Δεν γεννήθηκα με μια ρακέτα στο χέρι. Ποτέ δεν είχε το τένις στα παιδικά μου χρόνια τη θέση που είχαν, το ποδόσφαιρο και το μπάσκετ. Όπως φαντάζομαι και των περισσοτέρων παιδιών. Ωστόσο, πάντα θυμάμαι πως καθώς καλοκαίριαζε, κάπου κάπου ξεχνιόμουνα στην τηλεόραση παρακολουθώντας ένα τουρνουά τένις. Φυσικά αναφέρομαι στο Ρολάν Γκαρός. Που παρεπιμπτόντως αρχίζει αυτή την Κυριακή (26/5).
Το Roland Garros, όπως αναγράφεται εις την Γαλλική, διεξάγεται κάθε χρόνο στο Παρίσι. Το όνομα του τουρνουά προέρχεται από έναν Γάλλο πιλότο του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, που του αποδόθηκε τιμητικά και το ονοματεπώνυμο του έμελλε να γίνει πασίγνωστο. Κλείνοντας την ιστορική μας αναδρομή σε αυτό, αναφέρουμε χαρακτηριστικά ότι διεξάγεται από το 1891, αλλά η συμμετοχή μη Γάλλων παιχτών εγκρίθηκε το 1925. Όπως πιθανόν γνωρίζεται, η επιφάνεια του γηπέδου είναι χωμάτινη.
Οι νικητές του τουρνουά χαρακτηρίζονται και ως «Βασιλιάς ή Βασίλισσα της σκόνης». Θεωρείται το κορυφαίο σε επίπεδο χωμάτινου εδάφους, μα και γενικώς. Λάμψη, πλήθος, οι καλύτεροι τενίστες του κόσμου, όλα είναι παρόντα. Το χρηματικό έπαθλο του νικητή και της νικήτριας ανέρχεται στο 1.250.000 ευρώ, ενώ συνολικά τα ποσά που μοιράζονται στους αθλητές «αγγίζουν» τα 18.500.000. Στον αθλητισμό, σπάνια θα συναντήσει κανείς λάμψη χωρίς χρήμα. Μόνον η «ρομαντική» λάμψη, αυτή που λάμπει στα μάτια μας και βλέπουμε μονάχα εμείς, είναι και αυτή που δεν είναι απαραίτητο να συνοδεύεται από ρευστό. Διαφορετικά, η «αντικειμενική» λάμψη, θέλει πλούτο. Στον αθλητισμό, επαναλαμβάνω, πουθενά αλλού.
Τώρα αν αναρωτιέστε από πού προέρχεται όλο αυτό το χρήμα, είναι απλό. Συμβαίνει ότι συμβαίνει παντού. Συμφωνίες, χορηγίες, τηλεοπτικά δικαιώματα και καμιά 500.000 εισιτήρια που κόβονται συνολικά, συμβάλλουν σε όλο αυτό. Μην θεωρήσετε πως υπάρχει υπερβολή. Μιλάμε για κάτι το κορυφαίο. Μιλάμε για το όνειρο κάθε … ρακέτας.
Αναφορικά με τα αγωνιστικά, θα προσθέσω μόνο ότι λείπει ο Άντι Μάρεϊ λόγω τραυματισμού. Δηλαδή, το Νο2 της παγκόσμιας κατάστασης. Το ποιος είναι ο εν λόγω κύριος, το ξέρουμε πολύ καλά. Αναμφισβήτητα, εδώ, με αυτή την απουσία, η λάμψη διακατέχεται από ένα σκοτεινό σημείο. Ας είναι. Ελληνικό «χρώμα» υπάρχει. Από τη μία έχουμε τον Κύπριο, Μάρκο Παγδατή και από την άλλη τον δικό μας, Νίκ Κύργιο (που κρατάει και από Αυστραλία μεριά). Άρα συντονιζόμαστε. Θα προσπαθούμε από εδώ μέσα να κάνουμε την ανασκόπηση μας, γλαφυρά, χωρίς να κουραζόμαστε με αγωνιστικές καθαρά σκέψεις. Επανέρχομαι.