Το βιβλίο του τρομοκράτη Δημήτρη Κουφοντίνα, το οποίο εξέδωσε ο εκδοτικός οργανισμός Λιβάνη, αποτελεί τις τελευταίες μέρες σημείο διαφωνίας. Το αν έπρεπε ή όχι να εκδοθεί διχάζει πολλούς, ενώ παράλληλα, αρκετά βιβλιοπωλεία αρνούνται τη διανομή του. Παρά όλα αυτά, το βιβλίο πούλησε ήδη πάνω από 10.000 αντίτυπα, γεγονός που σημαίνει πως πολλοί ήθελαν να το διαβάσουν και σε μια περίοδο που η αγορά των βιβλίων γνωρίζει πτωτική πορεία, κατάφερε να κάνει ένα ξεκίνημα, το οποίο θα ζήλευαν πολλοί συγγραφείς.
Ας δούμε όμως τα γεγονότα. Ο Δημήτρης Κουφοντίνας είναι τρομοκράτης και ένοχος για την δολοφονία ανθρώπων. Του αξίζει που βρίσκεται μέσα στη φυλακή. Είναι, όμως, κάτι παραπάνω από άστοχο το να χαρακτηρίζονται “υποστηρικτές του”, “αφελείς”, “αιμοδιψείς” ή “αναρχικοί” όσοι αγοράσουν το βιβλίο του. Πολλοί θα διαβάσουν το βιβλίο για καθαρά ιστορικούς λόγους. Η μελέτη και η επιστημονική έρευνα δέχεται με ευγνωμοσύνη τέτοιες άμεσες πηγές μαρτυρίας. Αυτό δεν σημαίνει ότι όποιος διαβάσει το βιβλίο “υποστηρίζει” τον Κουφοντίνα ή θεωρεί πως είναι αθώος, όπως καταφαίνονται κάποιοι, οι οποίοι την ίδια στιγμή δείχνουν μια πηγαία ανοχή στην ύπαρξη του ναζισμού και του φασισμού, καθώς και στο συνεχή διαφημιστικό προπαγανδισμό τους. Η διασπορά των ειδεχθών απόψεων του ναζισμού, μέσα από βιβλία ψευδοεπιστημονισμού, για κάποιο λόγο δεν έτυχε της ίδιας κατάκρισης, ενώ έχουμε και στις δύο περιπτώσεις την ίδια μορφή τρομοκρατίας.
Τα βιβλιοπωλεία τα οποία δεν θέλουν να διαθέσουν προς πώληση το βιβλίο του Δημήτρη Κουφοντίνα, διαθέτουν βιβλία του Αδόλφου Χίτλερ και άλλων πιο σύγχρονων “δικτατόρων”. Δεν τους περνάει από το μυαλό ότι πρόκειται για το ίδιο ακριβώς πράγμα ή ο Αδόλφος είναι πιο… “αξιοσέβαστος” από τον Κουφοντίνα επειδή αφάνισε μερικά εκατομμύρια παραπάνω; Ή δεν σκέφτονται καθόλου το ενδεχόμενο, ότι για τους μελετητές ιστορικών αρχείων ή τους ερευνητές του ψυχισμού εγκληματιών αυτές οι πηγές είναι απόλυτα χρήσιμες; Ή και για τον απλό πολίτη, που θέλει να κατανοήσει καλύτερα τις ακραίες εκφράσεις βίας, που συμβαίνουν δίπλα του.
Η άποψη της απαγόρευσης βιβλίων, είτε αυτά είναι κάποιου επηρμένου διδάκτορα, είτε κάποιου σύγχρονου τρομοκράτη, είτε ενός φιλήσυχου φιλοσόφου, είτε ενός χαρισματικού συγγραφέα, είτε ενός ατάλαντου συγγραφέα, ομοιάζει με ναζιστικές πρακτικές και δεν έχει κανένα λόγο να υφίσταται σε ένα κράτος το οποίο θέλει να ονομάζεται “σύγχρονο”. Είναι κατανοητή και αναμενόμενη η αγανάκτηση των συγγενών των θυμάτων, αλλά το να απαγορεύουμε την κυκλοφορία του οποιοδήποτε βιβλίου, το να απαγορεύουμε την έντυπη έκφραση, το να απαγορεύουμε στο αναγνωστικό κοινό να κρίνει ή να μελετήσει μια μαρτυρία είναι εξίσου εγκληματικό. Άλλωστε, το να απαγορεύεις κάτι, του χαρίζει σταδιακά μια αίγλη που προσελκύει με περισσότερη ευκολία τις μάζες και καταλήγει να φέρει τα ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα.
Τέλος, εκφράστηκαν αντιρρήσεις ακόμα και για το ότι ο Δημήτρης Κουφοντίνας θα πάρει ποσοστά από το βιβλίο του. Είναι σαφώς εξοργιστικό για τους συγγενείς των θυμάτων, αλλά και για κάθε πολίτη, να ξέρει πως ένας εγκληματίας θα βγάλει χρήματα με την εξιστόρηση των δολοφονιών του. Αλλά και πάλι δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να απαγορεύσουμε την έκφραση του οποιοδήποτε, ούτε βέβαια να του απαγορεύσουμε να πάρει ποσοστά από ένα βιβλίο που έγραψε ο ίδιος.
Ο Χέγκελ γράφει πως όταν η απόδοση δικαιοσύνης εξωθείται στα άκρα, καταλήγει σε αδικία. Αν απαγορεύαμε την έκφραση ενός εγκληματία ή την έκφραση ανθρώπων με απόψεις που δεν μας βρίσκουν σύμφωνους, θα καταλήγαμε να γίνουμε άδικοι και σχεδόν οι ίδιοι τρομοκράτες κατά της ελευθερίας και της διακίνησης ιδεών. Δεν μπορούμε να πατάξουμε τον εξτρεμισμό με εξτρεμιστικές πρακτικές. Ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπίσει κάποιος την τρομοκρατία, τον φόνο, τον ρατσισμό, την αδικία και άλλα δεινά που πλήττουν τη κοινωνία, δεν είναι η απαγόρευση, αλλά η γαλούχηση των μελών της με ουσιαστική παιδεία και με εφόδια που θα σταθούν ικανά να δημιουργήσουν υγιείς προσωπικότητες, οι οποίες θα αναπτυχθούν αρκετά νηφάλιες ώστε να αντιστέκονται στο μίσος και την ευδοκίμηση βλαπτικών απόψεων.