”Αυτοί οι άγριοι δεν μπορούν να κατανοήσουν τους νόμους μας ανεξάρτητα από τα μέτρα τα οποία έχουμε λάβει για να τους διδάξουμε – δεν ξέρουν κανένα άλλο δίκαιο εκτός από εκείνο με το οποίο ρυθμίζεται η δική τους συμπεριφορά: η Αυτού Μεγαλειότης των νόμων μας δεν είναι τίποτα στα μάτια τους – δεν θα υπακούσουν ως προς τις επιταγές του νόμου μας, ενώ κάθε πράξη δική μας αντίστασης τους υποκινεί μόνο σε περαιτέρω πράξεις βίας. Θα χρειαστούν δεκαπέντε με είκοσι έφιπποι στρατιώτες για να προστατεύσουν τους συνοριακούς μας σταθμούς, θα πρέπει να είναι καλά οπλισμένοι, και κατά τη γνώμη μου έτοιμοι να χρησιμοποιήσουν τα όπλα τους.” [Αστυνομικός επίτροπος Νότιας Αυστραλίας, Peter Egerton Warburton]
”Η Μεγάλη Αυστραλιανή Σιωπή” είναι ο όρος που περιγράφει την απουσία των Αβορίγινων από την εθνική ιστορία της Αυστραλίας. Το δόγμα του αποικισμού της αυστραλιανής ηπείρου βασίστηκε στη λήθη για την ύπαρξη των λαών που κατοικούσαν την ήπειρο πριν την άφιξη των Ευρωπαίων. Η προσπάθεια διαγραφής της πρωτύτερης ιστορίας της Αυστραλίας, μιας περιόδου όπου οι κάτοικοι της ήταν μονάχα ιθαγενείς μακροχρόνια απέτυχε, αφού σήμερα γνωρίζουμε για τον πολιτισμό τους. Το 1830, όμως οι Αβορίγινες ανακηρύχθηκαν Βρετανοί υπήκοοι, κατά των οποίων πόλεμος τυπικά δεν μπορούσε να επιβληθεί. Αλλά η πραγματικότητα των συνόρων της αυστραλιανής ενδοχώρας ήταν ότι ένας ακήρυκτος πόλεμος είχε ήδη αρχίσει να διεξάγεται για να τους αφαιρέσει τη γη τους.
”Σπάνια υπήρξε μια άφιξη από τη στεριά στο Port Phillip ή στο Σίδνεϊ, η οποία ερχόμενη από την Αδελαΐδα, να μην φέρνει μαζί της ιστορίες κομπασμού και ανδραγαθημάτων από την αυστραλιανή ενδοχώρα, καθώς και σφαγές ντόπιων στο δρόμο. Είναι πολύ λίγοι στην Αδελαΐδα που δεν έχουν συνομιλήσει με αυτά τα υποβαθμισμένα καθάρματα που χρησιμοποιούνται ως οδηγοί εμπορευμάτων στο εσωτερικό της χώρας και να μην τους έχουν ακούσει να κοκορεύονται για τα κατορθώματά τους στη σκοποβολή ιθαγενών στη διαδρομή τους. Και υπάρχουν και διαπιστευμένες περιπτώσεις όπου τόσο οι οδηγοί των εμπορευμάτων όσο και οι ιδιοκτήτες τους έχουν κοινές ιστορίες καταδίωξης των ιθαγενών.” [Ένας άποικος του 1836, εφημερίδα Register Αδελαΐδας]
Το 1770 ο Άγγλος εξερευνητής Τζέιμς Κουκ εξερεύνησε το νότιο τμήμα των ακτών της αυστραλιανής ηπείρου και όντας μη χαρτογραφημένο από τους προηγούμενους Ολλανδούς εξερευνητές το διεκδίκησε στο όνομα του βρετανικού στέμματος. Μέχρι το 1788 ο βρετανικός αποικισμός είχε ενταθεί. Η Αυστραλία δεν ήταν μονάχα ο τόπος εξορίας βαρυποινιτών αλλά η γη χρησιμοποιήθηκε επιπλέον για καλλιέργεια αλλά και για εκτροφή προβάτων. Η αναζήτηση χρυσού, με τον πρώτο πυρετό αυστραλιανού χρυσού να χρονολογείται το 1851 και η επακόλουθη ανάπτυξη των σιδηροδρόμων παρότρυνε χιλιάδες νέους αποίκους σε μια νέα ”Γη της Επαγγελίας”. Παράλληλα με την εξερεύνηση του εσωτερικού της χώρας έλαβε χώρα και η ενσωμάτωσή του στα εδάφη του νέου αυστραλιανού κράτους που γεννιόταν.
