Συγγνώμη. Μία από τις δυσκολότερες λέξεις σε όλες τις γλώσσες του κόσμου, καθώς και αυτός που θα την πει αλλά και εκείνος που θα την αποδεχτεί πρέπει να έχουν μεγάλο ψυχικό σθένος. Μία ειλικρινής συγγνώμη δείχνει μεταμέλεια αλλά και μία καθαρή συγχώρεση παρουσιάζει δύναμη.
Είναι δύσκολο να ζητάς συγνώμη. Να πρέπει να αναγνωρίσεις τα λάθη σου, να σφίξεις τα δόντια απογοητευμένος, να κατεβάσεις το κεφάλι και να απολογηθείς. Είναι ο θυμός και η υπερηφάνεια μας που μπλοκάρουν τις αισθήσεις και μας εμποδίζουν να καταλάβουμε το προφανές: ότι κάποιες φορές, είτε μας αρέσει είτε όχι, φταίμε. Δεν λες συγνώμη για να ηρεμήσει η κατάσταση. Δεν λες συγνώμη για ν’ αποφύγεις την μπόρα, ούτε για να έχεις καλύτερη μεταχείριση από τον άνθρωπο που έβλαψες. Ζητάς συγγνώμη επειδή κατάλαβες ότι έσφαλες και είσαι έτοιμος να δεχτείς τις συνέπειες των πράξεων σου. Εκείνη η συγγνώμη όμως οφείλει να είναι αληθινή αν και είναι γνωστό το πόσο δύσκολο είναι, όχι μόνο να την πούμε αυτή τη λέξη αλλά και να την εννοούμε. Όταν ζητάμε συγγνώμη, στην ουσία αναλαμβάνουμε την ευθύνη για ό,τι κάναμε ή είπαμε σε βάρος κάποιου άλλου. Η ανάληψη της ευθύνης αυτής συνδέεται με το αίσθημα της δύναμης και όχι της αδυναμίας, αφού προϋποθέτει να ξεπεράσουμε τον εαυτό μας, να μπούμε στη θέση του άλλου και να δείξουμε ευαισθησία. Η ειλικρίνεια είναι βασική προϋπόθεση για να λειτουργήσει η συγγνώμη θετικά, γι’ αυτό και αν ζητήσουμε συγγνώμη, αλλά εξακολουθήσουμε να λειτουργούμε με τον ίδιο τρόπο, αυτό δείχνει ότι δεν αναγνωρίζουμε πραγματικά τις συνέπειες των πράξεων μας και δεν νοιαζόμαστε ουσιαστικά για τα συναισθήματα των άλλων.
Οι πράξεις μας είναι εκείνες που ενδυναμώνουν τον λόγο μας.
Από την άλλη “συγχωρώ” σημαίνει “ξεχνώ”; Κι όμως, “συγχωρώ” δεν σημαίνει “ξεχνώ”. Αντίθετα, για να συγχωρέσουμε κάποιον πρέπει να θυμηθούμε ό,τι μας έκανε και να ασχοληθούμε με αυτό. Μόνο έτσι θα μπορέσουμε να το αφήσουμε πίσω. Η άρνηση μας να συγχωρέσουμε πρόσωπα και καταστάσεις μας δείχνει ότι μένουμε κολλημένοι στο παρελθόν, δεν εξελισσόμαστε και τελικά φθειρόμαστε. Πολλές φορές, κάποιο συμβάν ή κάποια αλλαγή στη ζωή μας ενεργοποιεί μέσα μας τη διαδικασία της συγχώρεσης σαν μια ανάγκη να απαλλαγούμε από φορτία του παρελθόντος που σκιάζουν και το παρόν. Η συγχώρεση δεν είναι πράξη αξιολόγησης, ούτε δικαιοσύνης. Δεν ψάχνουμε καν να βρούμε το θύτη και το θύμα. Ο δρόμος της συγχώρεσης είναι δύσκολος, ίσως και δυσκολότερος από εκείνου της “συγγνώμης”. Τα στάδια που πρέπει να περάσει κάποιος που θέλει πραγματικά να συγχωρέσει εκείνον που τον πλήγωσε είναι πολλά και απαιτούν δύναμη ψυχής.
Μπορεί, λοιπόν, η συγγνώμη και η συγχώρεση να φαίνονται ότι δεν ταιριάζουν, ωστόσο, το αποτέλεσμα είναι κοινό καθώς τα άτομα που αντιπροσωπεύουν την κάθε πράξη θα νιώσουν μετά από καιρό ότι κέρδισαν την εσωτερική τους γαλήνη και λύτρωση, θα μπορούν να προχωρήσουν μπροστά και να πάνε παρακάτω τη ζωή τους με καινούργια ενέργεια. Όταν η συγγνώμη γίνεται χωρίς δικαιολογίες τότε και η συγχώρεση έρχεται πιο ομαλά.