Ξαφνικά, ενώ νιώθεις να σε διακατέχει, η απόλυτη ηρεμία του έρωτα και της ελπίδας, ο εφιάλτης έρχεται ξανά, να σου χτυπήσει την πόρτα και να εισβάλλει, δίχως να τον περιμένεις… Σου παίρνει το χαμόγελο με τη βία και σε βουλιάζει πάλι στο κενό του σκότους… Δεν ξέρει πως να αντιδράσεις, είναι βράδυ, περασμένα μεσάνυχτα, σε λίγες ώρες ο ήλιος θα ξεπροβάλλει μέσα από το παράθυρο κι εσύ εκεί… Ακίνητος στον καναπέ, υποφέρεις, νιώθεις το σαλόνι σαν μια αίθουσα, με δικαστές απέναντι σου και εσύ στη θέση του κατηγορούμενου πάνω στην ηλεκτρική καρέκλα…
Τρέμεις, σε διακατέχει ο φόβος και χάνεσαι… Τι να κάνεις, δεν ξέρεις… Να φωνάξεις, να ουρλιάξεις, να βγεις έξω τρέχοντας, να πάρεις το αυτοκίνητο και να εξαφανιστείς… Τι από όλα; Ξαφνικά, για μια μικρή στιγμή, επανέρχεσαι και σκέφτεσαι να μιλήσεις, όπως και όσο μπορείς, στον άνθρωπο εκείνο που έχει κάνει το ταξίδι σου με πιο ήπιο καιρό φυσικά… Εκείνον που ταξίδεψε στ’ αλλαργινά τα μέρη, πριν από σένα και βγήκε νικητής, χωρίς να πνιγεί, όσες φορές κι αν βούλιαξε…
Με τις λιγοστές δυνάμεις σου, μέσα στο παραλήρημα των σκέψεων της μίλησες, γράφοντας της ένα μήνυμα… Η ώρα περασμένη και δεν άκουσε τον ήχο από το κινητό… Κι όμως μέσα στα απανωτά μηνύματα της κρίσης, ίσως ο Φύλακας Άγγελος σου, χαϊδεψε απαλά τα μαλλιά της και την ξύπνησε… Άνοιξε τα μάτια της ήρεμη και συνειδητοποιημένη, δίχως να ταραχτεί μια στάλα… Διάβασε το μήνυμα σου και αφυπνίστηκε αμέσως… Άρχισε να σου γράφει, εκείνη τη στιγμή ήξερε τι πρέπει να σου πει…
Σου είπε μόνο δυο λόγια, εκείνα τα λόγια που έγιναν το βάλσαμο που αποζητούσε η καρδιά σου… Την ρώτησες αν φοβήθηκε, αν αναστατώθηκε… Πως να αναστατωθεί όταν ξέρει τη φουρτούνα αυτή, καλύτερα από τον καθένα; Ξέρει τις μεταπτώσεις, νιώθει τον πόνο και αφουγκράζεται τη θλίψη της στιγμής… Σου έλειπε η αγκαλιά εκείνη τη στιγμή, η δική της όμως αγκαλιά… Εκείνη δίχως άγχος και έξω πλέον από το σκοτάδι, γνωρίζοντας καλά τον φόβο όμως, το μόνο που έκανε ήταν να σου απλώσει τόσο διακριτικά το χέρι της…
Ήταν αρκετή η φράση ”πάμε να κοιμηθούμε αγκαλιά”, το συναίσθημα στο μετέδωσε αμέσως και τα λόγια του μηνύματος της ήταν, σαν να στα λέει ψιθυριστά στο αυτί… Ενώ ήταν μακριά σου, την ένιωσες δίπλα σου, ένιωσες την ζεστασιά της αγκαλιάς της και την γαλήνη της ψυχής της… Αμέσως, ενεργοποιήθηκαν οι αισθήσεις σου και το μυαλό σου επανήλθε… Ηρέμησε ο κόσμος σου και βγήκες πάλι στο φως μαζί της… Έχοντας το συναίσθημα της, στα χέρια σου, ξάπλωσες με ησυχία και γλυκοκοιμήθηκες σ’ ένα μαξιλάρι στρωμένο από ροδοπέταλα, από το τριαντάφυλλο, που μόλις σου είχε χαρίσει, αφού πρώτα είχε ξεριζώσει όλα τα αγκάθια ένα προς ένα…
Είναι δύσκολο το ταξίδι, μα ο προορισμός είναι το φως, που αποπνέει εκείνη, η λάμψη, είναι τόσο προκλητική… Αυτή η πρόκληση, είναι εκείνη που θα γίνει η άγκυρα να σε βιράρει στην επιφάνεια και να νιώσεις ασφαλής και κυρίως υγιής… Μην φοβάσαι, τερμάτισε τα χειριστήρια, είσαι ήδη στο τέλος του ταξιδιού… Ο ”βηματοδότης” που έψαχνες, φανερώθηκε σαν φάρος μπροστά σου… Στόχευσε στο φως του φαναριού και πήγαινε κοντά στον φύλακα άγγελο σου… Είναι κοντά σου και θα παραμείνει…
…Go Ahead…