Στα σύνορα όμως του αυστραλιανού εποικισμού, η βία μεταξύ των Αβοριγίνων και των Ευρωπαίων, με τους δεύτερους να εποφθαλμιούν τη γη των πρώτων, υπήρξε η ζοφερή καθημερινή πραγματικότητα. Με το πέρασμα των χρόνων, οι άποικοι έγιναν έποικοι και αυτοί με τη σειρά τους πιονέροι, οι πατέρες δηλαδή ενός νέου έθνους, διαμορφωμένου από ένα αμάλγαμα διαφορετικών καιροσκόπων προερχόμενων από μια πληθώρα εθνικοτήτων. Αυτοί οι πιονέροι ήταν εκείνοι που αισθάνθηκαν το φόβο και την καταφρόνηση που συνόδευαν την τολμηρή ζωή του αποίκου, αναπόσπαστο κομμάτι της οποίας ήταν τα όπλα και η ερμηνεία αλλά και η επιβολή του νόμου κατά το δοκούν.
”Οργή από τους ντόπιους”, ”Συμπλοκή με τους ιθαγενείς”, ”Θανατηφόρες συγκρούσεις”, ήταν τα συνήθη πρωτοσέλιδα των εφημερίδων που απεικόνιζαν τη βία των Αβογιρίνων μονάχα ως εγκληματικότητα κατά των αποίκων. Οι δράστες – Αβορίγινες ήταν ”αρπακτικά”, ”επιδρομείς”, ή ”πλιατσικολόγοι”. Τα κίνητρα της επιθετικότητας των Αβοριγίνων σπάνια απασχολούσαν τον Τύπο και συνήθως αποδίδονταν στον ”έμφυτο χαρακτήρα” των ιθαγενών.
Η μοίρα των Αβοριγίνων ήταν παρόμοια με αυτή των ιθαγενών της αμερικανικής ηπείρου. Οι επιπτώσεις των ασθενειών που ακολούθησαν την άφιξη των Ευρωπαίων, η ανεπανόρθωτη απώλεια των κυνηγετικών τους εδαφών, η απώθηση τους στην αφιλόξενη αυστραλιανή ενδοχώρα, η καταρράκωση της υπερηφάνειας της φυλής τους και το ευρωπαϊκό αλκοόλ μείωσαν τον πληθυσμό των Αβοριγίνων στο ελάχιστο. Ο αποικισμός της Αυστραλίας είχε διαφορετικό χαρακτήρα από τους υπόλοιπους κατακτητικούς πολέμους του βρετανικού στρατού, της αυτοκρατορίας στην οποία ο ήλιος ποτέ δεν δύει. Ένοπλες συγκρούσεις μεταξύ των αυτοχθόνων πληθυσμών και στρατευμάτων ήταν σποραδικές, σπάνια συντονισμένες και, σε σύγκριση με άλλους αντιπάλους του βρετανικού ιμπεριαλισμού, όπως οι Ζουλού ή οι Μαορί, σχετικά χαμηλής έντασης.
Αντίθετα οι ιθαγενείς είχαν να αντιμετωπίσουν την εδαφική απληστία των αποίκων οι οποίοι τους εξωθούσαν από τη γη και τα σπίτια τους οδηγώντας τους στην λιμοκτονία της ζωής στην ενδοχώρα. Εκείνοι στερήθηκαν τις παραδοσιακές πηγές τροφής και νερού και έπεσαν θύματα σεξουαλικής κακοποίησης και δουλείας στα χέρια των εποίκων. Οι ιστορικοί Robert Hughes, James Boyce, Lyndall Ryan και Tom Lawson έχουν χαρακτηρίσει την καταδίωξη και την θανάτωση των Αβοριγίνων της Αυστραλίας ως την πλέον κατάδηλη γενοκτονία στη βρετανική αποικιακή ιστορία.
Μια ιστορία που ξέπεσε στην αλησμονιά και παρέμεινε εκεί μέχρι και τουλάχιστον τα μέσα του προηγούμενου αιώνα, έπειτα από τη συμμετοχή στους δύο Παγκόσμιους Πολέμους στρατιωτών με καταγωγή από τους Αβορίγινες της Αυστραλίας. Έκτοτε ο πληθυσμός τους έχει μερικώς ανακάμψει αλλά αρκετές από τις εκφάνσεις του παραδοσιακού τρόπου ζωής τους έχουν χαθεί για πάντα από τη συλλογική λαογραφική ιστορία της ανθρωπότητας.
Πηγές:
- https://thrivalinternational.com/
- https://www.awm.gov.au
- http://www.australianstogether.org.au/stories/
- http://www.abc.net.au/
- http://www.theguardian.com/
- http://journals.publishing.monash.edu/