Ο λόγος για το περίφημο αφορισμένο μυθιστόρημα του Εμμανουήλ Ροΐδη που δίχασε τους αναγνώστες του και σαφέστατα προκάλεσε σάλο. Πρόκειται για την ιστορία μίας αμφιλεγόμενης και μάλλον μυθικής προσωπικότητας της πάπισσας Ιωάννας που στηρίζεται πάνω στο μύθο πως κάποτε μία γυναίκα κατάφερε μυστικά να ανέλθει τόσο στην ιεραρχία της Καθολικής Εκκλησίας, ώστε να γίνει Πάπας. Η Πάπισσα τελικά αποκαλύφθηκε λόγω της προχωρημένης της εγκυμοσύνης που οδήγησε στον τοκετό.
Φυσικά, το άκρως σκανδαλιστικό περιεχόμενο του μυθιστορήματος θα ήταν αρκετό για να προκαλέσει τη δυσαρέσκεια του κλήρου στο νεοσύστατο ελληνικό κράτος. Όμως, ο λόγος που ουσιαστικά οδήγησε στον αφορισμό του Ροΐδη ηταν η τάση του συγγραφέα να χρησιμοποιεί την ιστορία της Πάπισσας που αφορά την Καθολική Χριστιανική Εκκλησία, για να ασκήσει κριτική και να σατιρίσει την Ορθόδοξη Εκκλησία. Με άλλα λόγια, τα βέλη της άκρως χιουμοριστικής, απολαυστικής και έντονα επιθετικής σάτιρας τους δεν περιορίζονταν στο να χτυπούν τους Καθολικούς. Αντίθετα, επεκτάθηκαν και στην Ορθόδοξη Εκκλησία, την πολιτική, την λογοτεχνία και γενικότερα προς τα κακώς κείμενα που ο συγγραφέας εντόπιζε στην κοινωνία.
H Πάπισσα Ιωάννα, εκδίδεται από τον Ροΐδη ως ιστορική μελέτη. Ασφαλώς, πρόκειται για έναν τίτλο που ο συγγραφέας επιλέγει να δώσει για λόγους σατιρικούς και χιουμοριστικούς. Ο τρόπος που επιλέγει να γράψει μία μυθοπλασία με τη μορφή καταγραφής αποτελεσμάτων ιστορικής έρευνας, αφενός σατιρίζει το μεγαλοϊδεατικό ιστορικό μυθιστόρημα της εποχής του και αφετέρου καθιστά το μυθιστόρημα ακόμη πιο απολαυστικό και πρωτότυπο. Ακολουθεί σύντομο απόσπασμα:
Ἐπὶ δύο ὁλοκλήρους μῆνας ἐπάλαισε κατὰ τοῦ Δαίμονος ἡ Ἰωάννα, σκορπίζουσα φύλλα ἄγνου ἐπὶ τῆς κλίνης της, ὡς αἱ Ἀθηναῖαι κατὰ τὰς ἑορτὰς τῆς Δήμητρος, πίνουσα ἀφεψήματα νυμφαίας κατὰ τὴν συμβουλὴν τοῦ Πλινίου, τρώγουσα θριδάκων κορυφὰς κατὰ τὴν συνταγὴν τοῦ Ἁγ. Ἰωάννου τοῦ νηστευτοῦ, καὶ οὐδὲν παραλείπουσα τῶν μεσαιωνικῶν φαρμάκων, ἵνα καταπνίξῃ τοὺς νεανικοὺς πόθους, οἵτινες ἀνεβλάστανον εἰς τὰ τεσσαρακονταετῆ στήθη της ὡς τὰ ἄνθη ἐπὶ τῶν ἐρειπίων. Ἀλλ’ οἱ τοιοῦτοι πόθοι ὁμοιάζουσι τὴν ἄσβεστον, ἥτις ὅσῳ περισσότερον βρέχεται, τόσῳ μᾶλλον ἀνάπτει. Μετὰ πᾶσαν κατὰ τῆς σαρκὸς νίκην ἀντὶ νὰ ψάλλῃ ἐπινίκια ἔκλαιεν ἡ Ἰωάννα τὴν ἀπολεσθεῖσαν εὐκαιρίαν. «Μία ἀκόμη τοιαύτη νίκη καὶ ἐχάθην» ἔκραζεν ὁ Πύῤῥος, ἀριθμῶν τοὺς πεσόντας στρατιώτας του· ταὐτὰ ἔλεγε καὶ ἡ Ἰωάννα, ἀποσπῶσα μετὰ ἄγρυπνον νύκτα τρεῖς λευκανθείσας τρίχας της. Βεβαίαν ἤδη προβλέπουσα τὴν ἧτταν περιττὸν ἐνόμισε νὰ παρατείνῃ τὴν πάλην· τὸν δὲ νικητὴν αὐτῆς πρὸ πολλοῦ εἶχεν ἐκλέξει. Ὀλίγας στιγμὰς πρὶν ἀποθάνῃ εἶχε κληροδοτήσει εἰς αὐτὴν ὁ Ἅγιος Λέων τὸν μονογενῆ υἱὸν ἢ μᾶλλον ἀνεψιόν του, (διότι ἀνεψιοὶ καλοῦνται ἐν Ῥώμῃ τὰ τέκνα τῶν Παπῶν, ὅταν μάλιστα οὗτοι τύχωσι καὶ ἅγιοι), εἰκοσαετῆ τότε νεανίαν, ξανθὸν ὡς σκύλον τῆς Λακωνίας καὶ ἀφοσιωμένον ὡς ἐκεῖνοι εἰς τὴν Ἰωάνναν, ἥτις εἶχε χειροτονήσει αὐτὸν μυστικὸν θαλαμηπόλον, μέγα καὶ ἐπίζηλον ἀξίωμα κατὰ τὴν ἐποχὴν ἐκείνην.
Στο παραπάνω απόσπασμα εντοπίζεται το ιδιαίτερο ύφος και η γλώσσα του Ροΐδη. Μία άρτια καθαρεύουσα που πλαισιώνει εξαιρετικά το ειρωνικό, χιουμοριστικό και σε κάποιες περιπτώσεις επιθετικό ύφος του. Το κείμενο αποτελεί μία εξαιρετική διαπλοκή αληθινών και φανταστικών γεγονότων, ένα ταξίδι σε αληθινές μα και φανταστικές πηγές που μπορεί να διαβαστεί σαν ένα χιουμοριστικό αφήγημα αλλά και σαν ένα κείμενο γεμάτο νοήματα για τον μυημένο αναγνώστη. Σε κάθε περίπτωση, πρόκειται για ένα μυθιστόρημα σταθμό στην ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας που δεν πρόκειται να απογοητεύσει κανέναν αναγνώστη!