Διανύουμε μια περίοδο με τον πλανήτη σε διαρκή αναταραχή, από τις πυρηνικές απειλές ΗΠΑ – Βόρειας Κορέας στην άνοδο της ακροδεξιάς στη Γερμανία, για πρώτη φορά από το 1945, και τα επεισόδια στην Καταλονία. Διαβάζοντας για όλα αυτά θυμήθηκα μια ταινία 80 ετών, αλλά εξαιρετικά επίκαιρη τώρα, που αναφέρεται στη μεγαλύτερη μέχρι τότε σφαγή της ανθρωπότητας, τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, προειδοποιώντας και για την επικείμενη έλευση του επόμενου.
Η Μεγάλη Χίμαιρα (La Grande Illusion, 1937) – Αντιπολεμικό δράμα. 114′
Σκηνοθεσία: Jean Renoir
Σενάριο: Jean Renoir & Charles Spaak
Πρωταγωνιστούν: Jean Gabin, Pierre Fresnay, Dita Parlo, Erich von Stroheim
Ένας Γάλλος αριστοκράτης αξιωματικός κι ένας «κοινός» συνάδελφός του πιάνονται αιχμάλωτοι από τους Γερμανούς στα χρόνια του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Εκεί θα αναπτύξουν δεσμούς με άλλους αιχμαλώτους, ακόμη και με εχθρούς, και θα προσπαθήσουν να βρουν έναν τρόπο για την ελευθερία.
Ένα έργο τέχνης, ακόμη κι όταν αναφέρεται σε διαφορετική εποχή από αυτή στην οποία δημιουργήθηκε, αντανακλά άμεσα την κοινωνικοπολιτική κατάσταση του δικού του χώρου και χρόνου δημιουργίας μέσα από τη ματιά του δημιουργού του. Έτσι, το 1937, ο μεγάλος Γάλλος σκηνοθέτης Ζαν Ρενουάρ (La bete humaine, Ο κανόνας του παιχνιδιού κ.α.), εκφραστής του ποιητικού ρεαλισμού, περιγράφει μεν μια ιστορία από τον –ακόμα πρόσφατο τότε- Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, έχοντας ωστόσο καθαρά στο μυαλό του την προοπτική μιας ακόμη αιματηρής σύγκρουσης, που δυστυχώς, δυο χρόνια μετά, έγινε πραγματικότητα.
Κεντρικοί ήρωες δύο διαφορετικής καταγωγής και νοοτροπίας Γάλλοι αξιωματικοί στα χρόνια του Μεγάλου Πολέμου. Ο ένας (Fresnay), αριστοκράτης, φινετσάτος, ευγενικός, γνωρίζει ξένες γλώσσες και συνήθειες και συμπεριφέρεται ανάλογα. Ο άλλος (Gabin), λαϊκής καταγωγής, απλός στους τρόπους, στον τρόπο ομιλίας και τις συνήθειές του. Αμφότεροι συλλαμβάνονται από τους Γερμανούς, αμφότεροι πατριώτες –στο σωστό βαθμό- καλόψυχοι και ανιδιοτελείς, προσπαθούν να επιβιώσουν και, τελικά, να αποδράσουν.
Στα διάφορα στρατόπεδα αιχμαλώτων που τους τοποθετούν οι Γερμανοί στη διάρκεια της ταινίας βλέπουμε κι άλλους χαρακτήρες. Μεταξύ αυτών, ξεχωρίζει ένας Γαλλοεβραίος αιχμάλωτος, πλούσιος αλλά επίσης ανιδιοτελής, ένας χαρακτήρας που έφτιαξε ο Ρενουάρ για να δείξει ότι οι Εβραίοι της Γαλλίας, σε αντίθεση με άλλες χώρες στα τέλη των 30΄s, συμβιώνουν ειρηνικά με τους συμπολίτες του. Ενδιαφέρουσα μορφή και ο Γερμανός επικεφαλής του στρατοπέδου (von Stroheim), επίσης αριστοκράτης και με απαραβίαστους κώδικες τιμής, καθώς και με μια θλιμμένη νοσταλγία για την εποχή που η τάξη του απολάμβανε όλα τα προνόμια. Συχνά ο Γάλλος και ο Γερμανός αριστοκράτης, παρότι εχθροί, βρίσκουν περισσότερα κοινά μεταξύ τους παρά με τους «λαϊκούς» συμπατριώτες τους, ο πατριωτισμός και το καθήκον όμως πάντοτε επικρατούν στο τέλος.
