το ποτό, ούτε από το κάπνισμα και φυσικά ούτε από κάποια απαγορευμένη ουσία. Σε αντίθεση με τους άλλους, είναι παντρεμένος και έχει γιο, με την πρώτη βέβαια γυναίκα του, γεγονός που από μόνο του τον κάνει λιγότερο περίπλοκο και κουραστικό. Να επισημάνω και ότι ο γιος του δεν τον μισεί, όπως συνηθίζεται.
Εκτός αυτού όσο αφορά τον Ντέιβιντ, κλασσικά και αυτός αντιμετωπίζει την απειλή της ζωής του στο τέλος κάθε βιβλίου που πρωταγωνιστεί και φυσικά καταφέρνει να βγαίνει νικητής από εκεί, χωρίς όμως να κατακλύζεται από τους ηρωισμούς άλλων πρωταγωνιστών. Μετά από κάθε ήττα, βγαίνει ηττημένος, όπως έπρεπε να βγει και καλείται να αντιμετωπίσει τα προβλήματά του και να προσπαθήσει να σώσει τις δυνάμεις του για το μόνο πράγμα που τον κάνει να μένει ζωντανός, την εξιχνίαση δολοφονιών. Να πω, επίσης ότι ο Βέρντον, σε κάθε του βιβλίο σκαρφίζεται πειστικές δικαιολογίες για να κάνει τον ήρωα του, να αφήσει την ειδυλλιακή ζωή στο σπίτι του στην επαρχία της Νέας Υόρκης και να ασχοληθεί με μια νέα υπόθεση. Τίποτα δεν πιέζει την πλοκή, παρά μόνο η αλήθεια.
Τέλος, ένας λόγος που καθιστώ τον Βέρντον ως έναν ευτυχισμένο δημιουργό είναι οι πλοκές των βιβλίων του και οι δολοφόνοι που έχει δημιουργήσει. Ο Τζον Βέρντον, αρνείται να υπηρετήσει απλούς και ασήμαντους φόνους. Αντίθετα, δημιουργεί κάποιους από τους πιο κινηματογραφικούς δολοφόνους, παθιασμένους ανθρώπους με εμμονές και αντιπάθειες, καθώς και μια εκπληκτική τάση στην τρέλα, με μοναδικό τους στόχο να πετύχουν, σκοτώνοντας. Οι δολοφόνοι του είναι ακραίοι και διασκεδαστικοί ταυτόχρονα, όπως και τα κίνητρά τους. Ο Τζον Βέρντον δημιούργησε ήρωες σκοτεινούς και απόλυτα τρομαχτικούς. Δημιούργησε τους φανταστικούς δολοφόνους που λίγοι τόλμησαν να δημιουργήσουν, μέσα από την ακατέργαστη φαντασία του, χωρίς όρια. Και αυτό τον καθιστά μοναδικό, όπως και τα βιβλία του.
Αν ποτέ σκεφτείτε να γράψετε προσπαθήστε να το κάνετε μόνο για εσάς, όπως αυτός. Άλλωστε το μόνο όνειρο που πρέπει να έχετε είναι να είστε ευτυχισμένοι.
Και αν σας ενδιαφέρει, διασκεδάστε μαζί του. Τα βιβλία του, ειδικά τα δύο πρώτα, είναι εκπληκτικά και κυκλοφορούν παντού.
Με αγάπη και ευχές για καλή ανάγνωση,
Η λευκή στρουμφίτα
One Comment
monkey funky
μαλιστα….