Ο Κολοσσός της Ρόδου αποτελεί ένα ανεξήγητο μυστήριο πίσω από το οποίο κρύβονται πολλά αναπάντητα ερωτήματα σχετικά με την οικοδόμηση, την καταστροφή και την ύπαρξη του. Θεωρείται ένα από τα 7 θαύματα του Αρχαίου κόσμου και οικοδομήθηκε από τον Χάρη τον Λίνδιο τον 3ο αιώνα π.Χ. Το άγαλμα αποτύπωνε τον θεό Ήλιο και είχε τις ίδιες περίπου διαστάσεις με το άγαλμα της Ελευθερίας στη Νέα Υόρκη. Λέγεται ότι ήταν αναστυλωμένο στην είσοδο του λιμανιού της Ρόδου και ήταν ορατό από τους ερχόμενους ταξιδιώτες. Σήμερα δεν είναι γνωστό που βρίσκεται το άγαλμα. Τα μόνα στοιχεία που γνωρίζουμε είναι από κείμενα των συγγραφέων της εποχής. Σύμφωνα με αυτά πιστεύεται ότι ο Κολοσσός έμοιαζε αρκετά με το άγαλμα της Ελευθερίας. Αρχικά είχε ηλιαχτίδες στο κεφάλι και κρατούσε πυρσό ψηλά στο ένα χέρι. Ήταν κάτι σαν φάρος που αποτελούσε σημείο προσανατολισμού για όσους επισκέπτονταν το νησί.
Το άγαλμα αποτυπώνει την εικόνα του θεού Ήλιου και με την μπρούτζινη όψη του να καλύπτει όλη την επιφάνεια του αποδίδει πιστά τον τιμώμενο θεό. Ο Χάρης είχε δημιουργήσει έναν δεύτερο θεό που αντίκριζε τον πρώτο. Οι συνθήκες κάτω από τις οποίες οικοδομήθηκε ο Κολοσσός είναι θαυμαστές. Ο Αντίγονος Α’ μετά το θάνατο του Αλέξανδρου διεκδικούσε την αυτοκρατορία και έστειλε τον γιο του Δημήτριο να τιμωρήσει τους Ροδίους, επειδή δεν βοήθησαν στην εκστρατεία εναντίον του Πτολεμαίου της Αιγύπτου. Ο Αντίγονος και ο Πτολεμαίος ήταν στρατηγοί του Αλέξανδρου και τώρα πολεμούσαν για την κυριαρχία στο εμπόριο του Αιγίου Πελάγους που είχαν τα ηνία οι Ρόδιοι. Έτσι ο Δημήτρης ο Πολιορκητής ταξίδεψε με 200 πλοία και 40.000 στρατιώτες για να πολεμήσει του Ροδίους, οι οποίοι έιχαν μόνο 6.000 άνδρες. Ο Δημήτρης σφυρηλατούσε τα τείχη επενδυμένα με σιδερένια φύλλα που προκλήθηκαν λίγα ρήγματα. Τελικά οι Ρόδιοι απώθησαν τους πολιορκητές και αποφάσισαν να πουλήσουν τα τείχη για να ανεγερθεί το άγαλμα του Ήλιου που θα τους προστάτευε τις δύσκολες ώρες.
Το άγαλμα ήταν μια ευφυής «διαφήμιση» της πόλης που το ανήγειρε, απτή απόδειξη του πλούτου. Το 226 π.Χ., μόλις 60 χρόνια μετά την ανέγερση, ο Κολοσσός κατέρρευσε, καθώς ένας σεισμός του «τσάκισε» τα γόνατα σωριάζοντας το. Πέφτοντας λέγεται ότι γκρέμισε 30 σπίτια. Χρησμός μαντείου αναφέρει σχετικά με την πιθανή επανατοποθέτησή του «μην κίνει τα κείμενα» και ο Κολοσσός δεν στάθηκε ποτέ πια όρθιος. Παρά την ολέθρια πτώση του, το άγαλμα δεν έπαψε να συγκαταλέγεται στα μεγάλα θαύματα του κόσμου. Το μπρούντζινο σώμα του κειτόταν ήδη πάνω από εκατό χρόνια σωριασμένο στο έδαφος, σαν Τιτάνας που τον γκρέμισαν από τον ουρανό. Το 654 μ.Χ., 900 χρόνια μετά την κατάρρευση του Κολοσσού, οι Σαρακηνοί λεηλάτησαν τη Ρόδο και πούλησαν τον τεμαχισμένο Ήλιο ως μέταλλο. Λέγεται ότι ο αγοραστής χρησιμοποίησε 900 καμήλες για τη μεταφορά των θραυσμάτων στη Συρία. Έτσι το είδωλο του θεού που κάποτε έσωσε την πόλη από την ξένη εισβολή είχε μια μοίρα ανάλογη με εκείνη της πολιορκητικής μηχανής του Δημήτριου, που με την πώλησή της χρηματοδοτήθηκε η ανέγερση του Κολοσσού. Το γιγαντιαίο άγαλμα του Χάρη ήταν ένα θαύμα, που ταυτίστηκε με το μεγαλείο αλλά και τη ματαιότητα της ανθρώπινης φιλοδοξίας.