Η Μεγάλη Χίμαιρα δε διαθέτει πρακτικά κανέναν «κακό» ή αντιπαθή χαρακτήρα, ο μόνος κακός του έργου είναι ο πόλεμος, και είναι ισχυρότατος. ‘Ανθρωποι που σε καιρό ειρήνης δειπνούσαν και γλεντούσαν μαζί στρέφονται ο ένας εναντίον του άλλου, χωρίς καν να πιστεύουν πως υπάρχει κάποιο νόημα σε όλο αυτό. Ο αυθεντικός τίτλος της ταινίας (illusion = ψευδαίσθηση) αναφέρεται γενικά στην ψευδαίσθηση πως ο πόλεμος μπορεί να λύσει οτιδήποτε, και ειδικότερα στην πεποίθηση της εποχής πως ο Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος ήταν «ο πόλεμος που τελείωσε όλους τους πολέμους», που διαψεύστηκε οικτρά πολύ σύντομα.
Ο Ρενουάρ, έχοντας επίγνωση της κατάστασης στην Ευρώπη όταν προβλήθηκε η ταινία, προσπάθησε να περάσει, μάταια προφανώς, ένα μήνυμα για τη ματαιότητα του πολέμου και τη σημασία αυτών που ενώνουν τους ανθρώπους ανεξαρτήτως εθνικότητας. Η ταινία του ήταν τρομερά επίκαιρη τότε –ο ίδιος την έκανε άλλωστε- αλλά παραμένει και τώρα, ειδικά μάλιστα αυτό τον καιρό που οι κρίσεις ανά τον κόσμο κλιμακώνονται και μια ευρεία σύγκρουση με ανυπολόγιστες συνέπειες δε φαντάζει πια τόσο απίθανη.
Οι ηθοποιοί που επιστράτευσε ο σκηνοθέτης στους πρωταγωνιστικούς ρόλους υπήρξαν μεγάλα ονόματα της εποχής τους σε αμφότερες τις πλευρές του Ατλαντικού και αποδίδουν εξαιρετικά, αν και η auteur φιλοσοφία του δεν αφήνει περιθώρια για μεγάλες ατομικές ερμηνείες. Ο Ρενουάρ χρησιμοποίησε γερμανόφωνους ηθοποιούς για τους αντίστοιχους χαρακτήρες, αφενός για περισσότερο ρεαλισμό κι αφετέρου για να περάσει ακόμα ένα ενωτικό μήνυμα μεταξύ των δύο κρατών που βρίσκονταν στα πρόθυρα της σύρραξης.
Ογδόντα ολόκληρα χρόνια μετά, καλό είναι να ξαναδούμε ταινίες σαν αυτή για να καταλάβουμε, ως άτομα αλλά και ως ανθρώπινο σύνολο, πόσο καταστροφικό αλλά και βλακώδες είναι να οδηγείται η ανθρωπότητα σε συγκρούσεις και να χάνονται γενιές ανθρώπων για το τίποτα. Ο Ρενουάρ το πετυχαίνει αυτό, με τα λιγοστά μέσα της εποχής του, χωρίς να δείξει καν μια σκηνή μάχης, και το φιλμ θεωρείται δικαίως ταινία-σταθμός στην ιστορία του κινηματογράφου, και μνημονεύεται ανάλογα.
Βαθμολογία: 8,5/10