Η ζωή μου δεν είναι πια δική σου… Τι φράση κι αυτή, μια φράση χιλιοειπωμένη και χιλιοτραγουδισμένη… Τόσο διαχρονική όμως και με ένα ένα τεράστιο νόημα να κρύβεται πίσω από κάθε της λέξη… Άραγε ποιος από όλους μας δεν το έχει πει, ποιος δεν το έχει αισθανθεί, ποιος δεν το έχει σιγοτραγουδήσει… Το έχω πει τόσες πολλές φορές στη ζωή μου, για διάφορους λόγους, τώρα πια όμως νιώθω πως στην τελευταία φορά που το είπα, το εννοούσα κιόλας… Κι αυτό είναι που πονάει πιο πολύ και φυσικά όχι εμένα. Είδες πως τα έφερε η ζωή σου? Ναι, η ζωή σου, σε σένα που νόμισες πως η αγάπη είναι κάτι σαν επιτραπέζιο παιχνίδι και πως όταν μαζέψεις τις κάρτες και τις οδηγίες, όλο αυτό θα λήξει…
Τώρα πια κατάλαβες όμως πως η αγάπη που σου χαρίζεται δεν είναι επιτραπέζιο και οι άνθρωποι δεν είναι πιόνια σου! Άσχημο πράγμα η σιγουριά, πολύ άσχημη η βεβαιότητα… Πάντα σου έλεγα πως κανένας δεν ανήκει σε κανέναν, όσο κι αν πονούσα όταν το έλεγα, όσο κι αν έσκιζα τα σωθικά μου εκείνη τη στιγμή. Ούτε εγώ το πίστευα όταν το ξεστόμιζα, η μάλλον δεν ήθελα να το πιστέψω και ξέρεις γιατί? Γιατί είχα παγιδευτεί μέσα στο ψεύτικο ”Εγώ” σου, και έβαλα στην άκρη το δικό μου. Όμως ήταν πιο εύκολο από όσο νόμιζα. Έγιναν όλα τόσο γρήγορα, με μαθηματική ακρίβεια, με μυαλό πιο ξεκάθαρο από ποτέ, με κινήσεις μεθοδικές λες και κάποιος άλλος με έσπρωχνε στο επόμενο μου βήμα…
Το σκοτάδι έφυγε και εγώ άρχισα σιγά σιγά να ανοίγω τα φτερά μου και να δοκιμάζω να πετάω τη στιγμή που μέσα μου είχες πεθάνει πια εσύ. Ναι, άρχισα να πετάω πάνω από σένα τώρα πια αυτή τη φορά. Εσύ στο πάτωμα και εγώ από πάνω, κι όσο πετούσα τόσο γελούσα… Έβρισκα νέους κόσμους, νέες εμπειρίες, νέα χαμόγελα, αληθινά χαμόγελα και έτσι άρχισα να γελάω πια κι εγώ, όπως παλιά. Ξαναβρήκα το χιούμορ μου, κάτι που το είχα ξεχάσει εντελώς. Κόντευα να ξεχάσω πως είμαι πια γυναίκα… Έκανα τόσα πολλά, και νόμισα πως έκανες τα πάντα για μένα, ή μάλλον έτσι ήθελα να πιστεύω για να παρηγοριέμαι… Όταν όμως ήρθε η στιγμή, τότε κατάλαβα ποια είμαι, τι αξίζω, τι έκανα, τι έκανες, τι έδωσα και τι πήρα.
Η ζωή μου όμως αν και την είχα βάλει σε ”αδράνεια” για χρόνια, άρχισε σιγά σιγά να μου δίνει πίσω όλα όσα αξίζω. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα, είδα πως η ζωή μου, μου ανήκει. Όπως έλεγε και ο αείμνηστος Σαίξπηρ “Πριν πεθάνεις ζήσε”, πρόσφατα έτυχε να το διαβάσω κάπου και αμέσως τυπώθηκε στο μυαλό μου σαν μια παλιά φωτογραφία σε διακοπές με φίλους… Από αυτές που σου μένουν αξέχαστες και σε συντροφεύουν πάντα, όπου κι αν πας, σε όποιο μονοπάτι κι αν βαδίσεις… Τρεις λέξεις μόνο και μια σημασία ζωής από πίσω τους κρυμμένη.Κάθισα και τις ανάλυσα, με τις ώρες, και τότε κατάλαβα πως με όποιους τρόπους κι αν προσπαθήσω να τις εξηγήσω το αποτέλεσμα θα είναι πάντα υπέρ μου. Έτσι λοιπόν πήρα τα υπέρ μου, σου άφησα τα ”κατά” σου και με γρήγορα βήματα έφυγα…
Ένιωσα πως πατάω στα πόδια μου πια όπως παλιά, κατάλαβα πως δεν χρειάζομαι δεκανίκια, γιατί κάποιες γυναίκες απλά γεννιούνται ”Μπουμπουλίνες”… Ναι, ναι όπως το άκουσες, έτσι γεννιούνται και έτσι πορεύονται στο σύντομο ταξίδι της ζωής τους. Ένα δεκανίκι ήσουν και τίποτα άλλο, ένα άχρηστο δεκανίκι, γιατί εγώ είχα μάθει να περπατάω, τα πόδια μου δεν με είχαν προδώσει ποτέ, φρόντισες όμως να με κάνεις να το πιστέψω κι εγώ η ίδια… Η ζωή όμως σου χάλασε τα σχέδια… Όπως βλέπεις, είχε άλλα σχέδια για σένα και άλλα για μένα… Τα δικά μου πλέον γεμάτα εκπλήξεις και όνειρα… Όλα μου τα όνειρα που είχα θάψει μέσα σε μπαούλο, βρήκα το μαγικό κλειδάκι και τα έβγαλα έξω πριν φύγω για να τα πάρω μαζί μου…
Άλλωστε είπαμε όπως είπε και ο Σαίξπηρ:
”Είμαι πάντα ευτυχισμένος. Ξέρετε γιατί? Γιατί δεν περιμένω τίποτα από κανέναν. Οι προσδοκίες πάντα πληγώνουν. Η ζωή είναι μικρή. Γι’ αυτό αγάπα τη ζωή σου και συνέχισε να χαμογελάς. Ζήσε για σένα και πριν μιλήσεις, άκου. Πριν γράψεις, σκέψου. Πριν ξοδέψεις, δούλεψε.Πριν προσευχηθείς, συγχώρεσε. Πριν πληγωθείς, νιώσε. Πριν μισήσεις, αγάπα. Πριν τα παρατήσεις, προσπάθησε. Πριν πεθάνεις ”ΖΗΣΕ”…