O Κρίς Κάιλ (Bradley Cooper) είναι ελεύθερος σκοπευτής των αμερικανικών δυνάμεων. Αφού ολοκληρώνει συνολικά τέσσερις θητείες στον πόλεμο του Ιράκ, επιστρέφει στην πατρίδα και την οικογένεια του αδυνατώντας όμως να ξεχάσει όλα όσα συνέβησαν εκεί, ενώ παράλληλα νιώθει μεγάλη λύπη που δεν μπορεί να γυρίσει πίσω στον πόλεμο. Κατά τη διάρκεια της θητείας του, έχει καταφέρει να γίνει ένας ζωντανός θρύλος αφού είναι ο μόνος που έχει διαπράξει 160 επιβεβαιωμένους φόνους. Η ταινία απέσπασε ένα Όσκαρ.
Πρόκειται για την ιστορία του Κρίς Κάιλ, του πιο θανατηφόρου σκοπευτή στην αμερικανική ιστορία, όπως έχει χαρακτηριστεί. Η αυτοβιογραφία του εκδόθηκε το 2012 από την Harper Collins και ήταν στη λίστα των best seller της New York Times επί 37 συνεχόμενες εβδομάδες. O Κρίς Κάιλ δολοφονήθηκε στις 2 Φεβρουαρίου 2013, σε ηλικία 38 ετών από έναν ψυχικά διαταραγμένο βετεράνο των αμερικανικών δυνάμενων. Η ταινία είναι βασισμένη στο ομώνυμο βιβλίο και την έχει σκηνοθετήσει ο Clint Eastwood.
Ξεκινώντας, η ταινία, δίνει μια πολύ μικρή περιγραφή της ζωής του πρωταγωνιστή πριν αυτός αναμειχθεί με τον στρατό. Έπειτα διαδραματίζονται οι τέσσερις θητείες του στον πόλεμο του Ιράκ, ενώ παράλληλα υπάρχουν και στιγμές από την προσωπική του ζωή, πίσω στην Αμερική. Η ταινία ολοκληρώνεται με μια λεζάντα που περιγράφει το τέλος του πρωταγωνιστή.
Από τεχνικής άποψης, η ταινία είναι αρκετά καλή, υπάρχει καλή εικόνα και τόσο τα εφέ όσο και ο ήχος είναι άριστα. Οι ερμηνείες είναι αρκετά μέτριες έως “παγωμένες”, με εξαίρεση αυτή του πρωταγωνιστή. O Bradley Cooper παρουσιάζεται απόλυτα αφοσιωμένος στον σκοπό του, υπομονετικός, δυνατός ενώ στέκεται απίστευτα ψύχραιμος σε όλα όσα συμβαίνουν κατά τη διάρκεια του πολέμου, ακριβώς όπως απαιτεί ο ρόλος του σκοπευτή. Γενικά στο σύνολο της η ταινία δεν έχει πολλές σκληρές σκηνές, τουλάχιστον όχι τόσες όσες θα περίμενε κάποιος από μια ταινία του είδους της, ενώ από κάποια στιγμή και μετά γίνεται κουραστική παρά την δράση του πολέμου.
Όσον αφορά την πλοκή, υπάρχουν πολλά απογοητευτικά στοιχεία, καθώς ο Clint Eastwood έβγαλε επάνω της όλο τον συντηρητισμό του, κάνοντας κάθε δυνατή προσπάθεια να καταστήσει την συγκεκριμένη παραγωγή άλλη μια αμερικανιά. Ουσιαστικά η ταινία είναι μονοδιάστατη αφού δεν πραγματεύεται τίποτα παραπάνω από το πάθος του Κρίς Κάιλ για τον πόλεμο υπέρ της Αμερικής. Καθ’ όλη τη διάρκεια, ο πρωταγωνιστής εκθέτει με απόλυτο τρόπο τις απόψεις του περί πολέμου, την απέχθεια του για τους κακούς Ιρακινούς που θέλουν το κακό των καλών Αμερικανών, καθώς και τον ακλόνητο πατριωτισμό για την χώρα του. Θεωρεί πως μοναδικός σκοπός της ζωής του είναι να υπηρετήσει, η μάλλον, να προστατέψει, την πατρίδα του πηγαίνοντας στον πόλεμο. Ελάχιστες αναφορές γίνονται για την ψυχική υγεία του σκοπευτή μετά τον πόλεμο, αλλά ακόμα και αυτές δεν έχουν να κάνουν τόσο με τα κατάλοιπα που του έχει αφήσει, όσο με το γεγονός πως δεν μπορεί να επιστρέψει για να προσφέρει ενισχύσεις στην επιχείρηση. Όλα τα σχόλια του σκηνοθέτη περιστρέφονται γύρω απο αυτές τις απόψεις, στηρίζοντας συνεχώς τον πατριωτισμό και την πλύση εγκεφάλου, το πάθος για τον στρατό, την ηρωοποίηση του καλού αμερικάνου πολίτη-στρατιώτη καθώς και το μοτίβο πατρίς-θρησκεία-οικογένεια.
Βέβαια απο τον τίτλο και μόνο, American Sniper, δεν θα έπρεπε να περιμένει κανείς τίποτα περισσότερο, εννοείται πως από τη στιγμή που είναι αμερικανική παραγωγή τα πράγματα θα παρουσιάζονται υπέρ της Αμερικής. Απλά τα πάντα είναι αρκετά τραβηγμένα για μια ταινία που περιγράφει εν μέρη και ιστορικά γεγονότα, χωρίς περιθώρια για αμφιβολίες η λάθη απο μέρους της χώρας ενώ σε μια ταινία σαν αυτή, όπου γίνεται αναφορά και στα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου με τους Δίδυμους Πύργους, θα μπορούσε να υπάρχει και κάποιο αντιπολεμικό μήνυμα η έστω να παρουσιάζεται άλλη μια διάσταση πάνω στο θέμα πόλεμος και να μην είναι όλα τόσο απόλυτα.