Πάντα πίστευα πως σε μια τέτοια μικρή ηλικία δεν υπάρχει ο ορισμός της αποτυχίας. Ή μάλλον όταν στον πρώτο μικρό «αγώνα» των πανελληνίων «απέτυχα». Δεν μου αρέσει σαν όρος. Συμβιβάζομαι καλυτέρα με την έννοια της αστοχίας. Συγκεκριμένα με την έννοια ότι προσπάθησες όσο μπορούσες άλλα ο στόχος δεν ήταν για εσένα. Αντιθέτως δεν τα παράτησες, σηκώθηκες και ας έπρεπε να τρέξεις χιλιόμετρα για να γευτείς τον καρπό μιας άλλης πορτοκαλιάς. Καθ’ όλη την διάρκεια του ταξιδιού προς την Ιθάκη, έπρεπε να κλάψεις αρκετά, να τα βάλεις με τον εαυτό σου για να συνειδητοποιήσεις πως ο συμβιβασμός με την αποτυχίας είναι ύπουλος. Τόσο πολύ που στο τέλος ξεχνάς τι θες και ποια πραγματικά είσαι. Με αυτόν τον τρόπο καταλήγεις ότι, η απάντηση στο τι σε κάνει να νιώθεις πως έχεις αποτύχει, είναι ένα μικρό δίλημμα. Εσύ ή οι άλλοι; Εσύ που φοβάσαι πώς θα ξεκινήσεις και πώς θα εκμυστηρευτείς στους ανθρώπους σου τις ιδέες και τα όνειρα σου; Ακόμα και τα πιο τρελά. Ή τι θα πουν οι άλλοι; Οι άλλοι που σε βλέπουν να παρεκκλίνεις από αυτό που οι λίγοι έχουν καθορίσει ως κοινωνικά αποδεκτό, έτοιμοι να σε κρίνουν για τις αποφάσεις σου; Επειδή ποτέ δεν θα μάθεις τι θα πουν, ο μόνος που ορίζει την αστοχία ή την αποτυχία (εσύ επιλέγεις) είσαι εσύ. Γι ’αυτό κάντο. Ξεκίνα από κάπου.
Ένα μόνιμο κακό το οποίο έχει διογκωθεί τώρα με την καραντίνα είναι ότι αφήνουμε τα όνειρα και τα έργα μας για το αύριο. Ένα αύριο που δεν ξέρουμε πότε θα έρθει ή προτιμούμε να μην συζητούμε, γιατί πολύ απλά φοβόμαστε την αποτυχία. Μα όνειρα και αποτυχία δεν μπαίνουν στην ίδια πρόταση, δεν το έμαθες; Αν βγαίνουν με τον φόβο της αποτυχίας, πάντα θα έχουν όρια. Γι΄αυτό τρέχα, πέτα το τσιγάρο και τρέχα. Και αν στο τέλος της ημέρας δεν έχεις μείνει ικανοποιημένη, τότε ξεκουράσου με την υπόσχεση πως αύριο θα είσαι πιο δυνατή. Γιατί στην τελική, αποτυχία είναι όταν δεν έχεις προσπαθήσει, όταν έχεις μείνει άπραγη, συνηθισμένη από την απέραντη ξάπλα ή μούδιασμα. Ή όπως μου είπε κάποια, όταν στο τέλος του αγώνα δεν έχει μείνει κάποιος να σου δώσει συγχαρητήρια.