Στην διάρκεια της δωδεκαετούς, εκπαιδευτικής εμπειρίας, οι μαθητές δέχονται εκατοντάδες αλληλεπιδράσεις από διάφορα στοιχεία που απαρτίζουν το εκπαιδευτικό σύστημα (μικροεπίπεδο & μακροεπίπεδο). Αρχικά, oι μαθητές αλληλεπιδρούν με τους εκπαιδευτικούς, τους συμμαθητές τους (μικροεπίπεδο) και έπειτα δέχονται επιδράσεις από το οικογενεικό, το κοινωνικό και το πολιτισμικό περιβάλλον (μακροεπίπεδο). Οι αλληλεπιδράσεις αυτές παίζουν ιδιαίτερα σημαντικό ρόλο σε αυτά που γνωρίζουν ήδη οι μαθητές (προϋπάρχουσα γνώση) και επηρεάζουν την ανάπτυξη των κινήτρων. Τα κίνητρα αποτελούν μια κεντρική έννοια στον χώρο της εκπαιδευτικής και ψυχολογικής έρευνας και τα τελευταία εξήντα χρόνια παίζουν σημαντικό ρόλο σε πολλές θεωρίες της ανθρώπινης ανάπτυξης και μάθησης (Weiner, 1900a). Τι εννοούμε όμως με τον όρο «κίνητρα» και πώς επηρεάζουν την εκπαιδευτική διαδικασία;
Ως κίνητρα ορίζεται η εσωτερική κατάσταση που ξεσηκώνει για δράση, ωθεί σε διάφορες κατευθύνσεις και κρατά τους μαθητές επικεντρωμένους σε συγκεκριμένους στόχους και δραστηριότητες. Μιλώντας για κίνητρα, αναφερόμαστε στην ενεργοποίηση και στη δράση του ατόμου προκειμένου να επιτευχθεί κάποιος στόχος. Ουσιαστικά, η ύπαρξη κινήτρων σχετίζεται στενά με την έννοια των στόχων και αποτελεί την απαραίτητη προϋπόθεση για την κινητοποίηση ενός ατόμου προς οποιαδήποτε δραστηριότητα και την ενασχόλησή του με αυτή. Μία από τις βασικότερες θεωρίες που αναπτύσσονται τα τελευταία χρόνια αναφορικά με την έννοια των κινήτρων είναι η Θεωρία Προσανατολισμού Στόχων (ΘΠΣ) (Harackiewicz & Elliot, 1993).Είναι αποδεκτό πλέον από πολλές έρευνες ότι τα άτομα με ισχυρά κίνητρα επιτυγχάνουν σε υψηλότερα επίπεδα, απ ότι τα παιδιά που δεν τους δίνονται αρκετά κίνητρα και εφόδια όπως έπαινοι, επιβραβεύσεις ώστε να συνεχίσουν αυτό που κάνουν και να βελτιωθούν.
Σημαντικός ακόμη στην αποτελεσματικότητα των κινήτρων, θεωρείται ο ρόλος του σχολείου και ειδικότερα ο ρόλος του εκπαιδευτικού. Ο μαθητής στην εκπαιδευτική διαδικασία ταυτίζεται με το δάσκαλο και στην προσπάθειά του να τον ικανοποιήσει, κερδίζει την προσοχή του, ενισχύεται κι έτσι αναπτύσσεται το κίνητρο για επίδοση. Πιο συγκεκριμένα, πρέπει να δίνεται σημασία στην πρόοδο και στο γεγονός ότι όλοι οι μαθητές αξίζουν και μπορούν να έχουν επιτυχίες. Το πιο σημαντικό είναι ένα εκπαιδευτικό περιβάλλον το οποίο επικοινωνεί στους μαθητές μηνύματα, όπως ότι το κίνητρο της επιτυχίας τους πρέπει να είναι η προσωπική τους εξέλιξη. Επιπλέον, να μεταδίδεται το μήνυμα να καταβάλλουν προσωπική προσπάθεια για την επίτευξη των στόχων τους κάτι που προσανατολίζει τους μαθητές στην υιοθέτηση στόχων μάθησης (Ames, 1992. Urdan, 2004). Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα στόχου τάξης – μάθησης αποτελεί η ακόλουθη φράση: «Ο δάσκαλος μας λέει ότι δεν πειράζει να κάνουμε λάθη αρκεί να μαθαίνουμε». Αντιθέτως, ένα εκπαιδευτικό περιβάλλον που διαμηνύει στους μαθητές ότι επιτυχία σημαίνει υψηλότεροι βαθμοί από τους υπόλοιπους συμμαθητές και το οποίο επιβραβεύει την επίδοση των μαθητών και όχι την προσπάθεια προωθεί στόχους επίδοσης. Ο εκπαιδευτικός λοιπόν, θα πρέπει να διαδραματίσει σωστά τον ρόλο του και να προσπαθεί να μυήσει τους μαθητές του να επικεντρώσουν τη προσοχή τους, να μελετήσουν και να πετύχουν τον στόχο τους.
