Εσύ φοβάσαι να επιστρέψεις σπίτι σου μετά από μία βραδινή έξοδο, χωρίς τη συντροφιά κάποιου αγοριού: αδερφού, φίλου, συντρόφου; Έχεις αλλάξει αμφίεση τελευταία στιγμή, σκεπτόμενη πως ίσως προκαλέσεις τις ορέξεις και τις άγριες διαθέσεις κάποιου αρρωστημένου που ενδεχομένως να βρεθεί στο πέρας σου στο δρόμο προς το σπίτι, αργά το βράδυ; Έχεις ακούσει έστω και μια φορά στη ζωή σου κλισέ φράσεις- κοινωνικά κατάλοιπα όπως “Πού θα κυκλοφορήσεις τέτοια ώρα μες στο σκοτάδι κορίτσι πράμα(;)” ή “Πάρε και κάποιο πανωφόρι μαζί σου, μην είσαι γυμνή”, “Ο αδερφός σου είναι άλλο!”; Έχεις περάσει στο απέναντι πεζοδρόμιο ή έχεις επιταχύνει το βήμα σου, αγχωμένη στη θέαση της σκιάς ενός τυχαίου διαβάτη; Έχεις ξοδέψει ώρες ολόκληρες στο τηλέφωνο επικοινωνώντας κάθε φορά με άτομα που βρίσκονται κοντά σου, ώστε να μπορέσουν να συντρέξουν σε περίπτωση “ανάγκης”; Αισθάνθηκες ντροπή κι αηδία από σφυρίγματα, άσεμνες χειρονομίες, αισχρά σχόλια (κι όχι διακριτικό φλερτ) μεγαλύτερων -κατά πολύ- σε ηλικία ανθρώπων ή και συνομηλίκων σου;
Αν ναι, δεν είσαι μόνη. Βρίσκεσαι απλώς εγκλωβισμένη στην κοινωνία του σήμερα, του χθες, του αύριο. Στην κοινωνία που ποτέ δεν αποδέσμευσε τα κορίτσια της από το “φόβο” (WTF?!) του αρσενικού, άρρωστου εγκεφαλικά, που διεγείρεται γνωρίζοντας πως απέναντί του, υπάρχει ένα “θήραμα” που τον απεχθάνεται, τον φοβάται, τον αποφεύγει. Στην κοινωνία που “εφοδιάζει” τις γυναίκες της με μέσα αυτοπροστασίας κι αυτοάμυνας, αντί να γαλουχεί τους άνδρες της με τις αρετές του σεβασμού και της ισότητας. Στην κοινωνία που λίγο ενδιαφέρεται για το ποιόν του θύτη και τα μέσα συμμόρφωσής του ή αποφυγής επανάληψης τέτοιου είδους φαινομένων μα πολύ περισσότερο για το ποιόν του θύματος που την ώθησε στο να κυκλοφορήσει προχωρημένες ώρες σε δρόμους απόμερους, με ρούχα προκλητικά…
Γόνιμοι προβληματισμοί
Γιατί, ωστόσο, να δικαιολογούμε τον θύτη καταλογίζοντάς του ψυχογενή προβλήματα ή διανοητικής φύσεως; Γιατί να μην αντικρίσουμε ευθέως και χωρίς υπεκφυγές διαχρονικά, αιώνια στίγματα κοινωνικής παθογένειας που ελλοχεύουν σε τέτοιου είδους περιστατικά; Γιατί να φοβόμαστε τον εν δυνάμει “θύτη” κι όχι εκείνος την ενδεχόμενη ποινή; Τί είναι εκείνο που κάνει τον πρώτο απαθή κι “ατρόμητο”;
Μεγαλώνουμε υπό τον φόβο του βιασμού, μέσα από τα λόγια των μανάδων, τις περιγραφές δημοσιογράφων, την έλλειψη διαπαιδαγώγησης στα σχολεία, την ανικανότητα της πολιτείας να συνετίσει τον θύτη, ξεριζώνοντας εκ βαθέως όλα εκείνα τα στερεότυπα- αγκάθια που θέλουν τη γυναίκα αντικείμενο του σεξ κι όχι “συν- ποιητή” και τον έρωτα ατομικό “παιχνίδι” με ανδρικούς όρους κι όχι υγιή κι από κοινού σύμπραξη.
Ποτέ δε γύρισα μόνη στο σπίτι, ποτέ δεν κοίταξα κατάματα τους τύπους που με λόγια ταπεινωτικά μου απηύθυναν το λόγο, ποτέ. Πάντοτε σκεφτόμουν καχύποπτα, σκεφτόμουν τα χειρότερα. Η κίνηση του να σκύψω το κεφάλι ανησυχώντας υποσυνείδητα μήπως προκαλέσω ή του να διασχίσω ένα σοκάκι με βήμα ταχύ και με ανάσα λαχανιασμένη, είναι άκρως αντανακλαστική. Κι αν τα λόγια μου σου φαντάζουν ιδιαιτέρως μελοδραματικά ή υπερβολικά και παραφουσκωμένα, με συγχωρείς. Μα αυτή είναι η αλήθεια μου. Η αλήθεια μας.