Οι άνθρωποι γενικώς χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Σ’ εκείνους που τρώνε σαλιγκάρια με πουρέ, που πίνουν καφέ με παγωτό, που πιστεύουν στη τέχνη, που βαυκαλίζουν την τέχνη, στους ποιητές, τους κυνικούς, τους ρομαντικούς, τους σουρεαλιστές, τους ερωτευμένους, τους ελεύθερους, τους συμβιβασμένους, τους βολικούς, τους απροσάρμοστους, τους αντικειμενικούς τους επιλεκτικούς και σ΄εκείνους που μπορούν να εντοπίσουν το ανθρώπινο στοιχείο πέρα απ΄τις κατηγοριοποιήσεις.
Το να ψάχνεις συνεχώς να ανήκεις κάπου είναι μια ατελής πνευματική επιθυμία στηριγμένη στη επιλεκτική διαστρέβλωση μιας ερμηνείας του Αριστοτέλη. Για να υποταχθείς καθολικά σε κάτι, για να κερδίζεις ένα μεγάλο φιλί, μία σπουδαία αναμέτρηση, μια ελπιδοφόρα παράταση της ζωής, ένα ρομαντικό δείπνο με θέα το φεγγάρι, μία φιλία σπαρμένη με ροδοπέταλα, έναν χαιρετισμό πρωτόγνωρο και μία ειλικρινή αναγνώριση θα πρέπει πρώτα απ΄όλα να έχεις μοναχικότητα, αυθυπαρξία και ειλικρίνια σε κάθε μόριο του οργανισμού σου.
Αν ανήκουμε κάπου ανήκουμε μονάχα στη σελήνη. Μαγνητιζόμαστε απ΄τη δύναμή της και μαγνητίζεται από μας. Βρισκόμαστε λοιπόν σε μία μπερδεμένη κατηγοριοποίηση του είναι, που λάμπει σαν αστέρι, εκπνέει σαν υπόγειος θάλαμος του μετρό και λυσομανεί σαν χτυπημένος ταύρος λίγο πριν το δεύτερο γύρο της μάχης.
Ένας οργανωμένος αγώνας παρενθέσεων με στόχο την απείθαρχη υπερεξουσία του τίποτα είναι η κατηγοριοποίηση. Με ματωμένα μυαλά, κουρασμένα χέρια, διπολικά συναισθήματα, σκορπισμένα μάτια, ψάχνουμε μια βολική ελευθερία που μας χτυπά τη πόρτα κι εμείς κλειδώνουμε και τα παράθυρα.
Μια τρομοκρατική επίθεση είναι οι δεύτερες σκέψεις, ένα παραταλαντωμένο σύνορο που βάλαμε αυθαίρετα ανάμεσα στις φιλοδοξίες και τις απελπισίες μας.
Γιατί μπορείς να ζήσεις κουβαλώντας ένα όνειρο. Μα δε μπορείς να πεθάνεις κουβαλώντας το όνειρο κάποιου άλλου. Η πληρότητα είναι μία ασταθής κατάσταση σαν τη κίνηση και την αδράνεια στο σύμπαν. Διαρκώς αλλάζει κι εξελίσσεται. Ακριβώς όπως η προσωπικότητά μας στη διάρκεια μιας εφηβείας ή μιας αιωνιότητας.
Οτιδήποτε μπορεί να συμβεί συμβαίνει απλά σε διαφορετικές πραγματικότητες. Οτιδήποτε μπορεί να συμβεί συμβαίνει αρκεί να ορίσουμε το λόγο για τον οποίο θέλουμε να συμβεί και να δοκιμάσουμε όσο το δυνατόν περισσότερους τρόπους για την επίτευξή του. Αντιλαμβανόμαστε λοιπόν την ματαιότητα του «ανήκω» τη σπουδαιότητα του ‘«θέλω», την μαγεία της εμμονής, την ανελευθερία των δεύτερων σκέψεων.
