Η φετινή, προ ημερών, απονομή των Όσκαρ θα μείνει για πάντα στην ιστορία. Αιτία, η βράβευση, για πρώτη φορά στα χρονικά, μιας μη αγγλόφωνης ταινίας με το ανώτερο βραβείο της Ακαδημίας, το Όσκαρ Καλύτερης Ταινίας. Και δε μιλάμε για μια ταινία, για παράδειγμα, γαλλικής, ιταλικής ή γερμανικής παραγωγής. Ο νικητής, η ταινία που τα σάρωσε όλα, ήταν τα αριστουργηματικά Παράσιτα από τη μακρινή Νότια Κορέα. Ας εξερευνήσουμε περισσότερο τους νικητές, τους χαμένους και τα παραλειπόμενα της τελετής.
Το κόνσεπτ από τα Παράσιτα, την ταινία-φαινόμενο των ημερών, περιλαμβάνει μια φτωχή πλην πονηρεμένη οικογένεια στη Σεούλ που παρεισφρέει, χάρη σε μια σειρά από τεχνάσματα, στη ζωή μιας πλούσιας πλην αφελούς, χωρίς απαραίτητα κακούς σκοπούς αλλά με επικίνδυνες προεκτάσεις. Κάπως έτσι μπορεί να περιγραφεί και η παρείσφρηση της άσημης – για τα χολιγουντιανά δεδομένα – νοτιοκορεατικής ταινίας και των συντελεστών της μέχρι τον προ ημερών οσκαρικό θρίαμβο. Μόνο που στην πραγματικότητα δεν υπάρχει κανένα τέχνασμα, κανείς δεν ξεγελάστηκε, ο θρίαμβος είναι πανάξιος. Τα Παράσιτα, η πρώτη ταινία που έσπασε το αγγλόφωνο οσκαρικό κατεστημένο, είναι ένα αριστούργημα, μια καλοστημένη ταινία που τα έχει όλα: χιούμορ, συγκίνηση, σασπένς, πολυσύνθετους χαρακτήρες, ανατρεπτικό σενάριο και μια σειρά πολύ σοβαρών μηνυμάτων με πολλαπλούς αποδέκτες.
Τέσσερα βραβεία κέρδισε συνολικά ο νοτιοκορεατικός σίφουνας του Μπονγκ Τζουν-χο: καλύτερη ταινία, σκηνοθεσία, πρωτότυπο σενάριο και ξενόγλωσση ταινία. Φαβορί στις δύο πρώτες κατηγορίες φάνταζε το πολεμικό έπος 1917 του Σαμ Μέντες, ωστόσο η Ακαδημία συνέχισε την πρόσφατη, και μάλλον σωστή, πολιτική της να απονέμει το βραβείο όχι στην πιο άρτια και καλογυρισμένη από τεχνικής, αμιγώς κινηματογραφικής άποψης, ταινία, αλλά σ΄αυτήν που συνδυάζει την αρτιότητα αυτή με ευρεία απήχηση και ισχυρά κοινωνικά μηνύματα. Η ταινία του Μέντες απέσπασε ως… παρηγοριά τρία βραβεία σε τεχνικές κατηγορίες, τα οποία και άξιζε αναμφίβολα καθώς όπως προείπαμε σε τεχνικό επίπεδο ήταν ό,τι καλύτερο είδαμε φέτος.
Από κει και πέρα τα βραβεία μοιράστηκαν στις αρκετές πολύ καλές ταινίες της χρονιάς. Ο Τζόκερ έφυγε με το βραβείο Α΄ Ανδρικού Ρόλου για την ανεπανάληπτη ερμηνεία του Χοακίν Φίνιξ και της καλύτερης μουσικής επένδυσης για την Ισλανδή συνθέτη Χίλντουρ Γκουνταντότιρ. Ο “κακός” του Μπάτμαν, μάλιστα, έγινε ο δεύτερος κινηματογραφικός χαρακτήρας στα χρονικά για τον οποίο δύο διαφορετικοί ηθοποιοί (Χιθ Λέτζερ και Χοακίν Φίνιξ) κέρδισαν Όσκαρ ερμηνείας, μετά τον Βίτο Κορλεόνε (Μάρλον Μπράντο και Ρόμπερτ Ντε Νίρο), ενώ αποτελεί αξιοσημείωτο πως και στις δύο περιπτώσεις ο ηθοποιός που κέρδισε δεύτερος το βραβείο ενσάρκωσε μια νεότερη ηλικιακά έκδοση του χαρακτήρα συγκριτικά με τον πρώτο.