Tι γίνεται όμως στις μέρες μας; Τον τελευταίο καιρό, ακούμε περισσότερο τη λέξη «επιτυχία» απ ότι τη λέξη «ευτυχία» ειδικά όταν αναφερόμαστε στα παιδιά. Πλέον, η επιτυχία είναι αυτό που επιθυμείται ανεξάρτητα με το αν συνοδεύεται από αισθήματα χαράς και ευτυχίας. Αυτό που επικρατεί στις συζητήσεις είναι το μέτρο σύγκρισης για τα αστραφτερά βραβεία, τα τρόπαια και το απολυτήριο παρά η επιθυμία ευτυχίας, διασκέδασης και ξεγνοιασιάς. Οι σκέψεις περιστρέφονται από το πώς πρέπει να ντυθεί το παιδί όχι για να είναι ευτυχισμένο, αλλά για να έχει ένα οποιοδήποτε πλεονέκτημα κατά τη διάρκεια κάποιου παιχνιδιού ή στην τάξη. Επιπλέον σχετικά με την τεχνολογική εξέλιξη, αξίζει να αναφερθεί ότι έχει επηρεάσει τόσο τα παιδιά, ώστε κάθε μαθητής πια να ξέρει να χρησιμοποιεί άπιαστα το τάμπλετ αντί το βιβλίο, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης αντί τις εγκυκλοπαίδειες. Το βάρος φυσικά πέφτει κυρίως στους γονείς, οι οποίοι δεν πρέπει να μένουν αδιάφοροι σε αυτές τις καταστάσεις αλλά να πάρουν δράση και να ενδιαφερθούν περισσότερο για την ασφάλεια των παιδιών παρά για την εξωτερική εικόνα τους ή για το αν θα πάει το παιδί τους μόνο κολυμβητήριο ή και ποδόσφαιρο. Προτείνεται λοιπόν, οι γονείς να ενδιαφερθούν για τα παιδιά τους και να αφιερώσουν χρόνο και σε αυτά. Δεν συνίσταται αποκοπή από την ολοένα αυξανόμενη τεχνολογική ανάπτυξη αλλά η σωστή καθοδήγηση και προστασία από τους γονείς. Οι γονείς θα πρέπει να νοιαστούν περισσότερο για το «είναι» των παιδιών τους και όχι μόνο για το «φαίνεσθαι».
Ακολουθούν εφτά συμβουλές που στοχεύουν στην ενίσχυση της ευτυχίας των παιδιών:
1. Αφήστε τα παιδιά να εκφράσουν τα συναισθήματά τους.
Τα παιδιά φωνάζουν όταν θυμώνουν, κλαίνε όταν στενοχωριούνται. Μπορεί να κάνουν κύκλους γύρω από τον εαυτό τους όταν δεν μπορούν να κατανοήσουν αυτό που νιώθουν. Απλά αφήστε τα να το κάνουν. Είναι απόλυτα υγιές να θέλουν τα παιδιά όπως και κάθε άνθρωπος να εκφράζεται.
