Πίσω από κάθε αναπάντεχη σιωπή μου κρύβονται όλα όσα δεν έμαθα. Οι εμπειρίες που πέταξαν μακριά μου και εξαφανίστηκαν προτού περάσω τα δάχτυλά μου μέσα από τα δίχτυα τους και έτσι δεν χαράκωσαν το δέρμα μου. Και οι πληγές της ζωής δεν άφησαν ουλές επάνω στην στιλβωμένη επιφάνεια της ψυχής μου, ώστε να μνημονεύω τον πόνο και τον φόβο σε κάθε μου αναπνοή. Μόνο κάτι ανεπαίσθητες γρατζουνιές διακρίνονται στο φώς των ημερών που σαν οπτασία της ερήμου εξαφανίζονται σε κάθε βλέμμα που απλώνεις πάνω μου.
Δεν έμαθα τους τρόπους και τις μαεστρίες ενός κόσμου που χορεύει ξέφρενα και αμετανόητα με το σκοτάδι εναγκαλιζόμενος αμαρτωλά πάθη που πνέουν τα λοίσθια με την έλευση του αψεγάδιαστου πρωινού. Δεν έμαθα την έννοια της κυνικότητας και της απρόσκοπτης κακίας που παρασέρνουν με το χειμαρρώδες μένος τους κάθε ψυχή που σπάει σαν κλαδί από το βάρος της καθημερινότητας αντί να λυγίζει…
Καταμετρώ όσα δεν έμαθα και στοιβάζω την άγνοιά μου εμπρός στα πόδια σου. Εναποθέτω την σιωπή μου στα χέρια σου, πλανεύοντάς σε να πιστέψεις ότι είμαι λευκό χαρτί μες στις σελίδες της ζωής…
Κι όμως… αν σταθείς μπροστά στο είδωλό μου θα το δεις… ότι η σιωπή μου έκρυψε μέσα της, σε μια γωνιά, και όσα ξέρω… μαθήτευσα συναισθήματα από χρόνια ξεχασμένα στα γρανάζια του καιρού. Αξίες άγνωστες στα κατάστιχά σου που σε τρομάζουν. Μαθήτευσα υπό το φως της πανσελήνου την ουσία της ανάσας μας. Αλήθειες ντυμένες στα χρώματα της φύσης.
Επιπροσθέτως, έμαθα να σμιλεύω το πάθος του έρωτα που ονειρεύτηκες και δίψασες. Έμαθα να «διαβάζω» τις επιθυμίες πίσω απ’ τις οποίες κρύβεσαι. Έμαθα να πλέκω το ενδιαφέρον μου στα μέτρα του παραστήματός σου…
Μα πάνω απ’ όλα, έμαθα να ανοίγω τον κόσμο μου μπροστά στη θωριά σου.. έναν κόσμο αόρατο στα μάτια του πλήθους μα έκδηλο σε σένα από απαρχής του χρόνου…