Ο Ταραντίνο και το φαντασμαγορικό Κάποτε στο Χόλιγουντ κέρδισαν στην αγαπημένη κατηγορία του δημιουργού: το Β΄ Ανδρικό Ρόλο, με τον Μπραντ Πιτ αυτή τη φορά να αναδεικνύεται νικητής. Η Ρενέ Ζελβέγκερ κέρδισε, όπως αναμενόταν, στην κατηγορία του Α΄ Γυναικείου υποδυόμενη μια προηγούμενη οσκαρική νικήτρια, τη διάσημη τραγουδίστρια και ηθοποιό Τζούντι Γκάρλαντ, ενώ η Laura Dern διέσωσε το γόητρο της Ιστορίας Γάμου με τη νίκη της στο Β΄ Γυναικείο, μιας κι η Ακαδημία αγνόησε επιδεικτικά τόσο αυτή όσο και τις υπόλοιπες παραγωγές του Netflix (βλ. Ιρλανδός, μηδέν βραβεία από 10 υποψηφιότητες). Τέλος, το διασκευασμένο σενάριο κατέληξε στην ευφάνταστη σάτιρα των Ναζί Jojo Rabbit και τον Μαορί με εβραϊκές ρίζες δημιουργό της Taika Waititi, ενώ δύο βραβεία σε τεχνικές κατηγορίες απέσπασε για τις εντυπωσιακές σκηνές αγώνων αυτοκινήτων το Ford v Ferrari.
Χωρίς κεντρικό παρουσιαστή, η τελετή κύλησε σχετικά ήρεμα και μάλλον δεν έπεισε, καταγράφοντας ιστορικό χαμηλό στα νούμερα τηλεθέασης. Σχολιάστηκε αρνητικά η απουσία γυναικών σκηνοθετών από τις υποψηφιότητες, αλλά τα πολιτικά και κοινωνικά μηνύματα έμειναν στο παρασκήνιο, σε αντίθεση με προηγούμενες χρονιές. Συγκινητικό, όπως πάντοτε, ήταν το In Memoriam της Ακαδημίας για τα κινηματογραφικά πρόσωπα που έφυγαν από τη ζωή τη χρονιά που μας πέρασε, ενώ η εμφάνιση του ράπερ Έμινεμ στη σκηνή προκάλεσε έκπληξη και ποικίλες αντιδράσεις. Θα έλεγε κανείς πως το μοναδικό και κυριότερο που έχουμε να θυμόμαστε από την τελετή, ήταν η νικήτρια ταινία.
Ίσως αυτό να είναι και το νόημα βέβαια, τα Όσκαρ είναι πρώτα από όλα η σημαντικότερη τελετή απονομής κινηματογραφικών βραβείων, και μετά πανηγύρι, επίδειξη μόδας, ή οτιδήποτε άλλο. Η βραδιά ανήκε στα Παράσιτα, η Ακαδημία έκανε τη σωστή, και δύσκολη, επιλογή και διέσωσε το γόητρό της στο ευρύ κοινό αλλά και στους κριτικούς, και ακόμα μια απονομή πέρασε στην ιστορία. Α, και όταν έγραψα ότι το μοναδικό που θα θυμόμαστε είναι η ταινία που κέρδισε, έκανα λάθος. Θα θυμόμαστε, πρέπει να θυμόμαστε, επιβάλλεται θα έλεγα να θυμόμαστε, το λόγο που εκφώνησε ο Χοακίν Φίνιξ όταν παρέλαβε το βραβείο του. Μηνύματα για πολλά, πολύ σοβαρά θέματα που πρέπει να φτάσουν στα αυτιά όλων, προνομιούχων και μη, και μια τελετή που παρακολουθεί, θεωρητικά τουλάχιστον, ολόκληρος ο πλανήτης έμοιαζε το κατάλληλο μέρος για να ακουστούν.