Το επιτόκιο είναι το μεγαλύτερο εμπόδιο για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους και αυτό δεν αφορά τόσο το ύψος του επιτοκίου αλλά το “είδος” του.
Ήδη το επιτόκιο των δανείων τόσο του EFSF όσο και των διακρατικών δανείων του πρώτου μνημονίου είναι πολύ χαμηλό (κάτω από το 2%) και τα περιθώρια να μειωθεί περαιτέρω είναι μικρά ( πάντως όχι μεγαλύτερα από τη μισή μονάδα).
Δεν ισχύει το ίδιο βέβαια για το επιτόκιο που χρεώνει το ΔΝΤ το δικό του δάνειο στην Ελλάδα και το οποίο ορίζεται με ένα εξαιρετικά πολύπλοκο μηχανισμό, αλλά το αποτέλεσμα είναι τελικά υπερδιπλάσιο από εκείνο που χρεώνει το EFSF, αφού κινείται στο επίπεδο περίπου του 3,5%.
Ποιο είναι το “μυστικό”; Η απάντηση έχει να κάνει με το αν το επιτόκιο θα παραμείνει “μεταβλητό”, αν θα συναρτηθεί με την πορεία της οικονομίας (θα αυξάνεται δηλαδή ή θα μειώνεται με την άνοδο ή την πτώση του ΑΕΠ) ή θα έχει μία μικτή φόρμα της οποίας ένα μέρος (ή για μία συγκεκριμένη διάρκεια) θα είναι σταθερό και ένα άλλο μέρος θα είναι μεταβλητό.
Το γεγονός δε ότι ήδη σε διεθνές επίπεδο η νομισματική αναταραχή έχει αρχίσει να παίρνει νέες διαστάσεις μετά την υποτίμηση του κινέζικου νομίσματος και την επικείμενη άνοδο των επιτοκίων στις ΗΠΑ, καθιστά το μελλοντικό “ύψος” των επιτοκίων στα δάνεια του EFSF και τα ευρωπαϊκά διακρατικά καθοριστικό παράγοντα στη βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους μετά την αναδιάρθρωσή του.
Κάθε εκατοστό της μονάδας στο επιτόκιο δανεισμού σε ένα χρέος που θα ξεπερνά το 200% του ΑΕΠ αποκτά τεράστιο βάρος τις επόμενες δεκαετίας (μιλάμε για μία επέκταση του χρέους στα 60 χρόνια), πολύ περισσότερο από όσο μπορεί να φαίνεται σήμερα που το μεταβλητό επιτόκιο δανεισμού είναι χαμηλότερο (συνολικά με όλες τις επιβαρύνσεις) από το 2%. Όταν η ΕΚΤ αρχίσει να αυξάνει το επιτόκιο δανεισμού αυτό θα επηρεάσει και τα επιτόκια των δανείων στην Ελλάδα. Πότε θα γίνει αυτό; Προς το παρόν κανείς δεν γνωρίζει καθώς η ευρωοικονομία και οι προσδοκίες πληθωρισμού συμβαδίζουν σε πολύ χαμηλά επίπεδα… Όταν όμως σχεδιάζεται η βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους και αυτή αποκλείει το “κούρεμα” στην ονομαστική του αξία, ο προσδιορισμός του επιτοκίου είναι το μοναδικό στοιχείο που έμμεσα θα μπορούσε να επηρεάσει τη βιωσιμότητά του σε συνάρτηση με τη διάρκεια και την περίοδο χάριτος.