Η σύμβαση εργασίας καταρτίζεται μεταξύ δύο συμβαλλομένων προσώπων, του εργοδότη και του εργαζόμενου. Ο εργοδότης ο οποίος ασκεί το διευθυντικό δικαίωμα επιλέγει τον τόπο το χρόνο και τον τόπο παροχής εργασίας ενώ ο εργαζόμενος πρέπει να εκπληρώσει τις υπηρεσίες του και ο εργοδότης εν συνέχεια του καταβάλει τις απαιτούμενες παροχές. Πρόκειται για την εξαρτημένη σχέση μεταξύ των δύο προσώπων. Της εργασίας είναι καταρχήν άδεια μπορεί να είναι σωματικού πνευματικού, εθνικού αθλητικού χαρακτήρα.
Αποτελεί αδιαπραγμάτευτη άποψη ότι υπάρχουν κάποιες προϋποθέσεις που πρέπει να πληρούνται ώστε να πραγματοποιείται η σύμβαση εργασίας. Ο εργαζόμενος πρέπει να έχει συμπληρώσει το 18ο έτος της ηλικίας του για να μην είναι άκυρη σύμβαση εργασίας ενώ προβλέπεται μία ειδική δικαιοπρακτική ικανότητα δηλαδή ακόμη κι αν εργαζόμενος έχει συμπληρώσει το 15ο έτος της ηλικίας του μπορεί να εργαστεί εφόσον οι συνθήκες είναι κατάλληλες και υπάρχει η γονική συναίνεση. Ακόμη απαιτείται η δικαιοπρακτική βούληση του εργαζόμενου δηλαδή ο εργαζόμενος πρέπει να διακρίνεται για το για την βούληση και να μη βρίσκεται σε μία διανοητική η πνευματική διαταραχή ή ακόμα και ψυχική σύγχυση. Η δήλωση πρέπει να είναι έγκυρη, πραγματική και σοβαρή δεν πρέπει να είναι εικονική δηλαδή να γίνεται φαινομενικά καθώς επίσης και το φυσικό πρόσωπο και νομίζει πως πρόκειται για εθελοντισμό,παροχή εργασίας λόγω φιλικής η συγγενικής σχέσης. Εάν η βούληση έχει σχηματιστεί με πλάνη,απάτη ,απειλή τότε η σύμβαση εργασίας είναι ακυρώσιμη.
Μία ακόμη βασική προϋπόθεση παροχής εργασίας αποτελεί και η απαγόρευση των δυσμενών διακρίσεων δηλαδή ο εργοδότης απαγορεύεται ρητά να συναρτά την πρόσληψη η τη μη πρόσληψη εργαζομένων με ορισμένες ιδιότητες τους, οι οποίες αφορούν δυσμενείς διακρίσεις. Τέτοιες διακρίσεις αφορούν το φύλο, τις οικογενειακές υποχρεώσεις ή ακόμα και την εγκυμοσύνη.Η άκυρη σύμβαση εργασίας υπάρχει όταν έχουμε παραβίαση των κανόνων αναγκαστικού δικαίου ενώ η ακυρότητα είναι απόλυτη καθώς επίσης και σχετική όταν οι κανόνες αποβλέπουν στο συμφέρον του ενός και μόνο αυτός μπορεί να την επικαλεστεί.
Εν κατακλείδι, Απαιτείται γνωστοποίηση των ουσιωδών όρων που πρέπει να φορούν τα στοιχεία ταυτότητας των συμβαλλομένων, την θέση ή την ειδικότητα του εργαζομένου, το βαθμό του καθώς και το αντικείμενο της εργασίας του, την ημερομηνία έναρξης της σύμβασης για την σχέση εργασίας και τη διάρκεια αυτής, αν καταθέσετε γυαλισμένο χρόνο. Η γνωστοποίηση των ουσιωδών όρων πρέπει ακόμη αφορά τη διάρκεια της άδειας με αποδοχές , Καθώς και τον τρόπο και το χρόνο χορήγησης, το ύψος της αποζημίωσης που οφείλεται και τις προθεσμίες που πρέπει να τηρούν ο εργοδότης και ο εργαζόμενος σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.