Μέσα σε μία σχετική πραγματικότητα, μέσα σε έναν κυκεώνα δεύτερων σκέψεων οι ας διαλέξουμε εκείνη που μας μετουσιώνει σε σημεία μοναδικότητας, που μας εκτοξεύει σ΄εκείνον τον πλανήτη που ονειρευτήκαμε παιδιά, χωρίς να αφήσουμε κανέναν να μας πείσει πως εκείνος ο πλανήτης δεν υπάρχει.
Πώς η πορεία ενός ατόμου σε μία κοινωνία κατασκευασμένη για να ικανοποιεί αποκλειστικά μαζικές ανάγκες μπορεί να αφήσει το στίγμα της σ΄ένα σημείο του χάρτη και να ταυτίσει εν τέλει το παιδικό όνειρο με τον ώριμο στόχο;
Είναι ελπιδοφόρα αναμέτρηση η μάχη με τα σύνολα. Συμβαίνει καθημερινά. Όλοι ανήκουμε και όλοι μας ανήκουν σε κάποιες στιγμές ανά δευτερόλεπτα. Ωστόσο αν ακολουθήσεις εκείνη την ιδιόρρυθμη σιωπή σου στο τέλος κάθε σκέψης, αν αντικρίσεις το πρόσωπό σου στον καθρέφτη πριν από κάθε μεγάλο «όχι», αν γυρίσεις τη ματιά σου στο φεγγάρι πριν από κάθε μεγάλο «ναι», αν ρίξεις μια ματιά σε διψασμένες γλάστρες, σε ανθρωπόμορφα τέρατα παραμυθιών, σε σκονισμένες σελίδες ξεχασμένων βιβλίων, σε αναγκαίες λυτρωτικές ευθύνες, σε σπινθηροβόλες στιγμές αναγκαιότητας, βγαίνοντας για λίγο εκτός βάρους, μεταξύ ηλιακής και σεληνιακής απόχρωσης του είναι, βλέπεις ολοκάθαρα σαν αντανάκλαση το προορισμό σου. Και ο προορισμός αυτός δεν είναι κάτι απτό. Δεν είναι κάτι που υπάρχει, που μπορεί με λόγια να εκφραστεί από σύνολα, που μπορεί με χέρια να πιαστεί από άτομα. Ο προορισμός αυτός ανήκει μονάχα σε σένα και τον ουρανό. Κανείς δε μπορεί να τον εκφράσει καλύτερα από ‘σένα, ούτε σαν εσένα. Το δώρο της μοναδικότητας μας ανήκει μόνο σε ένα άχρονο τώρα, σε μια σιωπή προσωπική, σε μια κλωτσιά στο στομάχι της αμφιβολίας, σε μία σφαίρα στο κρανίο της ανασφάλειας, σε ένα φιλί στο στόμα της υπερβολής.
Το να προσπαθείς να βάλεις τον εαυτό σου σε συγκεκριμένη θέση, στο ειδικό ράφι μιας βιβλιοθήκης που διαβάζεται τόσο διαφορετικά από το κάθε ζευγάρι μάτια είναι σαν να καλλιεργείς σπόρους λουλουδιών σε ένα έδαφος που η σύστασή του αλλάζει μέρα με τη μέρα. Τα λουλούδια δε θ’ ανθίσουν ποτέ. Γιατί τα σύνολα καθορίζονται απ΄τις πεποιθήσεις, οι πεποιθήσεις απ΄ την ηθική, η ηθική απ΄τον πολιτισμό, ο πολιτισμός απ΄τη γεωγραφία και η γεωγραφία από μια ανθρώπινη πεποίθηση πως επιβαλλόμαστε στη φύση την ίδια στιγμή που μας καταπίνει χωρίς προειδοποίηση, ενώ εμείς αλληλοσκοτωνόμαστε για ζωγραφιές, χαροπαλεύοντας μες το λαρύγγι της.
Θα καταφέρουμε λοιπόν να ανήκουμε μονάχα στη περίπτωση που δεν πεθάνουμε ή δεν ερωτευτούμε. Δηλαδή μονάχα στη περίπτωση που δεν ζήσουμε.