2. Δώστε στα παιδιά κίνητρα όχι μόνο τιμωρίες .
Ενισχύστε τις προσπάθειες του μαθητή και επιβραβεύστε την σωστή απάντηση.
3. Αφήστε το παιδί να παίξει.
Οι μέρες που τα παιδιά δημιουργούσαν μέσα από το τίποτα έχουν περάσει. Πολλά παιδιά σήμερα απλώς ακολουθούν ένα πρόγραμμα. Τα παιδιά πλέον, έχουν ελάχιστο χρόνο και, δυστυχώς, έχουν στη διάθεσή τους παιχνίδια που δεν τα ευχαριστούν. Μην ξεχνάτε, το έχουν ανάγκη: το παιχνίδι κάνει καλό στην ψυχή.
4. Περισσότερη ελευθερία βούλησης.
Αφήστε τα παιδιά να παίρνουν τις αποφάσεις τους. Ρωτήστε τα ποιες δραστηριότητες θέλουν να κάνουν τα απογεύματα. Δώστε τους την ευκαιρία να αποφασίσουν και απολαύστε το χαμόγελό τους ως ανταμοιβή.
5. Αφιερώστε χρόνο όχι μόνο χρήματα.
Αφιερώστε λίγο παραπάνω χρόνο στα παιδιά. Όταν τα παιδιά ξέρουν ότι οι γονείς τους τα ακούν πραγματικά και νοιάζονται για αυτά ηρεμούν, νιώθουν προστατευμένα και αυτό ενισχύει την αυτοπεποίθηση και την ευτυχία τους. Η ανάπτυξη μιας ειλικρινούς σχέσης απαιτείται και οδηγεί σε στιγμές ευτυχίας.
6. Δώστε στα παιδιά αγάπη.
«Να τα αγαπάτε ό, τι κι αν γίνει». Όταν τα παιδιά γνωρίζουν ότι οι γονείς τους τα αγαπούν και τα στηρίζουν πάντοτε, είναι πιθανότερο να πάρουν κάποια ρίσκα που θα τα ωφελήσουν. Παίρνουν αποφάσεις με αυτοπεποίθηση, νιώθοντας ασφάλεια. Μαθαίνουν ότι, παρόλο που οι άνθρωποι κάνουν συχνά λάθη, μπορεί κανείς να διορθώσει το λάθος του.
7. Τα παιδιά τα κάνουν θάλασσα..αλλά μαθαίνουν!
Και, επειδή η παιδική ηλικία βασίζεται κατά πολύ στη δοκιμή, το λάθος και την δυνατότητα των παιδιών να εκμεταλλεύονται την κάθε ευκαιρία, συγχωρέστε τα ό,τι κι αν κάνουν. Στο παραδοσιακό εκπαιδευτικό σύστημα το λάθος αποτελεί αμάρτημα, θεωρείται ασυμβίβαστο με την ιδιότητα του καλού μαθητή, δείγμα αδυναμίας και αποτυχίας και πρέπει να αγνοείται. Συνολικά το λάθος αποδοκιμάζεται και δεν αφήνει περιθώριο αλλαγής και βελτίωσης (Thorndike). Aντιθέτως, τα παιδιά πρέπει να αφήνονται να κάνουν λάθη γιατί μέσα από τα λάθη μαθαίνουν.
Ολοκληρώνοντας, τα κίνητρα αποτελούν βασικό θεμέλιο όχι μόνο στην εκπαίδευση αλλά και στη καθημερινότητα των μαθητών. Είναι αυτό που ωθεί στη δράση, στην ενεργοποίηση και στην απόκτηση νέων γνώσεων. Για αυτό όλα τα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας, εκπαιδευτικοί, μαθητές αλλά και γονείς δε πρέπει να υποτιμούν την αξία τους. Τέλος μη ξεχνάμε ότι δύο είναι οι λίθοι της ευτυχίας η αγάπη και η δουλειά και με οδηγό τα δύο αυτά κίνητρα μπορούμε να οδηγηθούμε στην ευτυχία (Freud, 1856-1939)…