Μια ακόμη δυσάρεστη είδηση ήρθε να προστεθεί το φετινό Αύγουστο, με το θάνατο του αξέχαστου Αμερικανού Τζέρι Λιούις, στο Λας Βέγκας, σε ηλικία 91 ετών. Αξίζει πιστεύω να αφιερώσω μερικές γραμμές για τον άνθρωπο που έκανε –και εξακολουθεί να κάνει- τον κόσμο να γελάει με το επιφανειακά παιδιάστικο αλλά πανέξυπνο χιούμορ του.
O Lewis γεννήθηκε το 1926 στο Νιούαρκ του Νιου Τζέρσι από Ρωσοεβραίους γονείς, το πραγματικό του δε όνομα ήταν Jerome Levitch. Οι γονείς του είχαν επαγγελματική ενασχόληση με το χώρο των τεχνών (ιδιαίτερα της μουσικής) κι έτσι ο ίδιος ακολούθησε αντίστοιχη καριέρα από μικρή ηλικία.
Με το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου ο Λιούις εμφανίστηκε στο προσκήνιο χάρη στη συνεργασία του με τον ανερχόμενο –τότε- τραγουδιστή και ηθοποιό Ντιν Μάρτιν, τον άνθρωπο που υπέγραψε με τη φωνή του αξέχαστες επιτυχίες όπως Sway και That’s Amore. Ξεκίνησαν από nightclub της Νέας Υόρκης, το 1946, αργότερα μεταπήδησαν στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση, που έκανε κι αυτή τότε τα πρώτα της βήματα ως μέσο ψυχαγωγίας και, το 1951, στο Χόλιγουντ, όπου γύρισαν 16 ταινίες.
Το δίδυμο Μάρτιν και Λιούις υπήρξε μοναδικό με την έννοια ότι αποτελούνταν από δυο καλλιτέχνες με τελείως διαφορετικό στιλ, τον αυθεντικά κωμικό Λιούις πλάι στον πιο πολυδιάστατο αλλά με λιγότερη κλίση στην κωμωδία Μάρτιν. Στις ταινίες τους υποδύονται συνήθως αχώριστους φίλους με διαφορετικό προσανατολισμό: ο Λιούις την τυπική του περσόνα του καλοκάγαθου, αργόστροφου νέου με μυαλό και καρδιά μικρού παιδιού, και ο Μάρτιν του καπάτσου γόη που προσπαθεί να «πιάσει την καλή» αλλά βρίσκει μπελάδες τόσο οικονομικούς όσο και ερωτικούς.
Μετά από 10 χρόνια συνεργασίας το δίδυμο «έσπασε», με τους δυο συνεργάτες να μη μιλούν καν μεταξύ τους στα γυρίσματα της τελευταίας κοινής ταινίας τους (Hollywood or Bust, 1956) και να μη συμφιλιώνονται μέχρι το 1987. Μετά τη διάλυση της συνεργασίας τους, ο μεν Μάρτιν σχημάτισε το περίφημο Rat Pack με τους Frank Sinatra και Sammy Davis Jr, μεταξύ άλλων, ο δε Λιούις ακολούθησε σόλο καριέρα. Μέχρι και το 1970 γύρισε πολλές slapstick κωμωδίες, συνήθως σκηνοθετώντας και πρωταγωνιστώντας ταυτόχρονα, με το χιούμορ του να θυμίζει έντονα βωβό κινηματογράφο και την περσόνα που δημιούργησε όταν συνεργαζόταν με τον Μάρτιν να εξελίσσεται ακόμη περισσότερο. Πιο επιτυχημένες ταινίες του αυτή την περίοδο υπήρξαν τα The Bellboy (1960), The Errand Boy (1961) και The Nutty Professor (1963).
Από το 1970 κι έπειτα ο Lewis ασχολήθηκε μόνο σποραδικά με τον κινηματογράφο, γράφοντας ξανά ιστορία ωστόσο με την εκπληκτική –και μη κωμική- ερμηνεία του στην αιχμηρότατη μαύρη κωμωδία Ο Βασιλιάς της Κωμωδίας του Μάρτιν Σκορτσέζε, πλάι στον Ρόμπερτ Ντε Νίρο. Συνέχισε ωστόσο τις εμφανίσεις σε κινηματογράφο, τηλεόραση αλλά και live μέχρι το 2016, όταν και πρωταγωνίστησε στην ταινία Max Rose.
Ακολουθώντας τη συμβουλή του φίλου του Τζον Κένεντι, ο Λιούις αποφάσισε να μην εκδηλώσει ποτέ τις αμφιλεγόμενες πολιτικές του απόψεις. Δυστυχώς, άλλαξε την απόφαση του λίγο πριν πεθάνει, εκδηλώνοντας την υποστήριξη του για τον Ντόναλντ Τραμπ και την άποψή του πως οι πρόσφυγες είναι «εν δυνάμει κίνδυνοι για τη Δύση».
Ο Λιούις ήταν ένας εξαιρετικός κωμικός και άνθρωπος, αν αγνοήσουμε τα τελευταία του πολιτικά σχόλια, του οποίου το στιλ αποτέλεσε «γέφυρα» μεταξύ των κλασικών Αμερικανών κωμικών (Τσάρλι Τσάπλιν, Χοντρός-Λιγνός, Άμποτ και Κοστέλο) και της γενιάς του Νέου Κύματος, όπως ο Πίτερ Σέλερς, ο Γούντι Άλεν και ο Μελ Μπρουκς. Η συνεργασία του με τον Ντιν Μάρτιν τον ανέδειξε και τον εξέλιξε σημαντικά, ωστόσο είναι αλήθεια πως όταν αυτή διακόπηκε τότε ο ώριμος πια Λιούις βρήκε την ευκαρία να ξεδιπλώσει πλήρως το ταλέντο του. Παραμένοντας δραστήριος μέχρι το τέλος με την καλλιτεχνική και φιλανθρωπική του δράση, ο Λιούις παραμένει στη μνήμη του κινηματογραφικού κοινού και οι ταινίες του θα εξακολουθούν να κάνουν τον κόσμο να γελάει και να διασκεδάζει.